Η σχέση μ’ ένα άτομο που όλα τ’ αρνητικά και τα θετικά χαρακτηριστικά του είναι ίδια με τα δικά μας μπορεί να προκαλέσει πολλά συναισθήματα κι απ’ τις δύο πλευρές όπως: θυμό, εγωισμό, υπεροψία κ.οκ., γιατί όταν βλέπεις ένα κομμάτι του εαυτού σου να καθρεπτίζεται δίπλα σε σένα τότε αναθεωρείς πολλά πράγματα που μέχρι πρότινος δεν τα είχες σκεφτεί καν. Μια τέτοια σχέση θα την περιγράφαμε σαν να κάναμε σχέση με τον ίδιο μας τον εαυτό κι όχι με κάποιον άλλον άνθρωπο – καθώς είναι μια σχέση στην οποία αλληλοκαθρεφτιζόμαστε περισσότερο.

Οι περισσότεροι άνθρωποι, αν όχι όλοι, έρχονται στη ζωή μας μ’ έναν σκοπό. Μ’ όποιο τρόπο κι αν έρθουν κι όποια σχέση κι αν αποκτήσουν μαζί μας, σίγουρα δεν ήρθαν τυχαία. Οι λόγοι πολλοί, άλλοτε για να μάς μάθουν κάτι, για να μάς θεραπεύσουν, να μάς εμπνεύσουν ή να μάς βοηθήσουν να ξεπεράσουμε εμπόδια κι άλλοτε για να μάς δώσουν ένα μάθημα που πιθανόν χρειαζόμασταν.

Πώς λειτουργεί μια όμως μια σχέση που τα χνώτα μας ταιριάζουν σε υπερβολικό βαθμό με τον σύντροφό μας;

Τ’ άτομα που εμπλέκονται σε μια τέτοια σχέση, έχουν κατά κύριο λόγο τα ίδια βιώματα και το ίδιο background σε πολλά θέματα κι αυτή είναι μια αφορμή που φέρνει συγκρούσεις στη σχέση. Θες είναι η ταύτιση απόψεων που μάς κάνει να συμπεριφερόμαστε με τον ίδιο τρόπο; Θες είναι οι αντιδράσεις μας, που πολλές φορές είναι κοινές; Κι εδώ θα πρέπει να προσέξουμε κάτι πολύ σημαντικό· έχει μεγάλη διαφορά μια σχέση με τα κοινά ενδιαφέροντα όπως για παράδειγμα το ίδιο γούστο στη μουσική, στο ντύσιμο κ.ο.κ.

Τα παραδείγματα μπορούν πολλές φορές να βοηθήσουν περισσότερο από μια θεωρία οπότε ας υποθέσουμε ότι και τα δύο άτομα υστερούν στο κομμάτι επικοινωνίας ακόμη και το να εκφράσουν κάτι απλό σαν το πώς θα ήθελαν να περάσουν το απόγευμά τους. Ο τρόπος που διαχειρίζονται αυτή τη δυσκολία, δεν είναι απαραίτητο να είναι ίδιος όμως ο λόγος που δυσκολεύονται να εκφράσουν τη γνώμη τους ή να προτείνουν κάτι, συνήθως κρύβει παρόμοιες αγωνίες.

Τις πιο πολλές φορές η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται στα παιδικά τους χρόνια κι όχι μεταγενέστερα. Αυτό που ήρθε λοιπόν να προσδώσει λόγο στη ζωή μας είναι η ανακατεύθυνση που διαλέξαμε να πάρουμε για κάποιες συμπεριφορές μας, λόγω λανθασμένης παιδικής αντίληψης ή μετάφρασης. Ας το δούμε αυτό με το παράδειγμα που προαναφέραμε:

Υπάρχει μια ερώτηση που έχει πέσει στο τραπέζι, κι αυτή δεν είναι άλλη απ’ το τι κάνουμε σήμερα το απόγευμα. Κανείς από τους δύο δεν μπορεί να δώσει μια σαφή απάντηση. Ένας  πιθανός τρόπος χειρισμού είναι, ο ένας να πει «ότι θες εσύ, δε με πειράζει» κι ο άλλος να πει «πάλι εγώ πρέπει να προτείνω;» Ο καθένας τους έχει στο μυαλό του, μια επιθυμία -ακόμα κι αν δεν είναι κάτι σημαντικό, όμως η αδυναμία να εκφράσουν την προσωπική τους θέληση ο ένας στον άλλον τούς είναι τόσο δύσκολο που καταλήγουν να επιρρίπτουν ευθύνες αμφότεροι.

Ένας απ’ τους συνηθέστερους λόγους που κρύβεται πίσω απ’ αυτήν την αδυναμία, είναι η αποφυγή ευθύνης στην περίπτωση που δε θα πήγαινε τόσο καλά  αυτό που θα πρότειναν. Ο λόγος που χρειάζεται ν’ αποφεύγουμε τέτοιου είδους ευθύνες είναι γιατί πολλές φορές παρερμηνεύουμε τα λόγια του συντρόφου μας ή σκεφτόμαστε κάτι διαφορετικό για το τι σημαίνει αναλαμβάνω μια ευθύνη ή πώς θα πάρω μια απόφαση.

Η σχέση που ο εαυτός μας καθρεφτίζεται μέσα απ’ ένα άλλο άτομο, μπορεί να συντελέσει στο να βγουν στην επιφάνεια διάφορα συναισθήματα όπως: θυμός, εγωισμός κ.ο.κ., να δώσει τροφή για πολλές παρεξηγήσεις ή μ’ απλά λόγια να μάς κάνει έξαλλους ενώ την ίδια στιγμή νιώθουμε αντικρουόμενα συναισθήματα αγάπης και μίσους τόσο για μας όσο και για το άλλο άτομο. Είναι μια σχέση που εκ πρώτης όψεως φαίνεται αρκετά δυσλειτουργική.

Όμως, αν σταματήσουμε για ένα λεπτό, ακριβώς εκεί που ξεκινά η εναντίωση μας, εκεί που η τρίχα μας έχει σηκωθεί σαν της γάτας όταν ετοιμάζεται για επίθεση στον σκύλο και δούμε πιο προσεκτικά τ’ άτομο απέναντι μας, θα καταλάβουμε ότι είμαστε έτοιμοι να επιτεθούμε στον ίδιο μας τον εαυτό.

Θα χρειαστεί να μην εθελοτυφλούμε και ν’ αντιληφθούμε ότι κι εμείς σ’ ανάλογη περίσταση αποφύγαμε μια απάντηση. Και ναι, μάς πειράζει που δεν μπορούμε να εκφράσουμε αυτά που θέλουμε ή να υποστηρίξουμε τα λεγόμενα μας, επειδή ακριβώς αντιλαμβανόμαστε την ευθυνοφοβία μας και ξέρουμε ότι πρέπει να τη δουλέψουμε.

Τέλος, η επικοινωνία είναι αυτή που δένει το ζευγάρι και το βοηθά να νιώσει περισσότερο δέσιμο κι έτσι οφείλουμε να προσπαθούμε να δουλεύουμε τα συγκεκριμένα προβλήματα μαζί με τον σύντροφό μας και να μην τα κουκουλώνουμε κάτω απ’ το χαλί. Δώστε στον εαυτό σας την ευκαιρία να κάνει ένα restart που θα σάς αλλάξει τη ζωή. Αρκεί απλά να σταματήσετε για ένα λεπτό και να κοιτάξατε καθαρά μέσα από τον καθρέπτη σας κι εκεί θα δείτε όσα μπορούν να σας κάνουν να νιώσετε ακόμα πιο δεμένοι.

Συντάκτης: Ματίνα Πούλια
Επιμέλεια κειμένου: Ανδρέας Πετρόπουλος