Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο ότι το φλερτ, ο έρωτας αλλά κι η σύναψη και σύσταση σχέσης, έχουν αλλάξει συθέμελα, εξαιτίας της περίοπτης θέσης που οι περισσότεροι δώσαμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάθε μορφής. Είναι επίσης βέβαιο ότι το να γνωρίσουμε κάποιον, ακόμα και στην άλλη άκρη της γης, έχει απλουστευθεί σε υπερβολικό βαθμό χάρη στα παραπάνω μέσα κι εφαρμογές.

Πολλές λοιπόν είναι οι φορές που κάποιοι από εμάς καταφύγαμε στην ευκολία της χρήσης μιας εφαρμογής με σκοπό να ξεγελάσουμε τη μοναξιά μας, θεωρώντας ότι το να μιλήσουμε με κάποιον, να φλερτάρουμε λίγο νιώθοντας ότι είμαστε ακόμα στο παιχνίδι ή -γιατί όχι;- να συναντηθούμε από κοντά θα μας βοηθήσει. Καθένας μας καταφεύγει πιθανόν σε μια τέτοια κίνηση με το ίδιο κίνητρο -της μοναξιάς-  αλλά με διαφορετική ανάγκη έκφρασής του. Άλλοι ζητούν σχέση, άλλοι απλώς τη χαρά του φλερτ και κάποιοι καθαρά σαρκική επαφή. Το ίδιο όμως συμβαίνει και στις σχέσεις που ξεκινούν με τον κλασικό τρόπο γνωριμιών.

Μπορεί όμως κάποια στιγμή να βρεθούμε αντιμέτωποι μ’ ένα αθώο ζευγάρι μάτια που μας κοιτά και μας ρωτά «Μαμά, μπαμπά πώς γνωριστήκατε;». Κάποιους από εμάς λοιπόν μας λούζει κρύος ιδρώτας και μόνο στη σκέψη αυτής της στιγμής. Πώς θα εξηγήσουμε σ’ ένα τρυφερό πλάσμα ότι η μαμά κι ο μπαμπάς γνωρίστηκαν μέσω σόσιαλ, πολύ πιθανόν με αρχικό σκοπό την ερωτική επαφή -ασχέτως πώς κατέληξε στην πορεία;

 

 

Η απάντηση δεν είναι απλή και εγώ δεν είμαι ούτε ψυχολόγος ούτε παιδοψυχολόγος. Η διαχείριση της πιθανής ενοχικής αντίδρασής μας είναι πολύ πιο απλή απ’ ότι φανταζόμαστε, αφού όσο κι αν άλλαξε ο τρόπος έκφρασης κάποιων πτυχών της ζωής μας, οι βασικές αρχές που τις διέπουν μένουν ίδιες κι απαράλλαχτες.

Σε κάθε νέα γνωριμία, είτε ξεκίνησε διά ζώσης είτε μέσα από μια εφαρμογή, κάτι μας τραβάει σε έναν σύντροφο, τόσο στην εξωτερική εμφάνιση όσο και στη γενικότερη αύρα, συμπεριφορά και χημεία. Συνεπώς ο τρόπος επιλογής συντρόφου ή ερωτικού παρτενέρ δεν αλλάζει, αφού τα κριτήριά μας δεν επηρεάζονται από τον τρόπο γνωριμίας. Επίσης δεν αλλάζει ο τρόπος έκφρασης του κινήτρου, δηλαδή το τι ζητάμε από κάθε γνωριμία. Αν σκοπός μας είναι να βρούμε κάτι χαλαρό και καθαρά σαρκικό αυτή την περίοδο, αυτό ακριβώς ψάχνουμε, είτε θέλουμε να το ωραιοποιήσουμε είτε όχι. Αν σκοπός μας είναι να βρούμε έναν άνθρωπο, στον οποίο επιθυμούμε να επενδύσουμε συναισθηματικά, ψάχνουμε για ένα πρόσωπο που μπορεί να μας προσφέρει αυτό που θέλουμε. Κανένας ποτέ δε μας διαβεβαίωσε ότι ο αρχικός σκοπός μας θα μείνει αλώβητος, αφού πολλές είναι οι περιπτώσεις που ξεκινήσαμε κάτι χαλαρό και στη συνέχεια αναπτύξαμε συναισθήματα και καταλήξαμε σε σχέση. Μπορεί βέβαια να συνέβη και το αντίθετο, να ξεκινήσαμε δηλαδή μια σχέση με από κοινού δεσμεύσεις και να κατέληξε σε κάτι χαλαρό ή να μην προχώρησε.

Με λίγα λόγια, το ότι δημιουργήθηκαν εφαρμογές που διευκολύνουν κατά πολύ και για διάφορους λόγους τις γνωριμίες μεταξύ ανθρώπων, δε σημαίνει ότι πρέπει να τις δαιμονοποιήσουμε κιόλας, αποφεύγοντας διπλωματικά να μιλάμε για αυτό. Αν εμείς δε θίγουμε το θέμα από φόβο κι ανασφάλεια ή φοβόμαστε να παραδεχτούμε τις ανθρώπινες ανάγκες μας, τις οποίες καλύπτουμε διαφορετικά ανά περιόδους, υποκύπτοντας σε διαχρονικά στερεότυπα και ταμπού, είναι δικό μας λάθος κι όχι της όποιας εφαρμογής.

Ένα παιδί λοιπόν, όταν θα μας κοιτάξει στα μάτια και θα μας ρωτήσει πώς γνωριστήκαμε έχει στο μυαλό του και στην ψυχή του μόνο αγνά συναισθήματα και κίνητρα και το τελευταίο που θα το απασχολήσει είναι αν έγινε μέσω κοινών γνωστών ή μέσω μιας εφαρμογής.

Συντάκτης: Μαρία Πακιακιό
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.