Γελάει, δυνατά και έντονα, ενώ μπορεί η ένταση στη φωνή να κλιμακωθεί, πότε-πότε έχει περίεργες εκφράσεις στο πρόσωπο, αυτοσαρκάζεται ή απαντά λακωνικά, καμιά φορά απαντά με αποφθέγματα, κάνει γκριμάτσες, δε σε κοιτάει και προτιμά να στρέφει το βλέμμα έξω από το παράθυρο, ενώ μπορεί εύκολα να διακωμωδεί την κατάσταση που επικρατεί. Και αν τον γνωρίζεις καλά και καιρό έχει καλώς, γιατί για να είστε φίλοι, συνάδελφοι, ή σύντροφοι μάλλον πλέετε και στην ίδια συχνότητα. Αν όμως είστε στα πρώτα στάδια της γνωριμίας, τότε κατά πάσα πιθανότητα προσπαθείς να ανιχνεύσεις αν αυτές οι αντιδράσεις είναι όντως στάση ζωής με καλή πρόθεση ή όχι. Γίνεται κάποιος να αντιμετωπίζει πάντα τη ζωή με χαμόγελο και χιούμορ ενώ γύρω επικρατεί το χάος, ή είναι λογικό κάτι τέτοιο να παρεξηγηθεί;

Στο δικό σου μυαλό μπορεί να έχουν σχηματιστεί ήδη τα πρώτα αποσιωπητικά και να αιωρούνται στο δωμάτιο σε έναν τρελό χορό υποθέσεων, αφού μπορεί να αρχίζουν οι απορίες να κορυφώνονται για το τι σκέφτεται και πώς αντιδρά αυτός ο άνθρωπος τελικά γενικά στη ζωή του. Δε σε αφήνει να καταλάβεις αν ειρωνεύεται ή αν η συζήτηση του έχει προκαλέσει δυσφορία, εκνευρισμό κι αμηχανία, αν απλά αδιαφορεί ή αν δεν παίρνει τοις μετρητοίς ό,τι του λένε είτε για τον ίδιο είτε για τον υπόλοιπο κόσμο.

Και αν τον παρατηρήσεις καλύτερα, μπορεί να δεις πως ποτέ δεν αποφεύγει απλά ένα συγκεκριμένο βλέμμα, αλλά κάθε βλέμμα και συμπεριφορά που βγάζει αρνητισμό, γιατί απλά και μόνο του χαλάει τον εσωτερικό κόσμο. Κάτι σημαίνει αυτό δε νομίζεις; Γιατί αν είχες στο νου σου πως τα αρνητικά κύματα σκέψης είναι αόρατα, σε πληροφορώ πως είναι τόσο ορατά, τόσο σε διαισθητικό όσο και στο νοητικό επίπεδο, όσο κι ένας έρωτας, ένας βήχας ή ένα σπυράκι στη μέση του κούτελου που και να θέλει δεν μπορεί να κρυφτεί.

Καμιά φορά λοιπόν οι άνθρωποι που δεν αρέσκονται να παίρνουν μέρος ή θέση σε συζητήσεις που για παράδειγμα αφορούν τρίτα άτομα τα οποία απουσιάζουν, ή βρίσκονται στην ίδια παρέα και λογομαχούν μεταξύ τους, δε σημαίνει πως δεν έχουν άποψη και δεν την εκφράζουν ανοιχτά, αλλά έχε στο νου σου πως μπορεί με χιούμορ ή ακόμα και με τη σιωπή τους κάποιες φορές να δηλώνουν πως δε συμφωνούν με τον τρόπο που ορισμένα πράγματα θίγονται ή υπονοούνται.

Ίσως βέβαια να μην τους ενδιαφέρει και πολύ τι γνώμη θα σχηματίσουν για τους ίδιους και να είναι και ένας εύκολος τρόπος να απομακρύνουν όσους νιώθουν πως τελικά επιλέγουν να προσπαθούν να ασκήσουν μια χειριστική επιρροή πάνω τους. Οπότε μη νομίζεις πως η πιο ανέμελη και ευδιάθετη αντίδραση στο άκουσμα πικρόχολων σχολίων, σημαίνει απαραίτητα πως δεν έχουν φιλτράρει ή δεν έχει γίνει και πρώτη και δεύτερη ανάγνωση. Ίσα-ίσα που μπορεί αυτές οι αντιδράσεις να δηλώνουν όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται πως δεν ανήκουν στην ίδια παρέα. Ο Γάλλος ψυχολόγος Jil Eric Molinier εκφράζει την άποψη ότι: «η ευδιαθεσία δεν είναι μια μορφή στείρας αδράνειας, ένα είδος ανέκφραστης αποχαύνωσης, ούτε ένα δείγμα ακατάσχετης ιλαρότητας. Αντιθέτως, εδράζεται στην απόφαση και τη δράση: την απόφαση να διαλέξεις τη διάθεσή σου και τη δράση που στοχεύει στην αισιοδοξία των ανθρωπίνων σχέσεων και στη διαρκή βελτίωση της καθημερινότητας»

Μπορεί ο τίτλος του αδιάφορου ή επιπόλαιου να τους δοθεί εύκολα, ακόμα και σε μία νύχτα, αλλά ποτέ δεν πρόκειται να κουβαλήσουν τον τίτλο του ατόμου που έχει ένα μόνιμο αρνητισμό για το παρελθόν και απαισιοδοξία για το μέλλον, ή εκείνου που έχει επικριτικό ύφος, που υποτιμά συμπεριφορές κι ανθρώπους, που φανερώνει ζήλια και ανταγωνισμό απέναντι στους άλλους, που γκρινιάζει συνεχώς αλλά και που αντιδρά τις περισσότερες φορές με δραματικό τρόπο.

Αυτός που έχει φιλοσοφήσει με ένα διαφορετικό τρόπο τη ζωή του, είναι εξωστρεφής και δημιουργεί ευχάριστα συναισθήματα, προκαλεί και μοιράζεται το γέλιο με τους υπόλοιπους ανθρώπους κάνοντας σημαία το χιούμορ, δεν τον ενδιαφέρει αν γίνεται πόλος έλξης και συναναστροφής, αλλά τον νοιάζει να κρατά δίπλα του όσους μπορούν να τον κατανοήσουν. Προτιμά να έχει μια θετική στάση ζωής, να μειώνει τις όποιες εντάσεις υπάρχουν γύρω του και να τις αντιμετωπίζει με εύθυμη διάθεση.

Συντάκτης: Μαίρη Περγάμαλη
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη