Αλλάζουν οι εποχές, αλλάζουν οι άνθρωποι, αλλάζουν οι προτεραιότητες όλων μας. Ένα πράγμα όμως παραμένει ίδιο, η ανάγκη μας να δούμε φίλους και να συναναστραφούμε με τους δικούς μας ανθρώπους, να γελάσουμε, να χαλαρώσουμε και να περάσουμε όμορφα. Κάποτε ίσως να παρασυρθήκαμε από τη μικρή ή μεγάλη δόση ματαιοδοξίας, που όλοι ανεξαιρέτως κρύβουμε μέσα μας και να είχαμε υποκύψει στο ρεύμα που μας ήθελε από το ένα κλαμπάκι στο άλλο και από το ένα μπουζούκι στο επόμενο. Όλοι μας έχουμε περάσει βράδια που στο τέλος χαρακτηρίσαμε «τζάμπα ξενύχτια».

Ο λόγος πάντα ένας και μοναδικός. Βγαίναμε, γυρνούσαμε από μαγαζί σε μαγαζί, ξοδεύαμε χωρίς δεύτερες σκέψεις, στολιζόμασταν με τα φανταχτερά ρουχαλάκια μας, που αν τύχαινε να ήταν και τα επώνυμα πρώτης σειράς, νιώθαμε ακόμα πιο σπουδαίοι και καταλήγαμε το πρωί σπίτι μας χωρίς πιθανότατα να έχουμε ανταλλάξει καμία σοβαρή κουβέντα με την παρέα μας.
Με τη σφοδρή αλλαγή των καταστάσεων στη ζωή μας, με τον απότομο και πολλές φορές χωρίς επιστροφή, περιορισμό των εσόδων μας, αναγκαστήκαμε να περιορίσουμε εκείνα που κάποτε ίσως να θεωρήσαμε και προτεραιότητες μας.

Ωριμάσαμε απότομα όπως ένα παιδί που ξαφνικά στερείται πράγματα που είχε δεδομένα. Στην αρχή μπορεί να γκρινιάξαμε και να μας κακοφάνηκε, δε μας έκανε κακό όμως. Το ακριβώς αντίθετο θα λέγαμε. Μάθαμε να εκτιμούμε όσα έχουμε και να τα διαφυλάττουμε καλύτερα. Μάθαμε να μην έχουμε ανάγκες επιφανειακές, αλλά να κοιτάμε εκείνες τις βαθύτερες και τις ουσιαστικές. Προσαρμοστήκαμε στα νέα δεδομένα και σε πολλές πτυχές της ζωής μας το γουστάρουμε κιόλας.

Αντί λοιπόν να περνάμε ανούσια βράδια σε μεγάλες πίστες με λουλούδια και αλκοόλ, μαζευόμαστε σε ταβερνάκια με ρετσίνα και μια κιθάρα και γελάμε συζητώντας και τραγουδώντας μέχρι το πρωί. Συναντιόμαστε στα σπίτια μας ξεκινώντας με καφέδες και καταλήγοντας σε κρασιά, γύρω από τη φωτιά που καίει και βγάζοντας τα εσώψυχα μας. Βρισκόμαστε σε παραλίες με τις μπίρες αγκαλιά και γινόμαστε ξανά παιδιά. Βολτάρουμε ακόμα και με το αυτοκίνητο μας, για να νιώσουμε έστω για μισή ωρίτσα να αδειάζει ο νους από τα προβλήματα και την πίεση της καθημερινότητας, με τη μουσική στη διαπασών. Και ξέρετε κάτι; Είναι ωραία! Κατά ένα περίεργο μα υπέροχο τρόπο είμαστε ευτυχισμένοι. Είμαστε γεμάτοι από τις κουβέντες των φίλων μας, από τα γέλια τους και από τα αστεία τους, από τους προβληματισμούς τους και από τις ανησυχίες τους. Είμαστε πλήρης και ούτε κατά διάνοια δε σκεφτήκαμε το «τζάμπα ξενύχτι».

Ισχύει λοιπόν πως η κρίση μας έφερε πιο κοντά και όχι μόνο στον τρόπο διασκέδασης που έχουμε υιοθετήσει μα και στο να σκεφτόμαστε πάντα πως ό,τι έχουμε είναι δώρο και πρέπει να χαίρει της εκτίμησης μας. Μάθαμε να δίνουμε λίγο παραπάνω σημασία στο διπλανό μας και να αφουγκραζόμαστε λίγο περισσότερο τον απέναντι μας. Να σκεφτόμαστε να πετάξουμε το φαγητό, που κάποτε όμως πετούσαμε στα σκουπίδια, γιατί απλά είχε περισσέψει από το μεσημεριανό μας τραπέζι. Να μη δίνουμε ίσως μια περιουσία σε ρούχα, τσάντες και παπούτσια διότι έρχεται στο μυαλό μας πια πως κάποιος άλλος συνάνθρωπός μας, με αυτήν την περιουσία περνάει το μήνα του ολόκληρο ταΐζοντας την οικογένεια του. Τελικά έχουμε γίνει πολύ καλύτεροι και ακόμα περισσότερο συναισθηματικοί μέσα από την πίεση των τελευταίων ετών που όλοι ονομάσαμε κρίση.

Το πιο εντυπωσιακό όμως από όλα είναι ένα και αυτό θα καθορίσει και το μέλλον μας. Όλες αυτές τις αξίες που κάποτε θεωρούσαμε εκ των ουκ άνευ και καταφέραμε να τις αφανίσουμε, τώρα πια τις έχουμε βάλει πρώτες στη σειρά και τις διδάσκουμε στα παιδιά μας. Η ελπίδα λοιπόν ότι αυτός ο κόσμος κάποια στιγμή θα αλλάξει μέσα από τους μικρούς μας ήρωες είναι πια ξεκάθαρη στον ορίζοντα και κανείς δεν μπορεί να την εξαφανίσει πάλι παρά μόνον εμείς οι ίδιοι.

Συντάκτης: Βίβιαν Παναγιώτου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή