Έχει αλλάξει ο τρόπος που σε κοιτάω. Εσύ τον έχεις αλλάξει, τον τελευταίο καιρό. Κι έχει αλλάξει, γιατί η καθημερινότητά μου έχει ξεφύγει απ’ τα δίχτυα της ρουτίνας, έχει γίνει πιο ελεύθερη, πιο αυθόρμητη, πιο ανισόρροπη. Είναι ωραίο να ζεις ανισόρροπα. Περιέχει τρέλα, έκπληξη κι αγωνία. Εσύ φταις για όλα αυτά. Μόνο εσύ και το μυαλό μου, που αρχίζει και καταλαβαίνει πόσο ερωτευμένο είναι μαζί σου. Για την ακρίβεια, πόσο ερωτευμένο είναι με τη συμπεριφορά σου κι όλες αυτές τις μικρές κινήσεις που κάνεις χωρίς να καταλαβαίνεις. Αυτές είναι που με τρελαίνουν. 

Πόσο μ’ αρέσει ο τρόπος που δαγκώνεις τα χείλη σου. Αυτή σου η κίνηση μπορεί να με κάνει να σου συγχωρέσω τα πάντα. Απ’ αυτήν κρέμομαι. Σαν να έχεις την καρδιά μου να αιωρείται και την ελέγχεις απόλυτα, μόνο με μία σου κίνηση. Κι άντε τώρα να απαντήσεις, όταν σε ρωτάνε οι φίλοι σου «πόσο ερωτευμένος είσαι». Όσο συνεχίζεις να τα δαγκώνεις, τόσο περισσότερο θα είμαι. Απλό. Μα δεν εξηγείται με λόγια. Πόσο μ’αρέσει όταν παίζεις μ’ αυτά, άθελά σου. Σε ένα μόνο δευτερόλεπτο, μου επιβεβαιώνεις το πόσο σε θέλω.

Πόσο μ’αρέσει όταν κάνεις δουλειές του σπιτιού. Και πιάνεις τα μαλλιά σου, ημίγυμνη κι αρχίζεις να γίνεσαι αυστηρή. Και θες να δείξεις υπευθυνότητα, θες να δείξεις γυναίκα. Εκεί σε θέλω λίγο ακόμη. Και ξεκινάς να τα κάνεις άνω-κάτω, να μαγειρεύεις, να ξεσκονίζεις, να απλώνεις ρούχα. Δε χορταίνω να σε βλέπω. Θα σου κάνω το σπίτι χάλια, για να έχω αυτό το θέαμα μόνο για μένα. Γίνεσαι τόσο σέξι, χωρίς να το ξέρεις, απλά και μόνο επειδή κινείσαι στο χώρο. Κι αυτό είναι το καλύτερο. 

Ακόμη και στον ύπνο σου, με κάνεις ό,τι θες. Με δεσμεύεις, χωρίς να το επιδιώκεις. Με τον τρόπο που κρατάς το μαξιλάρι σου και ξαπλώνεις. Με τον τρόπο που κοιμάσαι. Κάθομαι ξύπνιος και σε παρατηρώ. Από κοντά, από πολύ κοντά, να βρω κι άλλα σημάδια σου να έχω να σκέφτομαι. Σε κοιτάω τόσο προσεκτικά. Είσαι τόσο όμορφη όταν κοιμάσαι. Κι όταν σε χαϊδεύω και τινάζεσαι, το κάνεις ακόμα καλύτερο. Κοιμάμαι με το άγχος να ξυπνήσω πρώτος. Για να έχω το χρόνο να σε απολαύσω. Είσαι η πολυτέλειά μου. 

Σου είπα γι’ αυτές τις μικρές λεπτομέρειες, αυτές τις μικρές σου κινήσεις που με κάνουν να σε σκέφτομαι συνέχεια. Τα δάχτυλά σου κι ο τρόπος που πιάνεις τα πράγματα, είναι μία απ’ αυτές. Κάθομαι στην κουζίνα και σε βλέπω να μεταφέρεις τα ποτήρια, τα μαχαιροπίρουνα. Να πιάνεις αντικείμενα και να παίζεις μαζί τους, νευρικά, μα γλυκά. Με έχεις περάσει για τρελό, το ξέρω, το αισθάνομαι. Να είσαι βέβαιη, όμως, πως όσο εσύ κουνάς μ’ αυτό τον τρόπο τα δάχτυλά σου, τόσο εγώ θα σε φαντασιώνομαι. 

Και τώρα, πάμε στα βαριά, γιατί αυτά ήταν μόνο η αρχή. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τον τρόπο που χαμηλώνεις το βλέμμα σου, όταν θες να το παίξεις αθώα. Με τον τρόπο που χαμηλώνεις τα φρύδια σου και κλείνεις τα μάτια σου, όταν θες να γίνεις γλυκιά. Εκεί, με κάνεις ό,τι θες. Κι εγώ, ίσα που έχω τη δύναμη να σε πιάσω και να σε φιλήσω. Τόσο σπαράζεις την καρδιά μου όταν το κάνεις αυτό. Πώς να σου κρατήσω κακία, μετά; Όταν εσύ η ίδια ξέρεις πως οτιδήποτε κι αν κάνεις, έχεις αυτό το όπλο, για να με ηρεμήσεις. 

Και τι να πρωτοπώ για τα μαλλιά σου. Τι να κάτσω να εξηγήσω με λόγια; Ο τρόπος που τα μαζεύεις απ’ τη μία μεριά, ο τρόπος που τα σηκώνεις για να τ’ αφήσεις πάλι κάτω, ο τρόπος που παίζεις μαζί τους. Αυτή σου η συνήθεια, αυτή σου η αφέλεια, μου δείχνει συνέχεια πόσο αγαθή είσαι. Το άρωμά τους το θέλω για μένα. Δικό μου. Θέλω να τα χαϊδεύω, να τα πειράζω, να τα τραβάω. Είναι μεγάλο κομμάτι για μένα τα μαλλιά σου. 

Το χειρότερο, όμως, δεν είναι ότι αυτές σου οι συνήθειες κάνουν τις κόρες των ματιών μου να διαστέλλονται. Το χειρότερο δεν είναι ότι με τις κινήσεις σου αυτές σε ερωτεύομαι μέρα με τη μέρα, πιο πολύ. Δεν είναι, ακόμη, ότι η συμπεριφορά σου αυτή έχει γίνει το οξυγόνο μου, το ναρκωτικό μου. Το χειρότερο είναι πως το ξέρεις. Το ξέρεις ότι με κάνεις ό,τι θες, το ξέρεις ότι με τρελαίνεις, το ξέρεις πως είμαι εθισμένος σε σένα. Και το χρησιμοποιείς προς όφελός σου. Δεν έχω παράπονο, όμως. Γιατί αυτά που παίρνω εγώ από σένα δεν είναι μετρήσιμα.

Είναι ανεξάντλητα, είναι τα πάντα. 

Συντάκτης: Γιώργος Καραβιώτης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου