Σε κάθε σχέση, όπως και να ορίζεται για τον καθένα μας αυτή, θα υπάρξουν φορές που θα δυσκολευτείς να εκφράσεις αυτά που αισθάνεσαι στον άνθρωπό σου. Για άλλους η δυσκολία αυτή έρχεται όταν πρόκειται να εξομολογηθούν τον έρωτά τους, για κάποιους άλλους όταν έχουν παράπονα απ’ τη σχέση τους ή ακόμη και προσωπικές ανασφάλειες. Για κάποιους πιο τυχερούς μπορεί να μην έρθει ποτέ η δυσκολία αυτή. Το θέμα είναι τι κάνεις όταν καταφθάσει, αν φυσικά το αντιληφθείς εγκαίρως.

Δυστυχώς, το αποτέλεσμα του να μη μοιράζεσαι τα συναισθήματά σου, να μην μοιράζεσαι τις σκέψεις και τους προβληματισμούς σου είναι το να μη λαμβάνεις απάντηση σε όλα τα παραπάνω. Τι συμβαίνει, όμως, τότε; Τα πράγματα περιπλέκονται, διότι δεν μπορείς να αντισταθείς απ’ το να δώσεις μόνος σου την απάντηση στον εαυτό σου και μάλιστα, τις περισσότερες –αν όχι όλες– φορές, η απάντηση αυτή ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα και με το τι μπορεί να σκέφτεται ο απέναντί σου.

Υπάρχουν περιπτώσεις, όμως, στις οποίες ο λόγος για τον οποίον επιλέγεις να μη μιλήσεις είναι για σένα σημαντικός. Συχνά επιλέγουμε τις σιωπές για να μη χάσουμε κάποιον. Τι θα πει, όμως, «δεν ήθελες να τον χάσεις»; Προσπαθούσες να αποφύγεις με κάθε εφικτό τρόπο να τον κάνεις να αισθανθεί άβολα κι ύστερα να απομακρυνθεί. Για να μη σταματήσεις να τον βλέπεις, να γελάτε, να μοιράζεστε στιγμές.

Κρατάμε ηθελημένα αποστάσεις απ’ τα αισθήματά μας, να μην εκφράσουμε έναν έντονο έρωτα ή τα παράπονά μας, ό,τι θα μπορούσε να τρομάξει έναν άνθρωπο. Φοράμε τη μάσκα μας και παριστάνουμε πως όλα είναι εντάξει κι αλήθεια, ξεγελιόμαστε πως είμαστε, όσο καταλήγουμε αγκαλιά στο ίδιο κρεβάτι.

Όλη αυτή η στάση, τα γεγονότα κι οι συμπεριφορές μας οδηγούν σε μία συνειδητή άρνηση να δούμε το αυτονόητο. Ο εγκέφαλός μας πατάει ένα διακόπτη στην πραγματικότητα κι η φαντασία παίζει πονηρά παιχνίδια. Ερμηνεύουμε κάθε κίνηση, βλέμμα και χαμόγελο κατά πώς θα το θέλαμε. Ακόμα και τις λέξεις παρερμηνεύουμε για να μη δούμε αυτό που δε μας αρέσει.

Πάντα, όμως, ξέρουμε την αλήθεια. Απλώς δεν την παραδεχόμαστε για να μην αναγκαστούμε να αποχωρίσουμε για να μας προστατεύσουμε. Δεν είμαστε έτοιμοι γι’ αυτή την αλλαγή, όχι ακόμα. Θέλουμε τόσο αυτό που έχουμε που το κρατάμε μακριά από κάθε εξωτερικό παράγοντα, ακόμα κι αν αυτός είναι η ίδια η αλήθεια. Ο πόνος, βέβαια, όσο κι αν τον κρύβουμε είναι εκεί και μας περιμένει. Τον κουβαλάμε κάθε μέρα μαζί μας, χωρίς να ξέρουμε το «γιατί», μέχρι που μεγαλώνει τόσο που όσα φοβόμαστε να παραδεχτούμε στον εαυτό μας γίνονται λέξεις.

Τα λόγια, αργά ή γρήγορα, έρχονται. Τώρα κάθε παιχνίδι του μυαλού μας για να προστατεύσουμε ό,τι έχουμε καταρρέει. Το ίδιο κι η εικόνα που επιμέναμε να χτίζουμε για αυτό το άτομο.  Ο πόνος, που κρύβαμε, αποκαλύπτεται, ακόμα και στις ματιές μας. Κι όμως. Θα μπορούσαμε να το είχαμε γλυτώσει όλο αυτό, θα μπορούσαμε να είχαμε πονέσει λιγότερο, τότε που ακόμα δεν είχαμε επενδύσει τόσο πολύ συναισθηματικά. Θα χάναμε στιγμές κι αναμνήσεις, θα κερδίζαμε, όμως, λίγη παραπάνω ζωή.

Δεν υπάρχει λόγος να σκεφτόμαστε τι θα είχε συμβεί αν δεν επιτρέπαμε στο μυαλό μας να παίξει μαζί μας, αν είχαμε μιλήσει εξ αρχής κι ας παίρναμε όποια απάντηση ήταν να πάρουμε. Δε θα βγεις ποτέ χαμένος εκφράζοντας αυτά που σκέφτεσαι στον άνθρωπο με τον οποίο έχεις την τάδε σχέση μαζί του.

Η αλήθεια θα πονάει πάντοτε, ειδικά όταν δε συμβαδίζει με τη δική μας αλήθεια, μα η αργοπορημένη αλήθεια πονάει περισσότερο, εκθετικά περισσότερο.

 

Συντάκτης: Έλενα Παπακώστα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη