Σε όλους μας έχει τύχει να ‘χουμε υποπέσει θύματα καλοπροαίρετου ή και κακοπροαίρετου κουτσομπολιού. Άλλοτε μας επηρεάζει σε τέτοιο βαθμό όπου μπορεί να μας χαλάσει ακόμα και την ημέρα κι άλλοτε μας αφήνει τόσο παγερά αδιάφορους, ώστε να φτάνουμε στο σημείο να το διακωμωδούμε κιόλας.

Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Όταν ένα μυστικό ξεφεύγει απ’ τα δύο άτομα και το μαθαίνει κάποιος τρίτος είναι κουτσομπολιό, κι εκείνος που το μεταφέρει πρώτος είναι εκείνος που απελευθερώνει τη φήμη, συκοφαντία ή απλά επίκριση. Αυτό που σε τρελαίνει, βέβαια, στην κυριολεξία δεν είναι τόσο το να διαρρεύσει κάτι, όσο το ότι μπορεί να περάσεις μπροστά από κάποιον κι αμέσως να σχολιάσει τον τρόπο που μιλάς, που περπατάς, που ντύνεσαι, που στέκεσαι, οτιδήποτε, χωρίς ούτε καν να σε ξέρει. Αυτό είναι που ξεπερνά κάθε λογική και σε κάνει να απορείς αν πάνε καλά όσοι κρίνουν οτιδήποτε κι οποιονδήποτε.

Υπάρχουν διαφόρων λογιών κουτσομπολιά κι αντίστοιχα πολλές κατηγορίες κουτσομπόληδων. Αν σε σχολιάζει κάποιος που δε σε ξέρει, ένας ξένος δηλαδή, ποσώς σε ενδιαφέρει. Αν, όμως, αποκαλυφθεί πως το κουσκούς εις βάρος σου γίνεται από κάποιον που γνωρίζεις καλά, έναν φίλο σου ίσως –ο Θεός να τον κάνει φίλο–, όπου τον εμπιστεύεσαι και τον αγαπάς και θεωρητικά πίστευες πως σε αγαπάει κι εκείνος, τότε είναι που καταλήγει σε στεναχώρια. Ωστόσο, ο τρόπος που αντιμετωπίζεις οποιαδήποτε κριτική και τις φήμες είναι που σε διαφοροποιεί και σε κάνει πιο δυνατό να αντέξεις το οτιδήποτε.

Άλλοτε θα σε αγγίξουν και θα σου στοιχίσουν, άλλοτε θα ανασηκώσεις απλά τους ώμους, χωρίς να νοιαστείς, και κάποιες φορές ίσως να σου προκαλέσουν γέλιο. Είναι σαν να πηγαίνεις σε ένα χωριό ή ένα μικρό νησί το καλοκαίρι και κλασικά να βλέπεις τρεις γραφικές γιαγιάδες, σε πλαστικές καρεκλίτσες, παρατεταγμένες η μία δίπλα στην άλλη, σε ρόλο κυκλώματος παρακολούθησης, με το κεφάλι τους και τα μάτια τους να τα νιώθεις πάνω σου να ελέγχουν κάθε κίνησή σου έως ότου εξαφανιστείς απ’ το οπτικό τους πεδίο. Σε μία διαφορετική περίπτωση, είναι σαν βγαίνεις απ’ το σπίτι και να βλέπεις τα κουρτινάκια σε απέναντι πολυκατοικίες να ανοιγοκλείνουν.

Είναι αυτονόητο πως το κουτσομπολιό γίνεται για εμάς, χωρίς εμάς! Όπως και να ‘χει, όμως, δεν πρέπει να δίνουμε σημασία –τόσο απλά–, γιατί αν δώσουμε, τότε αυτομάτως θα δώσουμε δύναμη κι υπόσταση στα κουτσομπολιά αυτά. Μπορεί να λέγονται πράγματα για εμάς που δεν ισχύουν, να ακούγονται τέρατα, αλλά το τι λέγεται είναι πρόβλημα της άλλης πλευράς και στην ουσία μόνο εκείνους που τα σκορπούν κρίνουν οι λέξεις τους, όχι εμάς. Όταν ξέρεις ποιος είσαι και τι αξία έχει η ζωή σου, δε θα σε αγγίξει το οτιδήποτε.

Συνεπώς, αν βρεθούμε κιόλας σε μια παρέα που κουτσομπολεύει, καλό είναι να μην εκφέρουμε τη γνώμη μας, να ‘μαστε διακριτικοί και ταπεινοί και να καταλάβουμε πως αυτός που σχολιάζει σε εμάς, κάποια στιγμή θα σχολιάσει σε κάποιον άλλο και για εμάς. Οπότε, δίνοντάς του την πρέπουσα σημασία κι απαντώντας του στα κακεντρεχή σχόλιά του για κάποιον άλλο, είναι σαν να υπογράφουμε κι εμείς στο κουτσομπολιό που γίνεται για το τρίτο άτομο. Ίσως να είχαμε κάποτε επηρεαστεί και να ‘χαμε πέσει στην παγίδα του «κοινωνικού σχολιασμού» αλλά όχι πια. Αφήνουμε τους άλλους να κάνουν ό,τι θεωρούν εκείνοι καλύτερο, να θάψουν την κουμπάρα τους, τους συναδέλφους, το φιλαράκι τους, το ταίρι τους, κι εμείς παραμένουμε ουδέτεροι.

Τώρα όταν κάτι πέσει στην αντίληψή μας πως έχει ειπωθεί για το άτομό μας, σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο θα ανταποκριθούμε στο κουτσομπολιό. Αν δεν ασχολείσαι, δε σε αγγίζει κιόλας. Άλλωστε, πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε ότι κάποιοι, δεν υπάρχει περίπτωση, ο κόσμος να χαλάσει, θα το κάνουν, θα σε κρίνουν σε κάθε ευκαιρία. Κάποιος απολαμβάνει να σχολιάζει άλλους γιατί  θέλει να κρύψει τα δικά του θέματα στην προσωπική του ζωή, οπότε λέγοντας ψέματα ή επιβεβαιώνοντάς τα για να μειώσει έναν άνθρωπο θεωρεί πως ανεβάζει το δικό του «εγώ». Ξέρει, εξάλλου, πως κράζοντας κάποιον θα βρει και συμμάχους να κουτσομπολέψουν μαζί, καθώς θα τους ενώνει η αρνητική πρόθεση για ένα τρίτο πρόσωπο.

Ας βρούμε την ψυχραιμία να σκεφτούμε πως ο άλλος για κάποιον λόγο νιώθει μειονεκτικά απέναντί μας ή θέλει να κρύψει τη δική του δυστυχία, θα μπορούσαμε εν μέρει να δικαιολογήσουμε μια ανάλογη συμπεριφορά, ίσως ακόμα και να τη συγχωρήσουμε -σε περίπτωση που μιλάμε για έναν ανάλαφρο σχολιασμό. Γιατί οι συκοφαντίες εις βάρος ενός ατόμου δε συγχωρούνται εύκολα. Σ’ αυτό το σενάριο, όπου λέγονται τέρατα για μας, που δεν ισχύουν, θα πάρουμε αποστάσεις από τέτοιους ανθρώπους -είτε κάποτε ήταν συνάδελφοι, είτε σύντροφοι, είτε ακόμα και φίλοι. Δε χρειάζεται να σχολιάσουμε από εκεί και πέρα σε κανέναν για ποιους λόγους απομακρυνθήκαμε, γιατί με αυτόν τον τρόπο δίνουμε δύναμη σε ό,τι μας πλήγωσε.

Σημασία έχει, βέβαια, και το αν γίνεται μπροστά σου ένα κουτσομπολιό ή πίσω απ’ την πλάτη σου. Αλλά και πάλι, και μπροστά σου να γίνεται, αν στα δέκα που ακούς, τα εννιά είναι γεμάτα υπόνοιες και περίεργες διαθέσεις, και πάλι δεν κάθεσαι να ασχοληθείς και να εξηγήσεις. Μακριά!

Πρέπει να προστατεύουμε τους εαυτούς μας, γιατί η ζωή είναι μικρή κι ορισμένοι άνθρωποι –καλώς ή κακώς– δεν έχουν τις καλύτερες προθέσεις. Δε θα ήθελες να βρεθείς σε έναν τέτοιο κυκεώνα κουτσομπολιών. Επίλεξε τη σιωπή, είναι η δύναμή σου κι απομάκρυνε ό,τι δε σου δίνει χαρά κι ηρεμία. Άσε τους άλλους να κρίνουν, ακόμα κι εσένα. Να ξέρεις πως αυτό είναι μια φούσκα που θα σκάσει κάποια στιγμή και θα φανεί ποιος και τι φταίει πραγματικά. Μείνε ένας χαλαρός παρατηρητής κι άσε αυτούς που γουστάρουν να κουτσομπολεύουν να βλέπουν την ευτυχία σου από μακριά!

Συντάκτης: Βασιλική Ασλόγλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη