Πόσες φορές οι σκέψεις μας γυρνάνε στις γλυκές αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων, στο πόσο όμορφα μεγαλώσαμε και στο πόσο ανέμελοι ήμασταν, κάτι το οποίο θα θέλαμε να νιώθουμε τώρα, όπως και τότε, που το μόνο που μας ένοιαζε ήταν να τρέχουμε σε χωράφια, δρόμους, γειτονιές και να παίζουμε κυνηγητό και κρυφτό.

Αποζητούσαμε την προσοχή των μεγάλων χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα κάθε φορά, κάτι όμως το οποίο δε μας πτοούσε και προσπαθούσαμε ακόμη περισσότερο τη δεύτερη φορά με ποικίλους τρόπους. Απ’ το να εξαφανιζόμαστε απ’ το οπτικό τους πεδίο και να τους αναγκάζουμε να μας ψάχνουν, με ανησυχία τις περισσότερες φορές, όπως επίσης και να επιστρατεύουμε όλη μας την γκρίνια προσδοκώντας μόνο τη δική τους προσοχή, που φυσικά προκαλούσε τη δυσανασχέτησή τους.

Άραγε όταν φεύγουμε πια απ’ την παιδική μας ηλικία, πρέπει να αποχαιρετήσουμε μια και καλή την παιδικότητά μας και την ανεμελιά μας λόγω του ότι εισχωρούμε σιγά-σιγά στον κόσμο των ενηλίκων, ή τελικά η ψυχή μας δε θέλει να γνωρίσει το πλήρωμα του χρόνου που η πλειοψηφία του κόσμου προσπαθεί να μας επιβάλλει;

Μπορούμε να ξαναγίνουμε πάλι παιδιά ή κινδυνεύουμε να λογοκριθούμε σαν οι κλόουν που προσφέρουν παράσταση απλόχερα σ’ αυτούς εκεί τους δήθεν σοβαρούς που ξέρουν καλά να χειρίζονται τη ζωή κι έχουν επιτύχει σ’ αυτή; Τι έχει μεγαλύτερη σημασία; Η ενηλικίωσή μας απαιτεί και τον οριστικό και αμετάκλητο αποχαιρετισμό της παιδικότητάς μας;

Η αλήθεια είναι πως μεγαλώνοντας δυσκολεύουν τα πράγματα για εμάς, ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται. Συνειδητοποιούμε πως το να είσαι ενήλικας δεν είναι πάντα εύκολο παρόλο που κάποτε βιαζόμασταν να μεγαλώσουμε, να παίρνουμε περισσότερες πρωτοβουλίες, να αποφασίζουμε για τον εαυτό μας, να έχουμε τη δική μας κρίση και να μην αποφασίζουν άλλοι για εμάς και φυσικά να κάνουμε τις δικές μας επιλογές και να είμαστε υπόλογοι γι’ αυτές.

Μάθαμε πως η ζωή δεν είναι μόνο παιχνίδι, έχει και τις στεναχώριες της, τις δύσκολες στιγμές της, τις αναποδιές της. Εκεί κάπου είναι που θυμόμαστε την παιδική μας ηλικία, πως όταν πέφτουμε, πρέπει αμέσως να σηκωνόμαστε και να το ξεπερνάμε. Αλλά η ωριμότητά μας ως ενήλικες καμιά φορά μας κάνει ακόμη και να συγκρατούμε τα δάκρυά μας, άλλοτε χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.

Κάπου εκεί θυμόμαστε τις ανέμελες εποχές που ήμασταν παιδιά, που κάναμε τις σκανταλιές μας και γελάγαμε όλη την ημέρα, δυνατά, χωρίς να νοιαζόμαστε αν μας κοιτάζει κανείς, χωρίς να έχουμε τη συναίσθηση του μέτρου, του χώρου και του χρόνου και του σταματημού. Μη βρεθούμε να κριθούμε με τη λεξούλα «γελοιότητα», αλλά ποιος νοιάζεται πραγματικά;

Λίγο να κάτσεις μ’ ένα παιδί θα καταλάβεις τη σημασία της ζωής, την παιδικότητα και την αθωότητα που θα δεις στα γλυκά του ματάκια, τη χαρά άνευ λόγου και αιτίας, την ευγνωμοσύνη, την ανακάλυψη και τον εντυπωσιασμό στα μικρά και απλά πράγματα -και τα πιο σημαντικά.

Άραγε υπάρχει ηλικία για να ξανανιώσει κανείς παιδί; Κι αν σου είναι δύσκολο να απαντήσεις στην προηγούμενη ερώτηση να σου θέσω μια καινούργια. Ποιος είπε ότι το τότε ανέμελο παιδί δεν υπάρχει ακόμη μέσα σου; Γιατί να τα κάνουμε όλα με σοβαρότητα στη ζωή μας και ωριμότητα; Αυτό που δεν καταλαβαίνουμε είναι ότι η σοβαρότητα και η ωριμότητα δεν είναι πάντα οι λύσεις, αν καταπιεζόμαστε και κρατάμε πράγματα και συναισθήματα μέσα μας που δεν εξωτερικεύονται.

Και στην τελική, μας έβγαλε πουθενά η σοβαρότητά μας, μας οδήγησε στους δρόμους που πραγματικά επιθυμούσαμε χωρίς να πληγωθούμε; Γιατί ένα παιδί αν πέσει, θα ξανασηκωθεί. Αν κλάψει, θα σκουπίσει μόνο του αμέσως τα δάκρυά του, κι αν του φερθούν με άσχημο τρόπο δε θα αντεπιτεθεί με εκδίκηση, θα θυμώσει και θα πει αυτό που νιώθει στην ψυχούλα του.

Ένα παιδί θα σου αποδείξει πως όλα γίνονται στη ζωή με επιχειρήματα. Εκείνο όμως που θα εντυπωσιάσει τον οποιονδήποτε στη στιγμή είναι που ένα παιδί θα σου αποδείξει πως ο δικός του κόσμος είναι πολύ καλύτερος απ’ τον δικό σου, γιατί εσύ έχεις σοβαρέψει απότομα ενώ εκείνο παραμένει παιδί, κοινώς… Δεν έχει χάσει τον εαυτό του.

Γιατί να μη γελάμε δυνατά με όλο μας το είναι και όλη μας την ψυχή; Θα μας χαρακτηρίσουν γελοίους; Ε και; Εκείνοι που θέλουν να πουν την κακία τους πάντα θα βρίσκουν ψεγάδι, πάντα θα κατακρίνουν και πάντα θα είναι ετοιμοπόλεμοι και δε θα δίνουν, αλλά θα θέλουν να παίρνουν μόνο από εμάς. Αφού λοιπόν η κατάσταση είναι αυτή, εμείς γιατί να κρατάμε τον ήλιο μέσα μας και να μην τον αφήνουμε να ανατείλει; Άσε τους αγέλαστους στη μιζέρια τους.

Γιατί να μην είμαστε κάθε μέρα παιδιά; Γιατί να μη βγάζουμε όλο το φως που υπάρχει στην καρδιά μας με το φόβο, μήπως πληγωθούμε στο μέλλον μας; Δεν αφηνόμαστε στη ζωή μ’ αυτόν τον τρόπο παρά κρατιόμαστε δέσμιοι των φόβων μας και των ανασφαλειών μας που έχουν παρεισφρήσει μέσα μας.

Αν το θελήσουμε, ειλικρινά δεν υπάρχει ηλικία που να μπορούμε να ξανανιώσουμε παιδιά. Για την ακρίβεια, πρέπει κάθε μέρα να το υιοθετούμε και να βλέπουμε κάποια πράγματα πιο ανάλαφρα. Δεν υπάρχει το πλήρωμα του χρόνου στην ψυχή μας και στην καρδιά μας, μόνο αν το θελήσουμε εμείς. Και φυσικά, αν θέλουμε, μπορούμε να φέρουμε την παιδική μας ηλικία στην ενήλικη ζωή μας, γιατί μόνο έτσι θα υπάρχει ελπίδα να είμαστε ευτυχισμένοι.

Συντάκτης: Βασιλική Ασλόγλου
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου