Μαθητικά χρόνια∙ και ποιος δεν τα θυμάται; Μια ίσως σύντομη, τελικά, περίοδος της ζωής μας, που τότε μας φάνταζε σαν ένας δρόμος ατελείωτος μέχρι την ενηλικίωσή μας. Οι περισσότεροι θα εξομολογηθούν πως έζησαν όμορφα, ανέμελα, παιδικά χρόνια και κάποιοι, λίγοι, για διάφορους προσωπικούς λόγους μπορεί και να θέλουν να τα ξεχάσουν.

Όταν είσαι παιδί περισσότερο μιμείσαι παρά ζεις. Μαθαίνεις απ’ την οικογένειά σου πως χρειάζεται να ακολουθείς κάποιους κανόνες τους οποίους ίσως ακόμα να μην μπορείς να αντιληφθείς. Χαρακτηριστική περίπτωση αυτή της εκπαίδευσης. Ενώ ήσουν μέσα στην ξεγνοιασιά και στο παιχνίδι, κάπου εκεί στα 5 με 6 χρόνια σου οι γονείς σου σού εξήγησαν πως θα έπρεπε να πας σχολείο, ένα μέρος όπου θα επισκέπτεσαι καθημερινά για να μαθαίνεις νέα πράγματα και να κάνεις παρέα με πολλά ακόμα παιδιά.  Σ’ ενθουσίασε αρχικά η ιδέα, αργότερα, όμως, θα καταλάβαινες πως αυτό ήταν μόνο η αρχή.

Ξαφνικά σχολείο δεν ήταν μόνο μαθήματα και διάλειμμα, άρχισε να γίνεται ομαδικά πρότζεκτ, παρουσιάσεις, διαγωνίσματα κι εξετάσεις, και κάπου εκεί, στην ηλικία των 12, άρχισες να καταλαβαίνεις πως το πράγμα είναι πιο ζόρικο απ’ ό,τι φαινόταν.

Το ‘χες ψυλλιαστεί από νωρίς, βέβαια. Όταν ξεκίνησες ξένες γλώσσες, υπολογιστές ή κάποιο άθλημα, αλλά όλα αυτά κάπως τα διασκέδαζες, δεν ήξερες ακόμα πως ο εφιάλτης είχε και συνέχεια. Έτσι ξαφνικά, λοιπόν, όπως σου είχαν ανακοινώσει ότι πρόκειται να πας σχολείο, σε ενημέρωσαν πως σύντομα πρόκειται να ξεκινήσεις και φροντιστήριο το απόγευμα για να ‘χεις καλύτερη επίδοση στα μαθήματα που ‘σαι κάπως αδύναμος και να καταφέρεις με το καλό στο μέλλον να μπεις σε μια καλή σχολή στο αντικείμενο που θα ήθελες.

Χωρίς να το πολυκαταλάβεις βρέθηκες κάθε απόγευμα από Δευτέρα μέχρι και Παρασκευή, και πολλές φορές ακόμα και τα σουκού, σε μία τάξη με άλλα πέντε-έξι άτομα, που μάλλον δεν ήταν καν συμμαθητές σου απ’ το σχολείο. Περνούσες ολόκληρα τα μεσημέρια και τα απογεύματά σου από μάθημα σε μάθημα κι από φροντιστήριο σε φροντιστήριο. Μαθηματικά, Έκθεση, Αρχαία, Κιθάρα, Βιολογία, Γερμανικά κι ίσως ακόμα περισσότερα.

Αφού βράδιαζε πια, έμπαινες στο σπίτι μετά απ’ το σχολείο και τα φροντιστήρια, κουβαλώντας φυσικά όλο αυτό το άγχος και την εξάντληση. Πολύ πιθανόν να παραπονιόσουν στους γονείς σου πως δε θες να πηγαίνεις, πως κουράστηκες και δεν υπάρχει πλέον ελεύθερος χρόνος. Στις περισσότερες περιπτώσεις (αν όχι σε όλες) οι γονείς σου σε παρότρυναν να μην τα παρατήσεις και πως σύντομα θα καταλάβεις πως ό,τι ταλαιπωρία περνάς τώρα θα σε αποζημιώσει αργότερα, πως όλη αυτή η πίεση είναι για το καλό σου.

Πέρασαν τα χρόνια, τελείωσες το σχολείο και πολύ πιθανόν να κατάφερες να πάρεις αυτήν την πολυπόθητη θέση στο πανεπιστήμιο που ήθελες. Και τότε είναι που αναπολείς τα χρόνια που πέρασαν και κοιτάζεις πίσω στα παιδικά κι εφηβικά σου χρόνια. Κάνεις μια αποτίμηση των γεγονότων, βλέπεις τη σταδιοδρομία της ζωής σου, απ’ τα 6 σου που πήρες για πρώτη φορά στα χέρια σου ένα σχολικό βιβλίο μέχρι και τα 18 σου που έμαθες πως ένα βιβλίο ποτέ δεν είναι αρκετό και πως η εξάσκηση κι καθημερινή εκμάθηση σε βοήθησαν να εξελιχθείς στο άτομο που είσαι σήμερα.

Όσο για τα φροντιστήρια τα οποία μισούσες, και συνεχώς έψαχνες δικαιολογίες για να μην πας, είναι εκείνα που ίσως τελικά να σου λείπουν περισσότερο. Ακριβώς επειδή δε  βρισκόσουν στο σχολείο, υπήρχε οικειότητα κι ένα ευχάριστο κλίμα με τον καθηγητή, λέγατε αστεία, αισθανόσουν άνετα και πολλές φορές το μάθημα ξέφευγε σε θέματα πιο φιλοσοφικά, διδάσκοντάς σου την ίδια τη ζωή. Έχτισες μια ιδιαίτερη σχέση με όλους εκείνους τους εξωσχολικούς δασκάλους σου, που καταλάβαιναν το άγχος σου και σου έδιναν δύναμη.

Κι οι φιλίες που έκανες εκεί; Ήσουν σε ένα τμήμα με, ίσως άγνωστα μέχρι εκείνη τη στιγμή, άτομα της ηλικίας σου και σχεδόν αυτόματα κατάφεραν να γίνουν φίλοι σου. Σχέσεις ίσως πιο αληθινές, μιας και δε δημιουργήθηκαν από ανάγκη, όπως στο σχολείο, αλλά επειδή μας άρεσε η παρέα τους και το φροντιστήριο ήταν ο τόπος συγκέντρωσής μας. Έγιναν με τον καιρό κολλητοί, που πηγαίνατε και φεύγατε μαζί κι όταν καμιά φορά απουσίαζες απ’ το μάθημα, έπαιρναν να δουν αν είσαι καλά ή απλά έκανες κοπάνα για να βρεθείς με το αμόρε.

Λίγο-πολύ όλοι μας νοσταλγούμε τα μαθητικά μας χρόνια κι όλα όσα ζήσαμε τότε. Το σχολείο και τα φροντιστήρια είναι το πιο χαρακτηριστικό κομμάτι της παιδικότητάς μας, ένα γλυκό μαρτύριο το οποίο, ναι, μπορεί να μη θέλουμε να επαναλάβουμε, αλλά σε καμία περίπτωση δε μετανιώνουμε που το ζήσαμε.

Συντάκτης: Μαριλένα Χατζημιλτή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη