Έχουν πολλές πτυχές τ’ ανομολόγητα. Αυτά που δεν τόλμησες ποτέ να ξεστομίσεις, από φόβο μήπως και καταφέρουν να σε βυθίσουν στην άβυσσο της αλήθειας τους κι έτσι δεν καταφέρεις να ξεφύγεις. Κι έχει βαλτώσει η ψυχή σου απ’ το βάρος τους. Έχει μείνει η ζωή σου μισή, γιατί δεν τους επέτρεψες ποτέ να βγουν στην επιφάνεια.

Μετατράπηκε η σιωπή σε καθημερινότητά σου και δεν ξέρεις πώς να ζήσεις χωρίς την παρουσία της, παρ’ όλο που κάτι μέσα σου ουρλιάζει και προσπαθεί απεγνωσμένα να ξεφύγει απ’ τη φυλακή της σιγής, όσο χρυσά κι αν είναι τα κάγκελά της. Δε ρίσκαρες για ν’ ακουστείς κι έχεις πληρώσει ακριβά τη σιωπή σου, παρ’ όλο που οι περισσότεροι τη θεωρούν θησαυρό.

Κι έχει παραμείνει το βλέμμα σου στραμμένο προς ένα κενό που δεν μπορείς να γεμίσεις με τίποτα. Ό,τι κι αν κάνεις για ν’ αποτρέψεις τη δυστυχία που σε μουδιάζει –κάθε φορά που οι σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό σου– δε θα διαπεράσεις εύκολα το σκοτάδι, όσο φως κι αν φυλάς στην ψυχή σου. Κάτι που ενισχύει την ανάγκη σου να διορθώσεις ό,τι δεν ταιριάζει με την αισθητική ενός προτύπου που δεν έχεις δημιουργήσει εσύ για τον εαυτό σου, όσο κι αν προσπαθείς να πείσεις τους πάντες για το αντίθετο.

Είναι τόσο εύθραυστη η ευτυχία, ακόμη κι αν αργήσεις να το συνειδητοποιήσεις. Εκεί που πας να γευτείς τη γλυκιά ηδονή της, σου ξεφεύγει μέσα απ’ τα χέρια, χωρίς να ξέρεις το γιατί. Κι ούτε θα το μάθεις ποτέ, πίστεψέ με. Ίσως και να ‘χεις πάρει μια μικρή γεύση της γιατί κατάφερες να ζήσεις στιγμές της. Στιγμές που κατάφεραν να κρατήσουν την ύπαρξή τους ζωντανή μες στην απεραντοσύνη του χρόνου, γιατί τις έζησες με ανθρώπους που αψήφησαν τη λησμονιά με την προσωπικότητά τους. Ανθρώπους αυθόρμητους, αληθινούς και, πάνω απ’ όλα, αναντικατάστατους.

Αν ενδώσεις στην απόγνωση που ξυπνά μέσα σε όλους μας το άγνωστο, δε θα ‘χεις την ευκαιρία να τους γνωρίσεις ή και να γίνεις ένας από αυτούς. Αν επιτρέψεις στον εαυτό σου να κλειστεί μέσα σ’ αυτήν την τεράστια φούσκα ανωριμότητας και συμβιβασμού, που έχει γίνει μόδα στις μέρες μας και καταπιέζει τα πλήθη, θα γίνεις ένα με αυτά. Γιατί θα ‘χεις βρει το καταφύγιό σου στη μετριότητα, συνοδεία μιας αναπόφευκτης απελπισίας που δε θα μπορείς ν’ αντιμετωπίσεις. Γιατί θα ‘χεις βαλτώσει σε μια απρόβλεπτη δυστυχία που ο ίδιος επέλεξες, ελπίζοντας πως τελικά θα σ’ έβγαζε στο ξέφωτο μιας ζωής βγαλμένης απ’ τις πιο κρυφές πτυχές ενός ονείρου που δεν τόλμησες ποτέ να ξεστομίσεις.

Θ’ αναγκάσεις τον εαυτό σου να ταιριάξει τα κομμάτια του σ’ ένα παζλ που δεν αντιπροσωπεύουν εσένα μόνο και μόνο για να διεκδικήσεις το ωραίο που ονειρεύτηκες και πίστεψες πως θα μπορούσαν να σου προσφέρουν απλόχερα δεύτεροι και τρίτοι. Θα βυθιστείς στο τριπάκι μιας παράλογης αλαζονείας που πηγάζει απ’ την αφέλεια με την οποία έμαθες ν’ αντιμετωπίζεις τη φαινομενική τελειότητα που προσφέρουν επιφανειακοί άνθρωποι και δυσμενείς καταστάσεις. Και τελικά, θα σωπάσεις…

Σταμάτα επιτέλους να σπαταλάς το χρόνο σου κυνηγώντας όλα αυτά που θα ‘θελες να έχεις, συμπεριλαμβανομένης μιας ευτυχίας που πίστευες ακράδαντα πως δε θα κατάφερνες να ζήσεις ποτέ, αλλά μπορεί και να προσπέρασες σε μια απεγνωσμένη προσπάθειά σου να τη βρεις στα μέρη που την έχασες. Σταμάτα να εθελοτυφλείς και να παραμένεις βαλτωμένος σε σχέσεις εγωιστικές, μόνο και μόνο για να περιγράφεις τη μαυρίλα τους σ’ όλους όσοι είναι διατεθειμένοι και καλά να σ’ ακούσουν, έτσι για το γαμώτο.

Έχει έρθει η ώρα, λοιπόν, ν’ αφεθείς στο απρόβλεπτο που θ’ ακολουθήσει κάθε βήμα σου προς τη διεκδίκηση των επιθυμιών σου που δεν τόλμησες ποτέ να κυνηγήσεις, γιατί φοβήθηκες μη σε πνίξει η αλήθεια τους. Ν’ απελευθερωθείς απ’ τη σιωπή που σε στοιχειώνει και να γίνεις ένας απ’ αυτούς τους μοναδικούς ανθρώπους που κατάφεραν να χτίσουν εποικοδομητικές σχέσεις πάνω στα θεμέλια μιας αποτυχίας που, τελικά, τους έβγαλε ασπροπρόσωπους.

Να ξεφύγεις απ’ αυτή τη φούσκα ατομικισμού και δηθενιάς, που έχει καταφέρει ν’ αλλοιώσει τις αξίες και τα ιδανικά μιας κοινωνίας που έχει πάψει να μάχεται για το δίκιο της κι απλώς επιβιώνει. Να σηκώσεις το ανάστημά σου στη σιωπή και ν’ ακουστείς, όσο κι αν φοβάσαι την απόρριψη. Ν’ αρπάξεις την ευτυχία απ’ τα μαλλιά και να βρεις ανθρώπους που κατάφεραν να γίνουν η προσωποποίησή της. Καιρός είναι, δε νομίζεις;

Συντάκτης: Έλενα Γεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη