Εάν υπάρχει μια λέξη που θα χαρακτήριζε κάπως γλυκόπικρα το «σήμερα», είναι η λέξη «συμβιβασμός». Συμβιβαζόμαστε σε δουλειές για να καταφέρουμε να ζήσουμε αξιοπρεπώς. Συμβιβαζόμαστε στην καθημερινότητα με όσα συμβαίνουν γύρω μας και δεν μπορούμε να αλλάξουμε μονάχα με τη θέληση ή τη διάθεσή μας. Συμβιβαζόμαστε με ένα αβέβαιο μέλλον, προσπαθώντας να δικαιολογήσουμε την ανασφάλεια της όλης πραγματικότητας. Και δυστυχώς η νοοτροπία αυτή έχει εισχωρήσει και στην προσωπική μας ζωή, όπου οι συμβιβασμοί είναι σχεδόν επικίνδυνοι.

Έχουμε υιοθετήσει και εκεί το να μη ζητάμε πολλά και να μην απαιτούμε από τους άλλους, ούτε καν από εμάς τους ίδιους. Να είμαστε ευχαριστημένοι με όσα θέλουν να μας δίνουν, όποτε θέλουν. Ψάχνουμε κάτι που να μας ηρεμεί, αλλά να μη μας συναρπάζει και τόσο, να μην απαιτεί πολλή προσοχή, να είναι ήπιο, λες και μπορούμε να «παραγγείλουμε» έναν έρωτα μέτριο με ολίγη. Γι’ αυτό πολλοί περνάμε τη ζωή μας με άτομα που δεν ταιριάζουμε. Κι όμως γίνεται μια «άτυπη συμφωνία» που κανείς από τους δύο δε θέλει να χαλάσει αυτή τη συνθήκη, μήπως και χρειαστεί να ψάξουμε έναν νέο άνθρωπο να είμαστε μαζί, να κάνουμε μια καινούρια προσπάθεια. Φοβόμαστε πως δε θα έχουμε ούτε τον χρόνο, ούτε την ενέργεια για κάτι τέτοιο.

Είναι σαν να πιστεύουμε πως δεν «προλαβαίνουμε» να ερωτευτούμε κάποιον άλλο ή να αναζητήσουμε και να γνωρίσουμε νέους ανθρώπους. Μπορεί να φοβόμαστε να φύγουμε από την ασφάλεια μιας δεδομένης σχέσης, η οποία δεν είναι απαραίτητο να βασίζεται στην αγάπη αλλά στην αμοιβαία κατανόηση πως και οι δυο στη φάση που βρισκόμαστε ίσως να είμαστε ικανοποιημένοι με αυτό το ατελές που έχουμε. Μπορεί να ακούγεται κατά κάποιο τρόπο «απογοητευτικό» για τον έρωτα όλο αυτό, αλλά θα μπορούσε να εκληφθεί και ως σημείο των καιρών μας.

Όλα κινούνται ταχύρρυθμα, σχεδόν αστραπιαία, που πολλές φορές δεν καταλαβαίνουμε και δε συνειδητοποιούμε πώς βρεθήκαμε στη θέση που είμαστε, πόσο γρήγορα αλλάξαμε και πόσο εύκολα παρατήσαμε ορισμένα πράγματα για να διεκδικήσουμε άλλα. Κάπου εκεί μπορεί η ιδέα του έρωτα να χάθηκε λίγο -όχι ολοκληρωτικά και σίγουρα όχι από όλους-, αλλά είναι πιθανό να άλλαξε και να μετατράπηκε σε κάτι διαφορετικό, κάτι το αλλοιωμένο.

Έτσι, σαν να μην ξέρουμε τι να κάνουμε πλέον με τον έρωτα και τα συναισθήματα που μας γεννώνται, ανήμποροι να τα διαχειριστούμε, μένουμε με άτομα που δε μας ταιριάζουν και δεν τους ταιριάζουμε, όχι επειδή κάποιος από τους δύο είναι λίγος αλλά επειδή τα αισθήματα είναι λίγα. Κάποια στιγμή ρουτινιάζει ο έρωτας αλλά και η καθημερινότητα με τον άλλον άνθρωπο και η αγάπη παύει να είναι το συναίσθημα που μας κάνει να νιώθουμε ασφάλεια.

Τι μας κάνει να μη θέλουμε να προσπαθήσουμε για κάτι πιο όμορφο; Για έναν έρωτα γλυκό κι όχι μέτριο με ολίγη, που θα του αφιερώσουμε χρόνο γιατί δε θα μπορούμε μακριά του, και δε θα πιστεύουμε πως μας στερεί κάποιες απ’ τις διαθέσιμες ώρες μας; Μήπως ήρθε η στιγμή να το ξανασκεφτούμε και να σταματήσουμε να συμβιβαζόμαστε πιστεύοντας πως δε θα βρούμε κάτι καλύτερο; Άλλωστε, αν αυτό που έχουμε ήδη δε μας καλύπτει ποιο το νόημα να του αφιερώνουμε ενέργεια;

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.