Εγκυμοσύνη. Ένα σημαντικό και τεράστιο κεφάλαιο στη ζωή μιας γυναίκας κι ενός ζευγαριού. Αλλάζει όλη σου η ζωή, όχι τόσο με την εγκυμοσύνη όσο με τον ερχομό του μωρού σου βέβαια. Παρ’ όλα αυτά τις αλλαγές αρχίζεις να τις βιώνεις από τους πρώτους κιόλας μήνες του υπέροχου αυτού ταξιδιού. 9 ολόκληρους μήνες φιλοξενείς στο σώμα σου έναν ακόμα άνθρωπο.

Κι όχι απλά φιλοξενείς. 9 μήνες ταΐζεις, μεγαλώνεις και ετοιμάζεις ένα σποράκι το οποίο θα μετατραπεί σε ανθρωπάκι, στον πιο σημαντικό άνθρωπο της ζωής σου συγκεκριμένα. Νιώθεις ήδη τις αλλαγές πριν ακόμη τις ανακαλύψει ο οποιοσδήποτε. Δέχεσαι ευχές και συμβουλές ακόμα κι από αγνώστους, τόσο μπέρδεμα υπάρχει στο μυαλό σου σε σχέση με το τι πρέπει να κάνεις. Όλοι σε διαβεβαιώνουν πως βιώνεις την καλύτερη περίοδο της ζωής σου.

Λοιπόν όποιος το λέει αυτό, ή δεν είναι γυναίκα, ή δεν έχει παιδιά, ή απλώς έχει περάσει στη σφαίρα του φανταστικού. Ναι μεν είναι μια εξαιρετική περίοδος γιατί το γεγονός και μόνο πως δεν είσαι πλέον μόνη και δεν έχεις να σκέφτεσαι μόνο τον εαυτό σου· είναι απίστευτο. Αλλά όχι, δυστυχώς θα στενοχωρήσω πολλούς, διότι δεν είναι η καλύτερη περίοδος στη ζωή μιας γυναίκας η εγκυμοσύνη.

Αρχικά, αν είσαι από τις τυχερές ξεκινάς με εξαιρετικές αναγούλες και ζαλάδες αυτό το υπέροχο ταξίδι. Στομαχικές διαταραχές που μπορούν ακόμα και να σε καθηλώσουν στο μπάνιο για 3 ολόκληρους μήνες. Σ’ ενοχλούν οι μυρωδιές, έχεις αναγούλα. Τρως κάτι, έχεις αναγούλα. Σηκώνεσαι το πρωί από το κρεβάτι και μάντεψε! Ναι, πολύ σωστά μάντεψες, έχεις αναγούλα. Ναι μεν αν είσαι τυχερή όλο αυτό κρατάει μόνο(!) 3 μήνες, διότι υπάρχουν και περιπτώσεις όπου οι αναγούλες απλά δεν υποχώρησαν 9 ολόκληρους μήνες.

Κι αφού περάσει το πρώτο τριμηνάκι κι αρχίσεις επιτέλους να νιώθεις καλύτερα ως έγκυος (εμφανώς έγκυος πια), κάπου εκεί έρχονται κι οι ζαλάδες. Οκ λες, υποφερτό. Το καλό είναι πως πλέον μπορείς να τρως σαν άνθρωπος, χωρίς να επισκέπτεσαι κάθε λίγο την τουαλέτα. Πάλι οι επισκέψεις είναι συχνές βέβαια, αλλά για άλλο λόγο. Το δεύτερο τρίμηνο συγκεκριμένα είναι από τα πιο υποφερτά.

Και πριν καλά καλά χαρείς που βρίσκεσαι στην ευχάριστη θέση ν’ αντικρίζεις κοιλίτσα αλλά και να ζεις φυσιολογικά, σκάει μύτη το τρίτο τρίμηνο. Και ξεκινάμε. Πόνοι στη μέση και στις αρθρώσεις, κράμπες, καούρες, απότομη αύξηση βάρους, αστάθεια και ζαλάδες καλά κρατούν. Από πού να το πιάσεις. Καταλήγεις να φοράς τα ρούχα του συντρόφου σου, γιατί είναι τα μόνα με τα οποία νιώθεις πλέον άνετα, ακόμα κι έξω.

Τα μαξιλάρια έχουν αυξηθεί στο κρεβάτι κι έχουν έρθει όλα στη μεριά σου. Ένα για τη μέση, ένα για τα πόδια, ένα για το κεφάλι. Και πάλι όμως, ύπνος δε σε πιάνει. Εκεί που βολεύεσαι, τσουπ, έρχεται η ανάγκη για τουαλέτα. Αντίο ύπνε λοιπόν. Κάποιες νομίζουν πως «θα κοιμηθώ μόλις γεννήσω.» (Ειρωνικό γέλιο ακούγεται από τα βάθη της κοιλιάς σου.)

Το μπαλονάκι που είχες μπροστά ξαφνικά μετατρέπεται σε μπάλα για pilates και πραγματικά δεν ξέρεις πώς να το διαχειριστείς όλο αυτό. Εύχεσαι απλώς να περάσει γρήγορα ο καιρός και να γεννήσεις επιτέλους. Ειδικά αν έχεις πέσει πάνω σε καλοκαιρινούς μήνες, δεν αντέχεις πάνω σου ούτε πανί να σε καλύπτει, ξέχασα να σου πω για τις εξάψεις.

Κι έρχεται η στιγμή που γεννάς. Και ναι, κάθε πόνος, κάθε νύχτα, μέρα, βδομάδα χωρίς ύπνο, κάθε κλάμα που δεν ήξερες γιατί σου συνέβαινε, πλέον ούτε καν τα θυμάσαι (ναι καλά). Γιατί τι σημασία έχουν όλα’ αυτά μπροστά στο θαύμα της ζωής, θα μου πεις. Καμία εννοείται. Αλλά εκτός από το σώμα σου, αλλάζει και η ψυχολογία σου. Φταίνε κάτι ορμόνες βλέπεις οι οποίες εκτός του ότι σε κάνουν πιο κλαψιάρα δε γίνεται, κάνουν και τον Φρέντι Κρούγκερ να μοιάζει αγγελούδι μπροστά σου.

Παρ’ όλα αυτά, η ζωή συνεχίζεται και θα συνεχίζεται πάντα κι ούτε θα σε ρωτήσει ποτέ. Θα κάνεις ίσως κι άλλα παιδιά, χωρίς να σκέφτεσαι τα άσχημα μιας εγκυμοσύνης. Κι εσύ που δεν έχεις ακόμα παιδιά, μην αγχώνεσαι, είναι μόνο 9 μήνες. Δε θα πω τίποτα για τα επόμενα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν, όσες έχουν παιδιά ξέρουν.

 

Το κείμενο γράφτηκε εν μέσω εγκυμοσύνης και ουδεμία σχέση έχουν τα γραφόμενα με την πραγματικότητα, άτιμες ορμόνες!

Συντάκτης: Χριστίνα Βακαλούμη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου