Είναι και εκείνες οι ημέρες που βγαίνεις να διασκεδάσεις, αλλά δε θέλεις να βάλεις αλκοόλ στο στόμα σου και παραγγέλνεις οτιδήποτε άλλο, λέγοντας το κλασικό «παίρνω αντιβίωση» ενώ η παρέα σου σε κοιτάει λες και είσαι εξωγήινος.

Και αλίμονο. Δεν είναι ότι σε έχουν συνηθίσει ως «νεροχύτη», αλλά απορούν πώς θα έρθεις στο κατάλληλο mood χωρίς να κυλήσει δράμι αλκοόλ στις φλέβες σου. Λες και αποτελεί το εισιτήριο μιας γαμάτης συναυλίας που εσύ θα έχεις την ατυχία να παρακολουθήσεις σε αναμετάδοση.

Δυστυχώς η διασκέδαση στο μυαλό των περισσοτέρων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κατανάλωση αλκοόλ.
Και εντάξει, το να πιεις ένα-δύο ποτά που θα σε χαλαρώσουν, θα λύσουν λίγο παραπάνω τη γλώσσα σου και θα σε φέρουν στο τσακίρ κέφι, το δέχομαι.
Το να ξεπερνάς όμως τα όρια σου κατεβάζοντας όλο το Βόσπορο, ειλικρινά δεν το καταλαβαίνω. Χαλάς τον εαυτό σου και είμαι σίγουρη πως θα συμφωνήσεις μαζί μου, αν σκεφτείς το επακόλουθο μια τέτοιας κραιπάλης. Και θα σου φέρω ένα παράδειγμα.

Καν΄το εικόνα.
Γυρνάς σπίτι κουρούμπελο και ξεκινάει ένα ατελείωτο hangover με το πρωινό της επόμενης ημέρας να σε βρίσκει αγκαλιά με τη λεκάνη της τουαλέτας, ένα κεφάλι καζάνι και πολλά ερωτηματικά.
Πώς βρέθηκες ξαφνικά με δύο πανωφόρια; Το πορτοφόλι σου γιατί έχει περισσότερα χρήματα από όσα είχες πριν βγεις; Και το βασικότερο. Πώς βρέθηκες  σπίτι σου; Σπας το κεφάλι σου, αλλά τίποτα. Πάλι καλά θυμάσαι το όνομά σου δηλαδή.
Κι εκεί που βρίσκεσαι ξάπλα στο κρεβάτι μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και προσπαθώντας, με όση ενέργεια σου έχει απομείνει, να λύσεις το γρίφο, σου έρχεται αναλαμπή να πάρεις το κολλητάρι που ήταν μαζί σου.

Πηγαίνεις στις τελευταίες εξερχόμενες κλήσεις, και παθαίνεις απανωτά εγκεφαλικά. Κλήση στην πρώην σχέση τέσσερις τα ξημερώματα, διάρκειας 10 λεπτών. Μα καλά, τi της έλεγες; Η απάντηση έρχεται λίγο αργότερα μπαίνοντας στα εξερχόμενα μηνύματα. Ώρα αποστολής 04:12 «Έρχομαι από το σπίτι σου. Θέλω να μιλήσουμε από κοντά».
Για να μην τα πολυλογώ αφού αλλάξεις δεκαπέντε χρώματα και μουντζωθείς άλλες τόσες, αναθεματίζεις την ώρα και τη στιγμή που βγήκες.

Κατά τα άλλα, πέρασες σούπερ. Τόσο, που πρέπει να καταχωρήσεις αυτή σου την έξοδο στη λίστα με τις αξιομνημόνευτες.

Όπως καταλαβαίνεις, με το να γίνεσαι πίτα δε φτιάχνεις τις στιγμές σου αλλά τις καταστρέφεις. Μαζί με αυτές και το συκώτι σου.
Παριστάνοντας τον Ορέστη Μακρή, όχι μόνο δε διασκεδάζεις αλλά παίζεις κορώνα-γράμματα τον αυτοσεβασμό σου, κάνοντας πράγματα τα οποία δεν πηγάζουν από εσένα, αλλά από την επίδραση των vol στον οργανισμό σου. Πράγματα για τα οποία, αφού επανέλθεις στην πραγματικότητα μετά την νιρβάνα, κατά πάσα πιθανότητα θα μετανιώσεις.

Για να περάσεις, λοιπόν, καλά και να το ευχαριστηθείς, δε χρειάζεται τίποτα παραπάνω από το να είσαι ο εαυτός σου, καλή παρέα, κουβέντες γεμάτες ανεμελιά και γέλια μετά δακρύων.
Μην αυταπατάσαι. Καμιά βότκα και κανένα ουίσκι δεν μπορεί να τα αντικαταστήσει. Ίσα-ίσα που εξ΄αιτίας τους μπορεί να χαλάσει και ένα ωραίο κλίμα. Ας μην ξεχνάμε πόσες παρεξηγήσεις και τσακωμοί έγιναν στο όνομα μιας φιάλης και μερικών σφηνακίων.

Γι΄αυτό, την επόμενη φορά βγες με διάθεση και για να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο και στη θέση του, μην πιεις.

 

Eπιμέλεια Κειμένου Ειρήνης Τρίγκα: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Ειρήνη Τρίγκα