Σου έχει τύχει άνθρωπος που μετά βίας γνωρίζεστε ή μόλις συστηθήκατε να σου συμπεριφέρεται λες κι έχετε φάει ψωμί κι αλάτι μαζί; Να σε αποκαλεί απ’ την αρχή της γνωριμίας σας «φίλε», «κολλητέ», «αγαπούλα», «γλυκούλα» αναλόγως τι φύλο είσαι, ενίοτε συνοδευόμενα και με την κτητική αντωνυμία «μου»;

Ή ακόμα χειρότερα, να συνοδεύει την παραπάνω φιλική προσέγγιση που ξεπήδησε απ’ το πουθενά, με ασορτί φιλικές χειρονομίες, για παράδειγμα να σε σπρώχνει λέγοντας ένα αστείο ή να σε αγγίζει θέλοντας να δώσει έμφαση σε αυτό που λέει;

Δε σου ‘ρχεται να πεις ένα «Συγγνώμη, γνωριζόμαστε από κάπου»;  Πραγματικά, από πού κι ως πού τόση οικειότητα; Πηγάζει από κάποιο υπερβολικό αυθορμητισμό, κάποια έξτρα αυτοπεποίθηση ή από μια προσπάθεια να δημιουργήσει ο άλλος αμεσότητα και φιλικό κλίμα με το «καλημέρα σας»;

Κι αν εσύ στραβώσεις και τον παρεξηγήσεις; Κι όχι γιατί είσαι απαραίτητα ξινός και στριμμένος, αλλά γιατί ο άλλος σε πιάνει εξαπίνης και γιατί σε υποχρεώνει σε ένα στιλ συζήτησης, με λεξιλόγιο και χειρονομίες, για το οποίο δεν ήσουν έτοιμος ή απλά δε σου αρέσει.

Αν ο φιλικός τύπος δε, αρχίσει και τα πειράγματα μπροστά στον κόσμο ή πικάντικα σχόλια, πέραν του ανάρμοστου του πράγματος, μπορεί να σε κάνει να νιώσεις άβολα και να έρθεις σε πραγματικά δύσκολη θέση. Δε γνωρίζεις πώς να αντιδράσεις, αν πρέπει να γελάσεις με τα αστεία του για να μη φανείς ο περίεργος της υπόθεσης ή να τον βάλεις στη θέση του. Να σου ‘χει τύχει να πρέπει να γελάσεις με το στανιό για να μην προσβάλλεις κάποιον στην ευρύτερη παρέα σου, που δεν ξέρει ότι όλες οι ώρες κι όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι.

Το να σου απευθύνει κάποιος τον λόγο στον ενικό, θεωρητικά άκακο δείγμα οικειότητας, μπορεί  όντως να μην πειράζει, αν είστε πάνω-κάτω στην ίδια ηλικία ή αν έχετε κοινούς φίλους.  Ο ενικός δίνει μια αμεσότητα ενώ ο πληθυντικός κρατάει μια απόσταση ασφαλείας και προφανώς αν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, υπάρχει μια ελευθερία παραπάνω.

Αν όμως η συναλλαγή αφορά σε οτιδήποτε επαγγελματικό, τα πράγματα αλλάζουν. Μιλώντας κάποιος στον εν δυνάμει πελάτη-συνεργάτη, λες και τα ‘πινε μαζί του χθες, αντί να πετύχει αυτό το άμεσο που επιδιώκει με απώτερο στόχο την επίτευξη συμφωνίας, αυτό που τελικά καταφέρνει είναι να τον περάσει για ανάγωγο. Η συμπεριφορά αυτή απομακρύνει τον άλλο κι η συνάντηση, αν και θα μπορούσε να έχει προοπτικές, λήγει εκεί, στην πρώτη και τελευταία γνωριμία.

Το ίδιο ανάγωγο είναι όταν απευθύνεται στον ενικό ο ίδιος ως πελάτης σε κάποιον υπάλληλο ή σερβιτόρο ή ντελιβερά, οποιονδήποτε εργάζεται για να τον εξυπηρετήσει εκείνη τη στιγμή. Η οποία στιγμή μπορεί να είναι Σαββατόβραδο ή αργία ή κάποια γιορτινή μέρα κι αξίζει διπλά το σεβασμό μας.

Γενικά οι κεραίες πρέπει να είναι ανοιχτές, να βλέπει ο πομπός ότι ο δέκτης λαμβάνει ευχάριστα και κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος. Δε γίνεται ο ένας να απευθύνει τον λόγο στον ενικό κι ο άλλος να απαντάει στον πληθυντικό. Αν αυτό συμβαίνει τότε ο δεύτερος προσπαθεί να περάσει ευγενικά το μήνυμα, το οποίο κάποιες φορές φτάνει στον παραλήπτη του, κάποιες άλλες ο παραλήπτης δε χαμπαριάζει.

Η υπερβολική οικειότητα που ξεφυτρώνει απ’ το πουθενά, χωρίς να έχει δοθεί το δικαίωμα, δε δείχνει άνεση, δείχνει αγένεια και θράσος. Κι όπως αυτά, είναι ενοχλητική κι εκνευριστική. Ο δέκτης αυτής της συμπεριφοράς αν δεν είναι το ίδιο «κοινωνικός», θα θεωρήσει -το λιγότερο- ότι ο έχων αυτή τη συμπεριφορά δεν έχει τρόπους. Το περισσότερο θα φάει Χ μεγαλύτερο απ’ του X- Factor μιας κι η πρώτη εντύπωση είναι καθοριστική.

Η φιλική προσέγγιση  το λέει κι η ίδια η λέξη όταν δε γίνεται μεταξύ φίλων, αλλά ανάμεσα σε αγνώστους, χρειάζεται το πράσινο φως κι από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες. Σε κάθε άλλη περίπτωση, απαιτείται χρόνος για να φτάσουν όλοι στο ίδιο επίπεδο άνεσης. Δε γίνεται ο ένας να είναι στα προκαταρκτικά κι ο άλλος να κοντεύει να τελειώσει.

Δεν είπαμε ότι πρέπει να πάρουμε το σαβουάρ βιβρ και να το ξεπατικώσουμε, αλλά από αυτό μέχρι να αποκαλέσουμε κάποιον που δε γνωρίζουμε καλά με τη γνωστή και πολυχρησιμοποιημένη έκφραση που ξεκινάει από το «μα» και τελειώνει στο «λάκα», ακόμη κι αν μας βγάζει απ’ τη πρώτη στιγμή οικειότητα, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Ειδικά αν μας συστήνει ένας τρίτος θα πρέπει να ‘μαστε διπλά προσεχτικοί μην τον εκθέσουμε!

Δεν πρόκειται περί καθωσπρεπισμού, αλλά για άγραφους κανόνες ευγένειας και καλών τρόπων. Το χαλαρό και φιλικό κλίμα δεν εξαρτάται μόνο από έναν. It takes two to tango, όπως και στον γνωστό χορό. Αφουγκραζόμενοι το στιλ και τα «θέλω» των συνομιλητών μας και δίνοντας τους τον χρόνο που χρειάζονται όλα θα γίνουν ή δε θα γίνουν. Ο χρόνος θα δείξει, το σίγουρο είναι ότι δε θα μας βλέπουν και θα αλλάζουν πεζοδρόμιο.

 

Συντάκτης: Έφη Φωτεινού
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη