Μερικά πρωινά αισθάνεσαι ότι υπάρχει κάτι βαθύτερο που θα μπορούσες να είσαι μέρος τους. Νιώθεις την έλξη προς κάτι, αλλά δεν μπορείς να το βρεις και να το υλοποιήσεις. Θυμάσαι ιστορίες που δεν είχες καταλάβει ότι υπάρχουν ακόμη στη μνήμη σου και κάπου εκεί γεννώνται τα πρώτα ερωτήματά σου. Ερωτήματα ενδοσκοπικά ή ακόμη κι επιφανειακά με άλλον τρόπο σκέψης πια. Κύριοι πρωταγωνιστές είναι ο «εαυτός» κι οι «άλλοι». Ή ο άλλος.
Ο συγκεκριμένος αυτός «άλλος» που φρόντισε να έρθει όπως έπρεπε και κατάφερε ν’ αλλάξει την κοσμοθεωρία σου είτε γιατί προσπάθησε αυτός να σε αλλάξει, είτε γιατί είχες εσύ ανάγκη ν’ αποκτήσεις ένα κομμάτι απ’ αυτόν. Μια υγιής σχέση, σκέφτομαι, μέσα στη δίνη του έρωτα, έχει ένα πολύ σημαντικό ρόλο να επιτελέσει, να σ’ αλλάξει προς το καλύτερο, να σε ωθήσει στην εξέλιξη, στην πρόοδο, στην ευτυχία.
Κι αυτή είναι μια ανάγκη προσωπική του καθενός κι ένα ζητούμενο και των δύο. Η μετάλλαξη. Οποιαδήποτε μεταβολή μπορεί να συμβεί στον κώδικα ενός οργανισμού. Δύο άνθρωποι ανεξάρτητοι, που μοιράζονται πλέον όσα μέχρι σήμερα κρατούσαν γι’ αυτούς. Σε τέτοιες μεταλλάξεις αναφέρομαι, κοσμοϊστορικές και ανεπαίσθητες, χωρίς να περάσουν από εκλογικεύσεις και διαλογισμούς.
Και κάθε μέρα κέρδιζα αυτές τις ευκαιρίες. Να με αγαπήσω, όπως ακριβώς μου αξίζει. Να ανοιχτώ στο νέο παλεύοντας και να μη φοβάμαι. Να καδράρω τα κακώς κείμενα του παρελθόντος και να μην τα ξαναπειράξω ποτέ απ’ τον τοίχο μου. Μέχρι να γεμίσω φως τόσο, ώστε να φτάσω στο σημείο να είμαι αυτόφωτη κι εσύ να μην τρομάζεις. Να είμαι χαρούμενη που είσαι εκεί, να με καμαρώνεις και να με εμψυχώνεις να συνεχίσω.
Κι η χαρά είναι μεγάλο πράγμα. Γιατί μου αρέσει ν’ ακούω το εκκωφαντικό γέλιο μου, γιατί μου είχε λείψει ο ήχος του. Εκκωφαντικός, γιατί ακριβώς είμαι ελεύθερη κι εσύ ήσουν η ελεύθερη επιλογή μου, χωρίς να πρέπει να ακολουθώ κανένα είδους πρωτόκολλο, χωρίς να με σέρνει η σχέση σε τριπάκια συμπεριφορών ξένα από εμένα. Γιατί με κοιτάς και ξέρω.
Ξέρω πως αν πέσω, είσαι εκεί να με σηκώσεις. Όταν φοβάμαι, είσαι εκεί να μου καταρρίψεις κάθε φοβία. Και φοβάμαι για πολλά. Δε φοβάμαι μόνο να τσαλακωθώ μπροστά σου, γιατί ξέρω ότι μπορείς να συνεχίσεις να με βλέπεις ολόκληρη. Γι’ αυτό το λόγο μαζί σου έκανα πέρα τις άμυνές μου και σ’ άφησα να δεις τα σκοτάδια μου. Γιατί ήξερα ότι θα ερωτευθείς τον καθρέφτη μου. Και δε φοβάμαι αν με θέλεις λιγότερο ή περισσότερο.
Ούτε φοβάμαι τώρα που δεν είσαι εδώ. Έπρεπε να φύγεις κι όφειλα κι εγώ να σε στηρίξω σ’ αυτήν την επιλογή, όσο κι αν μου στοίχισε. Όσα χιλιόμετρα κι αν μας χωρίζουν, παραμένουμε ελεύθεροι και μαζί ταυτόχρονα, γιατί σεβόμαστε τις επιλογές μας με όποιο κόστος. Όφειλα να σε πάρω απ’ το χέρι και να σου πω «ξεκίνα» και να σ’ αφήσω να φύγεις χωρίς κανένα δισταγμό.
Μια υγιής, ανθρώπινη σχέση, χωρίς βία, χωρίς αντιστάσεις. Με θάρρος, έτοιμος για να πεις «είμαι εδώ και θέλω να σ’ ακούσω» με οποιονδήποτε τρόπο, οποιαδήποτε ώρα.
Και μένα αυτό μου δίνει δύναμη. Μου έδωσε, όσα έδωσα και δεν πήρα ποτέ -δεν κρατάω κακία μα είναι η αλήθεια. Κι οι αλήθειες είναι να λέγονται. Αυτές έμαθα να σου τις χαρίζω απλόχερα, γιατί ήξερα ότι θα τις κρατήσεις και δε θα τις ξεπουλήσεις, όσο μακριά ή κοντά βαδίζω από σένα και για όσο. Γιατί δε φοβάμαι πια και σ’ ευχαριστώ.
Επιμέλεια κειμένου Ιωάννας Καμπουρίδου: Νάννου Αναστασία.