Όταν ήμασταν μικρά παιδιά, οι πιο πολλοί από ‘μας, ένα καλοκαίρι, ξεκινήσαμε νέες δραστηριότητες. Πολύ πιθανόν να μην είχαμε καν επιλέξει εμείς τα χόμπι μας, απλά μια μέρα να αποφάσισαν την εγγραφή μας οι γονείς μας. Δεν είναι απόλυτα λάθος, βέβαια, αφού τουλάχιστον, ακόμα κι έτσι, καταλάβαμε τι δε μας αρέσει κι άρα φτάσαμε ένα βήμα πιο κοντά στο να μάθουμε τι μας αρέσει.

Προφανώς κερδίσαμε πολλά, ασκηθήκαμε, κοινωνικοποιηθήκαμε, ανακαλύψαμε κλίσεις και ταλέντα μας. Γι’ αυτό, εξάλλου, ξεκινήσαμε τη δραστηριότητα αυτή εξαρχής. Σταδιακά, όμως, μπήκαμε σ’ έναν ανταγωνιστικό δρόμο, προσπαθώντας διαρκώς για το καλύτερο, με τους τίτλους να γίνονται κάποτε αυτοσκοπός. Τι, πραγματικά, μας προσφέρουν, όμως, όλες αυτές οι διακρίσεις και τα βραβεία που αποκτήσαμε σε διάστημα χρόνων, με σκληρή δουλειά, πίεση κι άγχος, κάνοντας ένα χόμπι; Πώς αυτά τα βραβεία, τελικά, θα μπορέσουν να μας χρησιμεύσουν κάπου και πώς γίνεται ο στόχος σε κάτι που κάνεις –υποτίθεται– για να διασκεδάσεις να ‘ναι πάλι η κορυφή;

Θυμάμαι απ’ όταν ήμουνα ένα τόσο δα κοριτσάκι που οι γονείς μου –με την καλή τους πάντα πρόθεση– ήθελαν να ασχοληθώ με κάποιο άθλημα. Είναι βέβαιο πως είναι πολύ ωφέλιμο για ένα παιδί να γυμνάζεται, αφού έτσι όχι μόνο διατηρεί το σώμα του σε φόρμα αλλά ταυτόχρονα εκπαιδεύεται σε έναν υγιεινό τρόπο ζωής. Φαντάζομαι πως όλα τα παιδιά δοκίμασαν από τουλάχιστον ένα άθλημα, ή και περισσότερα. Κάποιοι ασχολήθηκαν με τον στίβο, άλλοι με τον χορό, την ενόργανη γυμναστική, το ποδόσφαιρο, το κολύμπι κι η λίστα συνεχίζεται. Εγώ, για παράδειγμα, έκανα όλα τα παραπάνω, κι έχω διπλώματα, συμμετοχές και βραβεία σε καθένα από αυτά. Ωραίο είναι να τα βλέπεις να διακοσμούν τα ράφια στο δωμάτιο ή τους τοίχους στο σαλόνι, αλλά, πέρα από αυτό, σε τι άλλο μπορούν να χρησιμεύσουν;

Χόμπι δε θεωρούνται μόνο το αθλήματα, φυσικά. Ένα παιδί μπορεί να ασχολήθηκε με τις τέχνες, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, το θέατρο. Όλα είναι δραστηριότητες που κάποιος μπορεί να ξεκινήσει στην παιδική του ηλικία και να συνεχίσει ή να εγκαταλείψει μεγαλώνοντας. Αποκτά εμπειρίες, διακρίσεις, συμμετοχές και βραβεύσεις για ό,τι κάνει. Και ποιος γονιός δε θα ήθελε να βλέπει το παιδί του να βραβεύεται ή να ξεχωρίζει σε κάτι που κάνει; Όλοι βέβαια, κι ίσως αυτό να ‘ναι το πρόβλημα.

Κοιτώντας πίσω δε μετανιώνω λεπτό για όλα αυτά τα χόμπι που έγιναν μέρος της ζωής μου στα παιδικά μου χρόνια, κάποια τα αγάπησα και τα συνεχίζω μέχρι και σήμερα. Σε πολλά από αυτά κατάφερα να αποκτήσω και κάποιο σχετικό βραβείο. Δε μετανιώνω για όλα αυτά που έμαθα μέσα από εμπειρίες και μέρες ολόκληρες σε καλοκαιρινά σχολεία. Ίσως, όμως, αν όλα αυτά στην πραγματικότητα χρησίμευαν κάπου, να ήταν καλύτερα. Να άξιζε ο χρόνος που στερηθήκαμε απ’ το παιχνίδι και τις ανέμελες βόλτες σε πάρκα και παιδικές χαρές, να έβγαζε κάπου όλη αυτή η πίεση για ασχολίες που κάποτε δεν ήταν καν δικές μας επιλογές αλλά απωθημένα των δικών μας.

Η αγορά εργασίας είναι πολύ ανταγωνιστική, θέλουμε όλοι να ‘χουμε εκείνο το «κάτι παραπάνω» που ζητάνε οι εργοδότες, τις δεξιότητες που μπορεί να μην έχει κάποιος άλλος. Γι’ αυτό, λοιπόν, συνηθίσαμε συνεχώς να εμπλουτίζουμε το βιογραφικό μας με πράγματα τα οποία έχουμε κάνει, κι ειδικά με ‘κείνα στα οποία κερδίσαμε βραβεύσεις, στην ουσία όμως δεν έχουν καμία σημασία.

Τον μελλοντικό εργοδότη σου δε θα τον νοιάζει αν κέρδισες τον πανελλαδικό διαγωνισμό χορού πέντε φορές αλλά το αν έλαβες πέντε φορές συμμετοχή σε συνέδριο σχετικό με τον κλάδο σου. Δεν τον νοιάζει που η ποδοσφαιρική σου ομάδα σε είχε αρχηγό και για χρόνια έπαιρνες το πρώτο βραβείο ως «ο σκόρερ της χρονιάς», αλλά τον ενδιαφέρει πόσο τις εκατό μπορείς να αυξήσεις τα έσοδα της εταιρείας του. Σίγουρα, οι δεξιότητες που αναπτύσσουμε από όλα αυτά τα χόμπι κάπου κάπως θα μας χρησιμεύουν, αλλά μήπως τα ‘χουμε υπερτιμήσει;  Μήπως έπρεπε να σταματούσαμε στο σημείο που μας ψυχαγωγούσαν, πριν γίνει η νίκη κι η επιτυχία μας σκοπός;

Κι αν είναι τα χόμπι απλά μια επιβεβαίωση για τους γονείς μας, πως κάνουν καλά τη δουλειά τους κι έχουν δραστήρια παιδιά; Μέσα απ’ όλες αυτές τις συμμετοχές και τις διακρίσεις νιώθουν περήφανοι για εμάς, αλλά ίσως να ‘ναι περισσότερο περήφανοι για τον εαυτό τους, για το ότι τα δικά τους παιδιά είναι καλύτερα απ’ τα άλλα και πως πέτυχαν όσα ίσως οι ίδιοι δεν κατάφεραν ποτέ.

Ίσως θα έπρεπε να αναθεωρήσουμε τη βαρύτητα που δίνουμε στα χόμπι και τι ψυχολογία μεταδίδουμε στα παιδιά. Όλα τα σπορ κι οι δραστηριότητες έχουν κάτι να προσφέρουν και θα έπρεπε να δίνουμε κίνητρο στα παιδιά να καταπιάνονται μ’ αυτά, αλλά όχι στο σημείο που να δημιουργήσουμε ανθρώπους που κυνηγάνε τα διπλώματα και τις βραβεύσεις και ξεχνούν να περνούν καλά.

 

Συντάκτης: Μαριλένα Χατζημιλτή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη