Ένα από τα βασικότερα θεμέλια μιας ποιοτικής σχέσης -θα το παραδεχτούμε οι περισσότεροι- είναι η ειλικρίνεια και γι’ αυτό την κατατάσσουμε πολύ ψηλά στα κριτήρια επιλογής συντρόφου. Κι έτσι είναι, αφού η έλλειψή της υποδεικνύει κακή επικοινωνία, καταπάτηση προσωπικών ορίων, χώρου και χρόνου, ανόητους κι ανούσιους συμβιβασμούς, με σκοπό την αποφυγή προβλημάτων και την αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Ταυτόχρονα, η απουσία της οδηγεί σε απώλεια της εμπιστοσύνης και συνεπώς σε εξάρσεις ζήλιας, σε συνεχείς καβγάδες και στη μη εξέλιξη της σχέσης, αφού δεν επικοινωνούνται ξεκάθαρα τα όρια κι οι επιθυμίες της μίας ή και των δύο πλευρών.

Και κάπως έτσι, λοιπόν, καταλήγουμε να θεωρούμε πως η ειλικρίνεια είναι απαραίτητο στοιχείο για να πετύχει μια σχέση. Πόσο σίγουροι είμαστε όμως ότι εννοούμε ουσιαστικά την παραπάνω δήλωση; Είμαστε όντως σε θέση ν’ ακούσουμε ό,τι έχει να μας πει ο σύντροφός μας; Ας μη βιαστούμε ν’ απαντήσουμε καταφατικά γιατί ξέρουμε όλοι ότι καλή η ειλικρίνεια, αλλά πολλές φορές μάς ξεβολεύει, μας ταρακουνά και μας φέρνει αντιμέτωπους με φοβίες, ανασφάλειες και παρελθοντικές πληγές. Τι, όχι;

Πώς πιστεύετε θ’ αντιδρούσαμε αν ο σύντροφός μας -στα πλαίσια της καλής κι ειλικρινούς επικοινωνίας- μας ανακοίνωνε ότι έχει ενθουσιαστεί μ’ έναν άλλον άνθρωπο και προσπαθεί να το διαχειριστεί, γιατί όντως δε θέλει να χαλάσει αυτό που έχουμε; Θα ήμασταν σε θέση ν’ ακούσουμε τη συνέχεια αυτής της ανακοίνωσης και να διαχειριστούμε ώριμα τα συναισθήματα που θα μας προκαλούσε; Ας μη βιαστούμε και πάλι ν’ απαντήσουμε -αρνητικά αυτή τη φορά.

Πράγματι, μια τέτοια δήλωση αρχικά είναι ικανή να μας μουδιάσει, να μας σαστίσει και να μας κάνει να νιώσουμε πως υποχωρεί η γη κάτω από τα πόδια μας. Στο άκουσμά της, έρχονται στην επιφάνεια οι φοβίες μας που ποτέ δεν ταυτίστηκαν με την πραγματικότητα, αλλά κι οι φοβίες μας που ταυτίστηκαν μ’ αυτήν και μετατράπηκαν σε ανασφάλειες και πληγές. Πλάθουμε στο μυαλό μας τα πιο ακραία σενάρια κι ας μας δήλωσε το ταίρι μας ότι δεν υφίσταται απιστία -τουλάχιστον σαρκική. Θεωρούμε δεδομένο ότι έχουμε ήδη χάσει τον άνθρωπό μας εξ’ αιτίας κάποιου τρίτου, με αποτέλεσμα ν’ αντιδράσουμε σπασμωδικά, παρορμητικά και με οδηγό τον εγωισμό μας.

Μόλις συνέλθουμε, λοιπόν, από το πρώτο σοκ, οι φωνές, τα νεύρα κι οι αλλεπάλληλοι τσακωμοί είναι αναπόφευκτοι, αφού χωρίς ψυχραιμία θέτουμε τη μία ερώτηση πίσω από την άλλη -σχετικά με το τρίτο πρόσωπο-, ώστε να εκτιμήσουμε το μέγεθος της ζημιάς. Ο σύντροφός μας κατά πάσα πιθανότητα θ’ απαντήσει και σ’ αυτές ειλικρινά -εδώ βρήκε το θάρρος να κάνει αυτό που σχεδόν όλοι αποφεύγουμε-, ενώ εμείς μάλλον δε θ’ απολαύσουμε ούτε θα εκτιμήσουμε για ακόμη μια φορά την αρετή της ειλικρίνειας.

 

Πόσο ασφαλής αισθάνεσαι στη σχέση σου;

Κάνε τώρα το τεστ!

%cf%81%ce%b5

 

Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι έχουμε φτάσει σε τέτοιο βαθμό συναισθηματικής ωριμότητας και μπορούμε να διαχειριστούμε ψύχραιμα την παραπάνω κατάσταση, δεν υπάρχει περίπτωση να μη λυγίσουμε και να μη σπάσουμε στη συνέχεια. Γιατί; Γιατί πολύ απλά για να έφτασε το ταίρι μας να ενθουσιαστεί σημαίνει ότι έχει καθημερινή επικοινωνία με το πρόσωπο στη δουλειά, στα μαθήματα, στα social. Κι εμείς κάθε φορά που θα φεύγει από το σπίτι και θα γνωρίζουμε ότι αναγκαστικά θα βρεθούν, θα βράζουμε στο ζουμί μας. Κάθε φορά που το ταίρι μας θα πιάνει το κινητό θα είμαστε σίγουροι ότι μιλά μ’ αυτό το άτομο. Πόσο, λοιπόν, θα μπορέσουμε να παραμείνουμε ψύχραιμοι και πολιτισμένοι;

Πολλοί από εμάς, λοιπόν, θα βιαστούν να πουν ότι αυτό είναι αιτία χωρισμού, είτε γιατί στο μυαλό μας θεωρείται απιστία, είτε γιατί θεωρούμε άδικο να μπούμε στην παραπάνω διαδικασία. Κι είναι απόλυτα φυσιολογικό από τη μία, αφού κανείς δεν αγαπά να ξεχειλίζει από ζήλια, ανασφάλειες, φοβίες κι αστάθεια. Όμως, από την άλλη, η ειλικρίνεια δεν ήταν αυτή που αποζητούσαμε σαν τρελοί;

Μήπως τελικά σε μια τέτοια περίπτωση θα ήταν προτιμότερο να μη γνωρίζουμε τίποτα απολύτως κι απλώς, είτε να συνεχιστεί κανονικά η σχέση μας, είτε να μας έρθει η ανακοίνωση του χωρισμού σαν κεραυνός εν αιθρία; Στην πρώτη περίπτωση μπορεί να είμαστε θύματα απιστίας αλλά να μην το μάθουμε ποτέ, έχοντας ήσυχο το κεφάλι μας, ενώ στη δεύτερη περίπτωση τα πράγματα είναι λίγο-πολύ γνωστά.

Τι είναι προτιμότερο, λοιπόν, να γνωρίζουμε τα πάντα, ώστε ν’ αντιδράσουμε, να διεκδικήσουμε κι ίσως να σώσουμε τη σχέση μας ή να μη γνωρίζουμε τίποτα και να ερχόμαστε ξαφνικά προ τετελεσμένων γεγονότων; Η απάντηση είναι μία. Είτε με τον έναν τρόπο είτε με τον άλλον, εάν όντως επιθυμούμε να σώσουμε τη σχέση μας θα το κάνουμε με όποια συνέπεια. Αν πάλι δεν έχουμε την επιλογή ή τις αντοχές, θ’ αποχωρήσουμε με τον πόνο μας ανά χείρας.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαρία Πακιακιό