Όσα χρόνια και να περάσουν, από τότε που ήμασταν μικρά ανυπόμονα παιδιά, έως και σήμερα, δε μας άρεσε ποτέ να περιμένουμε. Να αναμένουμε μια εξέλιξη ανεξαρτήτου βαρύτητας και σοβαρότητας. Είτε αυτό είναι το φαγητό να καταφτάσει, είτε τους φίλους μας να ετοιμαστούν, είτε το άτομο που θέλουμε να απαντήσει, είτε να το δούμε μια ακόμη φορά. Δεν μπορούμε να περιμένουμε με τίποτα. Είμαστε αυθόρμητοι και θέλουμε ό,τι χρειαζόμαστε, να το έχουμε αμέσως. Και δε μας ενδιαφέρει ούτε το κόστος ούτε η λογική- πόσο μάλλον η έλλειψή της.

Και ειδικά όταν πρόκειται για πράγματα που θέλουμε πραγματικά, η αναμονή είναι ο χειρότερος εχθρός μας. Δε θέλουμε τίποτα και κανένας να μας εμποδίζει από όσα απολαμβάνουμε αληθινά. Η βαθύτερη επιθυμία ενός ανθρώπου, η πιο πηγαία ανάγκη καθημερινότητας, ζωής και ύπαρξης, πολλές φορές, είναι οι άλλοι άνθρωποι. Ο καθένας από μας χτίζει τις επιθυμίες του σε λίστες που ξεπερνούν πολλές φορές προσδοκίες και δυνατότητες.

Μα πάντα αυτή η λίστα έχει ένα σταθερό θεμέλιο. Έναν άνθρωπο. Που συνήθως δεν είναι ούτε φίλος, ούτε οικογένεια. Γιατί αυτό που θεμελιώνει την επιθυμία μας γι’ αυτόν, είναι η έλξη. Το πάθος που σου τρώει την καρδιά, που σε κάνει να βυθίζεσαι με ένα απλό βλέμμα. Τα μάτια που παλεύουν μαζί σου για να μη ρίξουν ούτε μια κλεφτή ματιά ή που συμφιλιώνονται, γιατί στην τελική αυτό το ζευγάρι ματιών είναι δικό σου.

Και η λίστα όλο και μεγαλώνει. Γιατί ο άνθρωπος έχει τις βέλτιστες επιθυμίες για τον χρόνο και το χρήμα που διαθέτει. Αλλά δεν ξέχνα ό,τι όλα όσα έχει ανάγκη, βρίσκονται στη βάση της λίστας, γιατί αυτά έχουν όσο χρόνο θέλουν και το χρήμα δεν το χρειάζονται. Καθόλου όμως. Είναι όλα τα αυθεντικά αισθήματα που δεν ξεχνούν να μας θυμίζουν συνεχώς και ανελλιπώς πόσο αδύναμοι είμαστε μπροστά στον έρωτα. Και το κάνουν με τρανές κραυγές αδιαφορίας για οτιδήποτε δεν αφορά αυτούς. Και μέσα στην αποδυνάμωση της συνείδησής μας και των όσων ασχολούμαστε, γεννιέται ένα αυθορμητισμός που είχαμε να προσέξουμε πάνω μας εδώ και πολύ καιρό. Και μαζί με αυτό, γεννιέται και το πιο ειλικρινές μας χαμόγελο.

Και η κάθε αναμονή έχει το δικό της χαρακτήρα και ιδιαιτερότητα. Είτε επεμβαίνει η απόσταση ανάμεσά μας, είτε ο χρόνος και ο χωρισμός που απλά δεν έχουμε αποδεχτεί, είτε η ελπίδα για μία αλλαγή που βαθιά μέσα στη ψυχούλα μας, ξέρουμε ότι δε θα συμβεί και ποτέ. Αλλά οι άνθρωποι είμαστε αυτοκαταστροφικοί και ποτέ δε μας ένοιαζαν λεπτομέρειες όπως αυτές. Ή και να μας νοιάζουν, δεν μπορούν ποτέ να ξεπεράσουν όλη την έλξη που κρύβουμε για τον άλλον. Και έτσι ούτε θα τη μειώσουν, όσος χρόνος, ελπίδα και αναμονή μας προσπεράσει και μας κατασπαράξει στα δόντια της απογοήτευσης.

Και όταν βυθίζεσαι στην αναμονή, δημιουργείται μια συνθήκη με τον εαυτό σου και ορίζεται ο χρόνος που θα διαρκέσει όπως και οι προϋποθέσεις, έτσι ώστε, αν μην τι άλλο, να μη χαθείς απ’ τον πολύ τον έρωτα. Γιατί μέσα στη θολούρα της αγάπης και της τρέλας, «μην ξεχάσουμε και τον εαυτό μας», λες. Κρίμα που είναι μια συνθήκη που θα μείνει στις υπογραφές. Γιατί ποιος να μείνει στον εαυτό του όταν το μόνο που σκέφτεται είναι ο άλλος; Και όσο αυτή η καταραμένη η αναμονή αυξάνεται, τόσο πιο πολύ ριζώνει μέσα μας η ανεξάντλητη επιθυμία που νιώθουμε. Και όσο και να την καταρρακώνει η ρουτίνα, αυτή βρίσκει τρόπους, μικρά φωτεινά παραθυράκια για να ξεπηδήσει και να γεννηθεί ξανά. Απ’ την αρχή.

Γιατί όσα λόγια είπαμε, όση ανωτερότητα δείξαμε, όση αδιαφορία επιδείξαμε στους άλλους, εμείς μέσα μας ξέρουμε καλύτερα. Ξέρουμε ότι αν αυτή η στασιμότητα, η χρονική, τερματιστεί, αν ο άνθρωπος που θέλουμε εμφανιστεί μέσα απ’ το πουθενά στην πόρτα μας και μας ζητήσει να τον υποδεχτούμε με μια αγκαλιά, όχι απλά θα ανοίξουμε διάπλατα, μα και θα το συνοδεύσουμε με ένα παθιασμένο φιλί. Ξέρετε απ’ αυτά που δόθηκαν παλιά και έμειναν στη συνείδηση μέχρι και πολύ αργότερα. Απ’ αυτά που ονειρεύτηκαν χιλιάδες φορές στη διάρκεια δουλειάς, βόλτας, μεθυσιών, κουβέντας που σταμάτησαν απότομα από τον κόμπο στο λαιμό. Που έπνιξε όσες λέξεις θέλαμε να βομβαρδίσουμε, αλλά εκείνος ο άνθρωπος δεν ήταν εκεί, και αν δεν ήταν αυτός, δεν είχαν και λόγο να ειπωθούν.

Γιατί έτσι κάνουμε πάντα. Λέμε και λέμε και λέμε. Λες και ο κόσμος δεν καταλαβαίνει, γιατί εμείς δε θα θέλαμε να καταλάβει. Γιατί θα χαλούσε το εργάκι της ηθελημένης αδιαφορίας που μας δόθηκε σαν ρόλος απ’ τον ίδιο μας τον εαυτό και θέλαμε χωρίς λόγο και αιτία να γίνει ο ρόλος της καριέρας μας. Μα ξεχάσαμε ότι το κοινό ούτε βλέπει, ούτε ακούει για να κρίνει. Νιώθει μόνο. Και η προσπάθειά μας να κρύψουμε την όση αναμονή μας βαραίνει, ας καταλάβουμε ότι γίνεται αντιληπτή απ’ το κοινό. Και δε θα ξεσπάσει καν σε γέλια, αλλά σε κλάματα.

Γιατί το προσπαθείς και το προσπαθείς και ακόμα αδυνατείς να καταλάβεις. Αν αυτό που θέλεις, αν αυτό που σκέφτεσαι δε γίνει ποτέ, θα μεγαλώνει συνεχώς μέσα σου μέχρι να σε καλύψει ολότελα. Και τότε θα ξαναγεννήσεις τα κομμάτια σου ένα-ένα απ’ τις στάχτες και θα κρατήσεις τον άλλον σαν ένα μικρό κομματάκι μέσα σου, που θα ‘θελες να είχες ζήσει, αλλά ανάθεμα. Και αν η δύναμή σου σε οδηγήσει να κρατηθεί αυτή η κατάσταση, τυχερός ή άτυχος, δεν ξέρω, μωρό μου.

 

Συντάκτης: Χριστίνα Καρυοφυλλίδου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή