Έλα στο σπίτι μου, δεν θα σε παρεξηγήσω.

Ούτε τα ξυπόλητα μαύρα πόδια σου θα σχολιάσω, ούτε το ότι οι γείτονες μου, θα πουν ότι μαζεύω, «γύφτους». Θα σε αγκαλιάσω χωρίς να με νοιάζει.

Γιατί ξέρεις, τα χαμόγελα των παιδιών είναι όλα ίδια, είτε αυτά είναι τσιγγάνικα είτε όχι.

Δεν με νοιάζει εάν αργά το βράδυ θα γυρίσεις πάλι στο τσαντίρι σου και θα κοιμηθείς στη στρωματσάδα του μαχαλά. Αυτό που με νοιάζει περισσότερο είναι ότι θα κρυώνεις. Έπιασε κρύο αυτές τις μέρες και θα φυσάει στο τσαντίρι σου.
 
Έλα στο σπίτι μου, απόψε μικρέ και μείνε, να ζεσταθείς.

Τι σημασία έχει εάν γεννήθηκες τσιγγάνος, για μένα είσαι παιδί. Παιδί σαν όλα τα αλλά. Τα παιδιά λένε κάνουν τα πιο όμορφα όνειρα. Ξέρω τα δικά σου είναι ακόμη πιο μεγάλα και πιο δύσκολα από των άλλων. Γιατί ο πατέρας σου, έχει ήδη προκαθορίσει την μοίρα σου. Έχεις επιλέξει και την γυναίκα της ζωής σου ήδη και ας είσαι μόλις επτά ετών.

Σε λίγα χρόνια θα πρέπει να παντρευτείς το κοριτσάκι που εκείνος έχει ήδη κλείσει συμφωνία με την οικογένειά της, θα κάνεις τέσσερα ίσως και πέντε παιδάκια και με εκείνα θα βγαίνεις στους δρόμους μαζεύοντας παλιοσίδερα, για να τα ζήσεις.
 
Θέλεις να πας στο σχολείο και όχι να περιπλανάσαι στις γειτονιές.

Θέλεις να σπουδάσεις και όχι να παντρευτείς στα έντεκά σου και να δεις εάν μάτωσε το σεντόνι της γυναίκας σου.Θέλεις να ακολουθήσεις τα παιδικά σου όνειρα και όχι να κλειστείς στη ζωή των ενηλίκων. Θέλεις να φορέσεις εκείνα τα παπούτσια που είδες να έχουν χαρίσει στη φίλη σου την Ερατώ και όχι να περπατάς ξυπόλητος.

Ίσως να τα καταφέρεις, ίσως και όχι. Βλέπεις, οι άλλοι πάντα θα σε δείχνουν και θα σε λένε «τσιγγάνο» ή «γύφτο» όμως όσο και εάν η μητέρα σου κοιτάζει το μέλλον στη παλάμη σου, εσύ θέλεις να το ανατρέψεις.

Θέλεις να κάνεις μπάνιο.

«Δεν είναι επιλογή του παιδιού, να μην κάνει μπάνιο, ανόητε»,θα μου πεις. «Γεννήθηκα και εγώ παιδί και ίσως όχι τόσο τυχερό όσο το δικό σου».

Γεννήθηκες περιπλανώμενος κάτω από μία γέφυρα μέσα σε ένα φορτηγάκι Datsun, όμως έκλαψες το ίδιο όπως το δικό μου, μωρό. Δεν γεννήθηκες για να γίνεις έμπορος ναρκωτικών ή βρεφών. Ίσως η ζωή να σε σπρώξει εκεί, όχι όμως η επιθυμία σου.
Η αμάθεια που εγώ και οι άλλοι όμοιοί μου προσφέρουν, γιατί δεν θέλουμε να σε ενσωματώσουμε στη δικιά μας άφθαρτη και σωστή κοινωνία, θα σε οδηγήσουν εκεί.

Δεν θα είσαι εσύ, αλλά εγώ, που θα σε κάνω παιδί του δρόμου και αλήτη.

Όταν κάποτε καταφέρει να περάσεις την πόρτα του σχολείου θα πάρεις χαρά. Όμως η εκπαίδευσή σου θα τελειώσει στο δημοτικό.
Βλέπεις δεν μπορείς να διαβάσεις ούτε στο κρύο, ούτε στο σκοτάδι. Το φως του ηλεκτρικού δεν υπάρχει στη ζωή σου.

Όμως, έλα απόψε στο σπίτι μου.

θα κάτσω μαζί σου στο πάτωμα και θα σε ακούσω. Δεν θα πω ότι βρωμάς. Θα θαυμάσω τα όνειρά σου και θα σε αγαπήσω.

Να σου πω, μία αλήθεια; Καμιά φορά σε ζηλεύω. Έτσι όπως τρέχεις χαμογελαστό παιδί μέσα στις λάσπες μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας σου, έτσι όπως γελάς, όπως χορεύεις σε ζηλεύω. Βλέπεις, εγώ έχω εκ γεννητής κλειστεί σε αυτό το διαμέρισμα. Και εάν και έχω εκλογικά δικαιώματα δεν έχω ελευθερία.

«Θέλω νερό», μου λες «και φως στον καταυλισμό. Δεν θέλω να φύγω από εκεί αλλά θέλω να σπουδάσω. Δεν θέλω να αφήσω τις μουσικές και τις παραδόσεις μου αλλά θέλω να τις ενσωματώσω σαν αληθινές στη ζωή. Δεν είμαστε λάθη είμαστε άνθρωποι. Δεν είμαστε γύφτοι είμαστε λαός».

Δακρύζω, γιατί την αδικία δεν μπορώ να την αντέξω. Είμαστε σκληροί οι άνθρωποι. Πολύ σκληροί με τους ίδιους μας τους εαυτούς.

Μπαλαμοί και εσύ τσιγγάνος.

«Συγνώμη» πρέπει να φύγω λες, «το πρωί θα πρέπει να φορτωθώ στο τρίκυκλο του πατέρα μου μαζί με τα αδέρφια για να μαζέψουμε σίδερα. Να τα πουλήσουμε και να ζήσουμε. Ίσως να πάω σχολείο κάποτε. Ο θεός είναι μεγάλος ίσως η γυφταλόγκα, Αγία Βαρβάρα, όπου ζω γίνει αληθινή πόλη σαν την δικιά σας. Τότε μπορεί να έχω ειδικευμένους δασκάλους για τα παιδιά μου και φαγητό να τους προσφέρω».

Μείνε για απόψε στο σπίτι μου μικρέ, δεν θα σε στεναχωρήσω όπως οι άλλοι άνθρωποι μου. θα ακούσω τις μουσικές σου και θα χαρώ τα χαμογελά σου. Θα μάθω τα όνειρά σου και θα διαβάσω τι σκέψεις σου. Θα πω στους άλλους, τους μεγάλους που σε καταδικάζουν τα πάντα για σένα. Ίσως καταλάβουν ίσως όχι. Είσαι παιδάκι και εσύ σαν όλα τα άλλα. Δεν με νοιάζει η ιστορία σου, με νοιάζει να είσαι τυχερός όπως πρέπει. Άδικη που είναι καμιά φορά η μοίρα.

Έλα στο σπίτι μου, δεν θα σε παρεξηγήσω.

Συντάκτης: Πέννυ Πηττά