Εκείνη τη μέρα που θα κάτσεις να καθαρίσεις όλο το σπίτι, να ξεσκονίσεις κάθε γωνία που πάντα αφήνεις για αύριο, να μαζέψεις τα ασυμμάζευτα. Θα σπαταλήσεις πολλή ώρα ώστε να βεβαιωθείς ότι όλα είναι στην εντέλεια και δε λείπει τίποτα. Πρόκειται για την πρώτη φορά που θα κάνετε το πολυπόθητο sleepover με το ταίρι.

Ακόμα και αν νιώθεις άνετα με το συγκεκριμένο άτομο και ήδη έχετε γνωριστεί εις βάθος και έχετε ανταλλάξει απόψεις, δεν παύει να είναι μια αγχωτική στιγμή και για τις δύο πλευρές, καθώς η πρώτη νύχτα μαζί μπορεί να αποκαλύψει καινούργια πράγματα που δεν μπορούν εύκολα να παρατηρηθούν σε μία έξοδο ή σε μία απλή βόλτα. Πάει το καλό ντύσιμο, πάνε οι καλλωπισμοί, πάνε τα φτιασιδώματα. Εφόσον αποφασίσατε να κοιμηθείτε μαζί, θα δει ο ένας τον άλλον αφιλτράριστο, φυσικό, ανεπιτήδευτο.

Από τη στιγμή που πέφτετε για ύπνο, μόλις ειπωθεί η καληνύχτα, αρχίζουν οι αμφιβολίες και οι σκέψεις. «Πόσο χώρο από το κρεβάτι θα πάρω; Και αν ξεβολευτεί μέσα στη νύχτα; Αν του πάρω όλο το σεντόνι και τον αφήσω ξεσκέπαστο; Ελπίζω να μην του ρίξω άθελά μου καμιά κλωτσιά». Μένεις ξάγρυπνος για αρκετή ώρα υπολογίζοντας με μαθηματική ακρίβεια την κατάλληλη στάση και τον επιτρεπόμενο βαθμό αγγίγματος προς τον σύντροφό σου. «Άραγε θέλει την αγκαλιά ή προτιμά την ελευθερία του στο κρεβάτι; Και αν τον πλησιάσω τόσο και τον γαργαλά η ανάσα μου; Τι θα γίνει αν αρχίσω να ροχαλίζω;».

Και έπειτα έρχεται η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι το ταίρι έχει πέσει ήδη στην αγκαλιά του Μορφέα, άρα έρχεται και η στιγμή σου. Αν ξαγρυπνήσεις ακόμα περισσότερο, δε θα σηκώνεσαι το πρωί. Και δε θες με τίποτα να είναι ο άλλος αυτός που θα ξυπνήσει πρώτος. Εννοείται πως στο μυαλό σου πρέπει εσύ να σηκωθείς πριν τον άλλον, να πλύνεις τα δόντια, να στρώσεις λίγο το μαλλί, να τσεκάρεις αν οι μαύροι κύκλοι σου είναι τόσο τρομακτικοί όσο νομίζεις.

Το μόνο που σκέφτεσαι τώρα είναι να σταματήσει αυτή η εκνευριστική φωνούλα μέσα στο κεφάλι σου που σου δημιουργεί αγωνία για τα πάντα. Μα αυτή δε σταματά και η νύστα δε λέει να έρθει. Και μέσα σ’ όλα αυτά, τώρα χρειάζεται να πας στην τουαλέτα. «Πώς θα το κάνω αυτό χωρίς να ξυπνήσει; Θα ακούσει το καζανάκι; Θα τον ενοχλήσει το νερό που τρέχει; Πρέπει να γίνουν όλα με λεπτότητα». Και συνεχίζει ο χτύπος της καρδιάς όλο και να δυναμώνει.

Τέλος πάντων, τα καταφέρνεις τελικά, τελειώνεις επιτέλους από όλα όσα σου διασπούν την προσοχή και γυρνάς πάλι να τρυπώσεις στο κρεβάτι. Βλέπεις το ταίρι να έχει μείνει ανενόχλητο και ανακουφίζεσαι. Η μόνη σου έγνοια τώρα είναι η γαλήνη που διέπει τον άνθρωπο που κοιμάται δίπλα σου. Τον παρατηρείς. Χωρίς να το καταλάβεις χαμογελάς και συνεχίζεις να τον κοιτάς με ένα βλέμμα διαπεραστικό, μα γεμάτο γλυκύτητα. Μέχρι που υποψιάζεσαι ότι αν ξυπνήσει έτσι ξαφνικά, ο άνθρωπος θα τρομάξει και σε θεωρήσει περίεργο που αντί να κοιμάσαι, κάθεσαι και τον χαζεύεις σαν χάνος.

Η σκέψη αυτή σε ωθεί στο να γυρίσεις πλευρό και να αφεθείς επιτέλους στην άνεση του κρεβατιού. Ό,τι είναι να γίνει θα γίνει. Θα το δείξει το πρωί. Και έτσι όπως χαλαρώνεις, αφήνεις πίσω τις σχεδόν καταπιεστικές ανησυχίες σου και νιώθεις τα βλέφαρα να κλείνουν βαριά, εκεί είναι που ο σύντροφός σου μισοξυπνάει και χωρίς καν να το συνειδητοποιεί αλλάζει στάση και σε παίρνει αγκαλιά. Κουρνιάζεις λοιπόν με τη σειρά σου και ο ύπνος γίνεται πιο απολαυστικός από ποτέ.

Αυτός ο ύπνος που μπορεί να διαρκέσει μόνο μερικές ώρες γιατί ξενυχτήσατε περνώντας καλά και δε θέλατε με τίποτα να λήξει η βραδιά, όμως όταν ξυπνάς το πρωί νιώθεις περιέργως πιο ξεκούραστος από ποτέ. Είναι κυριολεκτικά αυτό που λέμε «κοιμήθηκα σαν πουλάκι». Τόσο ανάλαφρα, τόσο ήρεμα, με πολλή τρυφερότητα και ζεστασιά.

Όσο και αν μας ταλαιπωρούν οι λεπτομέρειες σχετικά με την εμπειρία του πρώτου ύπνου μαζί με το ταίρι μας, τελικά όλα ξεπερνιούνται όταν αισθανθούμε την ασφάλεια που μας προσφέρει ο άλλος άνθρωπος. Κι ο πρώτος αυτός ύπνος, θα είναι η αρχή για πολλούς επόμενους, με ζέστη και με κρύο που θα οδηγούν στο πιο ωραίο ξύπνημα. Γιατί τελικά, όλα τα σημαντικά για ένα ζευγάρι, γίνονται σε ένα κρεβάτι. Πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά.

Συντάκτης: Ίλυα Τρανούδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου