Το κλασικό μου αγαπημένο φόντο. Βράδυ, με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί, τσιμπολογώντας κάτι αμύγδαλα και φιστίκια, χαζεύοντας mad στην τηλεόραση, στον τριθέσιο καναπέ μου. Το χέρι μου πηγαίνει προς το κινητό κι ανοίγει εντελώς αυτοματοποιημένα τη συνομιλία μας. Είμαι έτοιμη να στείλω αυτό το μήνυμα που σιχαίνομαι, του τύπου «έχω ίσως κάνει μαλακία και πρέπει να επανορθώσω και να βάλω τον εγωισμό μου πιο κάτω, γιατί με ενδιαφέρει περισσότερο ο άνθρωπος απέναντί μου».

Δε χρειάζεται να γυρίσω τις σελίδες του ξεφτισμένου ημερολογίου μου για να θυμηθώ τι έχουμε περάσει. Σου έχω κάνει πολλά πράγματα. Ειδικά στην αρχή. Όταν δεν πολυψηνόμουν ακόμη για το μεταξύ μας, όταν προσπαθούσες να με κερδίσεις και κάπως θα έλεγε κανείς, είχα το πάνω χέρι. Δεν ήθελα υπερβολές, έβλεπα μεγάλα λόγια κι όνειρα παντού που προσπαθούσα να αποφύγω, ενώ εσύ προσπαθούσες να με κάνεις να χαλαρώσω. Δυσκολευόμουν να αφεθώ, παρ’ όλο που το ήθελα. Γιατί πολλοί από τους προηγούμενους που πέρασαν από εδώ, δεν είχαν τα κότσια που έχεις και θαυμάζω.

Είχα μάθει να γίνονται όλα με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ακόμα κι ο έρωτας. Σαν να είχα βάλει ένα στοπ στον τρόπο που θα με χτυπήσουν τα βέλη του, προσπαθώντας να ελέγξω τα πάντα. Είχα μάθει να βάζω κουτάκια και να βγάζω βιαστικά συμπεράσματα. Ήμουν προκατειλημμένη κι απόλυτη, φοβόμουν να αφεθώ σε πράγματα που θα με έκαναν να βγω έξω από τα μέχρι τότε συνηθισμένα, έξω από τα νερά μου, σε ό,τι θεωρούσα ότι δε μου ταίριαζε. Όταν έλεγα όχι, ήθελα να είναι όχι και νευρίαζα με οποιονδήποτε θα προσπαθούσε να μου αλλάξει γνώμη.

Και μετά ήρθες εσύ και πολλούς φόβους μου κι απόψεις τις κατέρριψες. Τα πράγματα άλλαξαν σταδιακά- ίσως να μην είναι κακό κάποιες φορές να δοκιμάζεις κάτι διαφορετικό και να βλέπεις ότι τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως εξαρχής έχεις στο κεφάλι σου. Δεν υπάρχει πάντα το άσπρο και το μαύρο, το ποτήρι δεν είναι πάντα γεμάτο ή άδειο, δεν κυριαρχεί πάντα το απόλυτο. Υπάρχει κι η μέση πλευρά, αυτή που μου έδειξες εσύ.

Και μπορεί να σου έκανα πολλά, μα αδιαμφισβήτητα το χειρότερο που σου έκανα είναι που σου ζήτησα να με αγαπήσεις για όλα όσα εγώ η ίδια δεν αγαπώ τον εαυτό μου. Για όλα εκείνα τα ελαττώματα, τα επαναλαμβανόμενα λάθη και τις περιέργειές μου. Για όλες τις φορές που στον καθρέφτη ο εαυτός μου έμοιαζε άσχημος ή έτσι πίστευα, για όλες εκείνες τις στιγμές που με έκρινα με πολύ αυστηρό τρόπο, τόσο εμένα, όσο και τους γύρω μου. Για όλες εκείνες τις ταμπέλες που έβαζα, για τους εγωισμούς που άφησα να χωρέσουν σε πολλές σχέσεις μου, για τις στιγμές που άφησα να κυριαρχήσει ο παρτάκιας εαυτός μου που φωνάζει ότι μπορώ τα πάντα και μόνη μου και δε σε χρειάζομαι. Και ναι, ίσως να μπορώ μόνη μου, αλλά δε θέλω.

Αν δεν αγαπήσεις πρώτος εσύ τον εαυτό σου με τα καλά του και τα κακά του, πώς θα σε αγαπήσει κάποιος άλλος; Θυμήθηκα πώς το περιέγραφαν στις σελίδες ενός αγαπημένου βιβλίου και θυμήθηκα και τα δικά σου λόγια «να μάθεις να σ’ αγαπάς με τα όλα σου». Έχεις δίκιο, σκέφτομαι. Δίπλα σου νιώθω ώρες ώρες σαν ένα ανώριμο μικρό κοριτσάκι, που έχει ακόμα τόσα να μάθει από εσένα. Αρκεί να είσαι εδώ. Δεν ξέρω αν μπορώ να αλλάξω, αλλά σίγουρα θέλω να μετριάσω τα ελαττώματά μου και να τ’ αγαπήσω. Και ακόμα πιο σίγουρα, θέλω να είμαι μαζί σου.

Καμιά φορά, εδώ που τα λέμε, δε χρειάζεσαι βιβλία αυτοβελτίωσης και συμβουλές από ψυχολόγους για να μάθεις ν’ αγαπάς τον εαυτό σου και να συμβιβαστείς με τα καλά σου και τα κακά σου. Βοηθάνε κι αυτά, μα μάγος κανείς δεν είναι. Ούτε ο έρωτας μπορεί. Χρειάζεται εκείνο το κάτι ακόμη. Το χέρι τελικά έμεινε στη συνομιλία και το μήνυμα εστάλη. «Συγγνώμη που σου ζήτησα να μ’ αγαπάς για όλα όσα εγώ δε μ’ αγαπώ. Θα με αγαπήσω πρώτη εγώ.»

Συντάκτης: Κορίνα Γιούρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου