Πίσω στα θρανία ή πιο συγκεκριμένα στο καλοκαίρι εκείνο που σου ζητήθηκε να μην πας διακοπές, να ξεχάσεις για λίγο την καλοπέραση και να αφιερωθείς στους στόχους σου. Όσο δύσκολο κι αν σου φάνταζε, πέρασε ραγδαία, τόσο που δεν κατάλαβες πώς βρέθηκες στην τελική ευθεία. Άγχος, αγωνία, ανταγωνισμός, χαρά, ανυπομονησία τόσο συναισθήματα που δε θα χωρούσαν σε λίγες μόλις σειρές. Έδωσες τις τελικές εξετάσεις πανέτοιμος να ζήσεις το καλοκαίρι που δε θα ξεχάσεις ποτέ.

«Ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα» θυμάμαι χαρακτηριστικά τη φωνή της μητέρας μου απ’ το τηλέφωνο που με πέτυχε σε μια εκ των χιλιάδων βολτών εκείνης της περιόδου. Ταράχτηκα λιγάκι μα ήξερα πως είχα λίγο καιρό ακόμη. «Περάσαμε!». Όχι ακριβώς μαζί αλλά ξέρετε πώς κάνουν οι γονείς μ’ αυτά. Δεν ξέρω αν ήταν η σιγουριά που είχα ή η έλλειψη προσωπικού ενδιαφέροντος μα ασυναίσθητα το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν που πέρασαν οι φίλες μου κι αν θα παραμέναμε παρέα, τι θα άλλαζε.

Αθήνα, τόπος γέννησης, θρέμματος και τώρα σπουδών. Έμεινα εδώ, που λέει και ο Ρόκκος, με λιγότερη από τη μισή παρέα. Αναρωτιόμουν τι ανθρώπους θα βρω στη σχολή, αν θα καταφέρω να ταιριάξω με αυτούς, μαζί με χιλιάδες σκέψεις που τριβέλιζαν το κεφαλάκι μου.  Πριν συνεχίσω, να τονίσω την ευγνωμοσύνη μου για κάθε άνθρωπο που γνώρισα, κάθε εμπειρία που απέκτησα και κάθε στιγμή που ήταν μοναδική.

Πρωτοετό, όπως συνηθίζεται ο όρος, μα με καμία ιδιαίτερη ανασφάλεια. Μέσα σε λίγες μόλις ημέρες είχα γνωρίσει αρκετά άτομα, κάτι που με βοήθησε να είμαι πιο χαλαρή καθώς και να πηγαίνω με μεγαλύτερη όρεξη στην σχολή. Για μαθήματα ούτε λόγος. «Έλα μωρέ δύο φορές την εβδομάδα τον έχουμε αυτόν, πάμε για καφέ και θα παρακολουθήσουμε την επόμενη φορά». Κάπως έτσι θεσπίστηκε ο καθημερινός καφές με συνοδεία από γέλια, παιχνίδια, ιστορίες απ’ τα παλιά, αγάπες, έρωτες, απογοητεύσεις. Παρέες που φυσικά δεν έμειναν ενωμένες εξ ολοκλήρου. Άλλες μετατράπηκαν σε σχέσεις ή ερωτικά τρίγωνα, άλλες σε εμπάθειες αλλά και κάθε λογής σχέση που μπορούν να δημιουργήσουν δύο ή παραπάνω άνθρωποι.

Οι μέρες κυλούσαν καθώς σιγά σιγά θα έπρεπε να αποχωριστούμε παιδιά μεγαλύτερα, που θα επέστρεφαν στις πόλεις τους. Σαν άμυνα υποθέτω, απέφευγα να δένομαι με άτομα που γνώριζα πως θα χρειαστεί να αποχαιρετήσω μα σαφώς οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Κόντρα στην άμυνά μου, γεννήθηκαν φιλίες που αγνοήσαν την μελλοντική απομάκρυνση. Φιλίες που μας γέμισαν αναμνήσεις, ζήσαμε  περιπέτειες ικανές να μας χαρίσουν υλικό να περιγράφουμε για δυο ζωές.

Πίσω στη βάση μας. Η σχολική παρέα που δε διαλύθηκε, πιο ενωμένη από ποτέ. Λίγο αλλαγμένοι, φορτωμένοι με κάμποσες αναμνήσεις, εμφανώς πιο ώριμοι· πιο ενήλικες. Τα πρώτα χρόνια, μηνύματα και ταξίδι σε κάθε πόλη της Ελλάδας ή του εξωτερικού, για τους πιο τυχερούς κράτησαν ζωντανές τις φιλίες που είχαν δημιουργηθεί. Πόσο όμως μπορεί να αντέξει μια σχέση, όποιας μορφής, από απόσταση; Εδώ πληθαίνουν οι γνώμες, μια εκτίμηση είναι πως κρατάς ό, τι σε κρατάει ή ό, τι αξίζει μέσα στα χρόνια!

Αν υπάρχει θέληση, διαθέτω τρανά παραδείγματα, οι φιλίες μένουν αλώβητες  στο πέρασμα του χρόνου. Είναι βλέπεις κι αυτή η ουτοπία που θρέφω ευλαβικά στο μυαλό μου η οποία μου απαγορεύει να πιστέψω πως δυο άνθρωποι θέλουν να χαράξουν κοινή πορεία στο χρόνο και δε βρίσκουν τον τρόπο.

Συντάκτης: Μέρσα Τσακίρη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου