Όσο και να τα βάλεις κάτω, να σκεφτείς παραπάνω, να ξενυχτήσεις μέρες ολόκληρες, δε γίνεται να αρνηθείς στον εαυτό σου πως περιμένεις τον έρωτα. Το έχουμε σκεφτεί εμείς, οι αθεράπευτα ρομαντικοί, το έχουν σκεφτεί κι οι πνιγμένοι στη λογική και το σκέφτεται κάθε λογής άνθρωπος που ζει σ’ αυτό τον όμορφο πλανήτη.

Γιατί ποιος αντέχει χωρίς τον έρωτα; Ποιος μπορεί να ζήσει μόνος του, χωρίς κάποιον πλάι του; Κανείς. Κι όσοι το λένε, μην τους πιστεύετε. Ή πολύ πεισματάρηδες είναι ή πολύ πληγωμένοι. Γιατί, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει ζωντανό ον που να μην αναζήτησε τον έρωτα και να μην τον λαχτάρησε όσο τίποτα. Άλλωστε, όλοι ξέρουμε ότι ζούμε για ν’ αγαπάμε και ν’ αγαπιόμαστε.

Αλλά ο έρωτας είναι πονεμένη ιστορία από μόνος του. Βρίσκεται παντού και πουθενά. Ανθίζει όπου τον αφήσεις και ξεριζώνεται το επόμενο αμέσως δευτερόλεπτο. Δεν έρχεται ποτέ όταν τον θέλεις και σε χτυπάει όταν τον περιμένεις λιγότερο. Συνηθίζει να υπενθυμίζει την παρουσία του όταν εσύ πια τον έχεις ξεχάσει. Και τότε, χάνεις ηρεμία, χάνεις τον ύπνο σου, τη λογική σου και βρίζεις την ώρα και τη στιγμή.

Βέβαια, όλα αυτά συμβαίνουν στην περίπτωση που οι καταστάσεις είναι ευνοϊκές, το σύμπαν έχει αποφασίσει να μην ασχοληθεί και πολύ μαζί σου και, γενικά, έχεις την πλήρη ελευθερία να απολαύσεις τον έρωτα με τον άνθρωπό σου. Σε κάποιο σκοτεινό όμως κι εγκαταλελειμμένο μέρος στο σπίτι του έρωτα, στοιβάζονται ολόκληρες ιστορίες από έρωτες που πνιγόντουσαν απ’ τα συναισθήματά τους, αλλά δεν μπόρεσαν να ολοκληρωθούν ποτέ.

Καταδικασμένοι έτσι, βρέθηκαν να πλανιούνται μόνοι τους, ψάχνοντας σπίτια και καρδιές να εγκατασταθούν, αλλά στο τέλος, δε βρήκαν τίποτα που να τους θυμίζει το μοναδικό και κατέληξαν να περιφέρονται αριστερά και δεξιά, όντας κουρασμένοι κι αδύναμοι.

Και μέσα σ’ όλη τη δυστυχία, αναρωτιέσαι γιατί. Γιατί, δύο άνθρωποι που πεθαίνουν ο ένας για τον άλλον, που είναι διατεθειμένοι να κουνήσουν γη κι ουρανό για να είναι μαζί, να μην μπορούν να απολαύσουν την ευτυχία τους;
Γιατί βλέπεις, μερικοί έρωτες είναι καταδικασμένοι να τελειώσουν πριν καν ξεκινήσουν. Γιατί ενώ βρήκαν αντίκρισμα, δεν μπόρεσαν να ανθίσουν και πέθαιναν πριν καν βγάλουν τα πρώτα τους φύλλα.

Ο άνθρωπος αυτός σε έκανε να χάσεις τα λογικά σου, να τρέμεις στο άκουσμα της φωνής του και να ανατριχιάζεις στο άγγιγμά του. Σε έκανε να νιώσεις πυροτεχνήματα κι όχι τις συνηθισμένες πεταλούδες. Σε θέλησε όσο κανένας άλλος και σε διεκδίκησε παραπάνω απ’ όσο μπορούσε κι ο ίδιος. Που ακόμα και χρόνια ολόκληρα να περάσουν, πάντα θα τον σκέφτεσαι και θα αναρωτιέσαι γιατί δε βγήκε πουθενά, λησμονώντας τα όσα ένιωσες.

Αλλά, βλέπεις, η ζωή δεν είναι πάντα δίκαιη. Γιατί όπου υπάρχει ο έρωτας, παραμονεύει η ευτυχία κι η δυστυχία, παίζοντας κυνηγητό, πότε ο ένας θα προλάβει τον άλλον, πότε θα νικήσει η ευτυχία και θα είναι όλα καλά και πότε η δυστυχία θα επισκιάσει τα πάντα, κάνοντας τους ανθρώπους μίζερους και λυπημένους.

Το αστείο με αυτές τις ιστορίες είναι ότι δεν μπόρεσαν καν να ευχαριστηθούν ούτε τις λίγες μοναδικές στιγμές που  δικαιούνταν. Που δεν μπόρεσαν να πάνε μια βόλτα, να ξυπνήσουν στο ίδιο κρεβάτι, να απολαύσουν ένα ξημέρωμα, να χάσουν την αναπνοή τους απ’ τα φιλιά.

Γιατί πάντα κάτι θα συμβαίνει, κάτι θα στραβώνει, κάποιος δε θα μπορεί να προσπαθήσει και κάποιος θα προσπαθεί παραπάνω. Ο έρωτας μπορεί να μην άντεξε γιατί ήταν σαρωτικός και σιγά-σιγά σας έπαιρνε μαζί του. Ήταν κάτι παραπάνω από σας, δεν μπορέσατε να το ελέγξετε και στο τέλος χάσατε το παιχνίδι.

Γιατί οι συγκυρίες δε βοήθησαν, το σύμπαν αποφάσισε να τα γαμήσει όλα κι εσείς να μείνετε χώρια. Γιατί η ζωή δεν είναι ταινία με καλό τέλος, που ό,τι και να γίνει το ερωτευμένο ζευγάρι θα καταλήξει πάντα μαζί. Η ζωή είναι σκληρή και δε χαρίζεται. Οπότε το μόνο πράγμα που σας αφήνει είναι μια πίκρα για το τέλος που δεν αξίζατε να έχετε και για την αγάπη που δεν άντεξε τελικά.

Αυτό το «λίγο» είναι που κάνει το μεγαλύτερο κακό. Αυτό που έζησες για λίγο, η ευτυχία που κράτησε λίγο, αλλά και στο τέλος η αγάπη που έμεινε πολλή. Ξέρεις πως όσο και να προχωρήσεις, όσες σχέσεις κι αν κάνεις, όσα κρεβάτια κι αν μοιραστείς, τίποτα δε θα μπορέσει να σου καλύψει το κενό. Μερικά θα μοιάζουν απλά λίγα, αλλά κάτι περισσότερο αλλά κανένα δε θα είναι σαν κι αυτό.

Κι αν το ξεπερνάς; Νομίζω μαθαίνεις να ζεις με αυτό και το θυμάσαι τα βράδια που νιώθεις περισσότερο μόνος.

 

Συντάκτης: Χριστίνα Νικολοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη