Προσωπικά πάντα απορώ με όσους μετά το κέρατο, γυρνούν και βλέπουν στα μάτια τον απατημένο και του λένε ότι τον αγαπάνε. Εκείνους που πράττουν μια απιστία, τους χωρίζω νοητά σε τρεις κατηγορίες:

1) Αυτοί που χωρίζουν με αυτή την αφορμή

2) Αυτοί που συνεχίζουν, εκτιμώντας περισσότερο τον αγαπημένο τους και με τύψεις εκδηλώνοντας περισσότερη αγάπη (δώρα, ταξίδια)

3) Αυτοί που τρέφονται από το κατά συρροήν κέρατο, ζώντας μέσα στην απάτη τους.

Κι αναρωτιέμαι, τι άραγε θα έκανα, αν γνώριζα πως υπάρχει μια απιστία στο περιβάλλον μου, ενώ ο απατημένος δεν έχει ιδέα. Εσύ, τι θα έκανες;

Το βήμα έγινε, το ραντεβού κλείστηκε, η αρπαχτή ξεκίνησε, βέβαια το σχέδιο ήταν να γίνει κρυφά σε ένα ταξίδι και να μην το μάθει κανείς από τους συντρόφους τους. Έγινε η συνεννόηση, όμως τελικά το σχέδιο μαθεύτηκε, η αρπαχτή με αποδείξεις γνωρίζεις ότι θα γίνει ένα βράδυ Πέμπτης, κάποιου Ιουλίου, σ’ ένα μονόκλινο σε κάποιο νησί, όπου οι άπιστοι σύντροφοι θα πάνε -και καλά- για δουλειά.

Το ηθικό θέμα λοιπόν είναι το εξής: Όταν οι δύο άπιστοι θέλουν να συνεχίσουν σαν να μη συμβαίνει κάτι, πληροφορείς τους συντρόφους που ήταν ήσυχοι στα κρεβάτια τους και νόμιζαν ότι οι αγαπημένοι τους εργάζονται σκληρά; Ξεπέρασαν το όριο της συναδελφικότητας. Μίλησαν και στο τηλέφωνο πολύ, ακόμα συνεννοούνται κι ενημερώνουν και προειδοποιούν για τις εξελίξεις. Σύντομα θα βρεθούν ξανά μαζί στο ίδιο νησί και πάλι θα υπάρχει ξενοδοχείο, πάλι θα γίνει η αρπαχτή, που τελικά ίσως να μην είναι και τόσο αρπαχτή. Γιατί το κρυφό ιντριγκάρει και σε ωθεί να το συνεχίζεις. Όμως ακόμα κι αν έχει δικαίωμα να μάθει η άλλη πλευρά ότι την απατούν, είσαι εσύ αυτός που πρέπει να το πεις; Κι εάν ναι, με ποιον τρόπο;

Έχεις άραγε το δικαίωμα να ενημερώσεις εκείνους, που κοιμούται τον ύπνο του δικαίου θεωρώντας ότι το ταίρι τους με τους συναδέλφους ταλαιπωρούνται από τη δουλειά και το πολύ-πολύ να πήγαν και να έκαναν και μια βουτιά στην πισίνα με το που τελείωσαν ή -άντε βρε- να βγήκαν και για ένα ποτάκι, ότι μόνο αυτό δεν κάνουν; Άραγε, πώς επικοινωνείς πως ξέρεις πως είχαν κανονίσει αργά, να βρεθούν στο μονόκλινο, αφού είχαν καληνυχτίσει τους συντρόφους τους, αφού τους έβαζαν για ύπνο, αφού μίλησαν κι έκαναν βιντεοκλήση λέγοντάς τους πόσο πολύ τους αγαπούν και πόσο θα ήθελαν να είναι μαζί τους.

Πληροφορείται, λοιπόν, η άλλη πλευρά ή παραμένει στο σκοτάδι; Άλλοι θα πουν ότι η σχέση έχει προβλήματα, εφόσον υπάρχει κέρατο, και σύντομα με άλλη αφορμή θα διαλυθεί, έτσι κι αλλιώς, οπότε δεν είναι αναγκαίες οι αποκαλύψεις. Άλλοι θα πουν, πως υπάρχει ηθική υποχρέωση και πρέπει να μάθει όποιος δεν ξέρει, για να πάρει αποφάσεις. Με ποιον τρόπο πληροφορούμε, όμως; Με ψεύτικο προφίλ στα σόσιαλ; Με το δικό μας; Με mail; Ανώνυμα, επώνυμα; Μήπως να μην πούμε κάτι; Να αφήσουμε τα πράγματα να πάρουν τη φυσική τους πορεία, να προχωρήσει φυσικά η υπόθεση;

Όταν είσαι μάρτυρας μιας τέτοιας υπόθεσης απιστίας, είναι λες και ξυπνάνε τα κατώτερα αισθήματα για εκδίκηση και δικαιοσύνη. Πώς το διαχειριζόμαστε για να ηρεμήσει η κατάσταση, κανείς δεν ξέρει να απαντήσει. Ενδεχομένως να ευχόμασταν να είμαστε στην άγνοια, όμως δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Και γνωρίζουμε και την αρπαχτή και την παράλληλη σχέση. Ίσως είναι παρήγορο να σκεφτόμαστε πως θα έρθει φυσικά η αποκάλυψη, σε όλες τις πλευρές. Ότι όλες οι πτυχές αυτών που εξαπατούν θα αποκαλυφθούν εν καιρώ. Αυτοί που είναι ειλικρινείς θα ανταμειφθούν στην πράξη κι οι ψεύτες θα ζήσουν την πρακτική συνέπεια.

ΥΓ.: Υπάρχουν πειρασμοί κι είμαστε αδύναμοι, όμως τελικά υπάρχει αγάπη και δέσμευση; Υπάρχει σχέση με μονογαμία;

Συντάκτης: Αιμιλία Λυμπέρη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου