Παραθαλάσσια εξοχική κατοικία, έτος 2015.

Έμφαση στο έτος, παρακαλώ! Το ξενοδοχειακό συγκρότημα απαρτίζεται από κατοικίες τη μια δίπλα στην άλλη κι ένας μόνο τοίχος κυριολεκτικά χωρίζει τα σπιτάκια μεταξύ τους κι αυτός όχι δα και τόσο γερός τις περισσότερες φορές.

Ξυπνάς που λες μετά από ένα βράδυ με απανωτές τεκίλες στην παραλία και πριν προλάβεις να πιεις τον καφέ σου, έχεις ήδη μάθει την ιστορία της ζωής της γειτόνισσας που ήρθε για το πρωινό καφεδάκι στους δίπλα. Και το τραίνο να περίμενε, περισσότερες πιθανότητες θα είχε να το χάσει! Και να θες να κοιμηθείς σαν κανονικός άνθρωπος λίγο παραπάνω, η κοπελιά έχει άλλα πλάνα.

Και δεν είναι που φλυαρεί ασύστολα με την αγριοφωνάρα της για τα δικά της, είναι που μέχρι να τελειώσεις τον καφέ σου έχεις ήδη ακούσει ένα κάρο μαζεμένες κακίες, πιθανότατα ασάφειες, για άτομα που δε γνωρίζεις ούτε ακουστά.

Είναι λες και βλέπεις κυπριακή σειρά εποχής στην τηλεόραση με τη διαφορά ότι αυτές είναι ατάλαντες, δε φοράνε παραδοσιακές στολές και κυρίως δεν μπορείς ν’ αλλάξεις κανάλι.

Μπορεί την ώρα που παρακολουθείς το ερασιτεχνικό θέατρο παράλογου να βρίσκεσαι μεταξύ τρεμάμενων νεύρων και σπαστικού γέλιου, το πρόβλημα όμως είναι πραγματικά πολύ πιο βαθύ και καθόλου επιφανειακό.

Είναι επιεικώς αξιολύπητο να βλέπεις πως υπάρχουν ακόμη άτομα που θρέφονται με το κουτσομπολιό, που κάνουν λες και θα σκάσουν αν δεν πουν τη βαρετή, ανούσια, δηλητηριώδη τους κουβέντα.

Δυστυχώς το κακό διαιωνίζεται και καταλήγεις στο σημείο να γίνεσαι αυτόπτης μάρτυρας ενός γερού θαψίματος άγνωστων πολλές φορές ανθρώπων από νεαρά άτομα, γεμάτα ζωή αλλά κι ένα σωρό άλλες έγνοιες με τις οποίες θα έπρεπε να ασχοληθούν.

Γίνανε οι πόλεις χειρότερες κι απ’ τα χωριά για τα οποία κάποιοι ακόμη μιλάνε με υποτίμηση στις καθημερινές κουβέντες τους. Ξεχνάμε όμως πως στα χωριά, η τιμιότητα και τα λόγια σπαθί ήταν πάντα κυρίαρχα.

Γιατί τέτοιοι είμαστε που γεμίσαμε ένα σωρό ανασφάλειες και δυσαρέσκεια για τα δεδομένα της ζωής μας. Και σαn να μη μας φτάνει αυτό, αντί να παλεύουμε να γινόμαστε καλύτεροι μέσα από τα ζόρια μας, βρίσκουμε διέξοδο στην κακία. Θεωρούμε, ασυναίσθητα πολλές φορές, ότι μια δόση κακίας εξομαλύνει τα προβλήματά μας.

Μάντεψε όμως. Το μόνο που ικανοποιείται –κι αυτό για λίγο– είναι ο θολός εγωισμός μας, αφού πολύ απλά μόλις καταλαγιάσουμε, τα προβλήματα τα βρίσκουμε ατάραχα ακριβώς εκεί που μας άφησαν.

Τι σε νοιάζει εσένα αν η κόρη του γείτονα πήρε καινούρια τσάντα και μάλιστα απ’ τις πανάκριβες; Την ώρα που υποστηρίζεις ότι ξόδεψε τα λεφτά του αντρούλη της αγέρωχη, σκέψου πως η άλλη πλευρά του νομίσματος λέει πως φύλαγε χρήματα κοντά ένα χρόνο.

Το ίδιο και για το καινούριο σπορ αμάξι του νεαρού απέναντι που βιάστηκες να κατηγορήσεις πως τρώει και χορταίνει απ’ τα έτοιμα του μπαμπά και του έκοψες την καλημέρα αγνοώντας πως εδώ και χρόνια δουλεύει για να μη γίνεται οικονομικό βάρος στους δικούς του.

Επίσης, ας πληροφορήσει κάποιος τις επίδοξες προξενήτρες πως δεν το ‘χουν και αλίμονο σε όσους συμμερίζονταν όλα όσα για τα οποία παραπληροφορούν τον κόσμο.

Έλεος πια με την κακόγουστη ζήλια που δέρνει μερικούς. Ας κοιτάξουν για μια φορά την πάρτη τους, ξεκινώντας από τις ατέλειες και τις αποκρουστικές κάποτε αδυναμίες που τους κάνουν χειρότερους κι από αυτό που οι ίδιοι νομίζουν.

Ας αισθανθούμε επιτέλους για μια φορά ευτυχισμένοι με αυτά που έχουμε και ακόμη καλύτερα ας χαρούμε μια φορά με τη χαρά του διπλανού. Κι αν δεν μπορούμε, τουλάχιστον ας μη διαταράσσουμε μια ευτυχία για την οποία δε δικαιούμαστε ούτε και το ελάχιστο μερίδιό της.

Έχουμε τόσα πολλά προβλήματα που η σκέψη και μόνο για το τι κάνουν οι άλλοι κι όχι εμείς, μόνο λύση δε μας βρίσκει. Ας προχωρήσουμε λοιπόν λίγο πιο μπροστά, αυτή τη φορά, έμπρακτα.

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου