Οι σχέσεις κατά κανόνα πάνε κι έρχονται, με τους πρωταγωνιστές τους να αποδέχονται μια τέτοια αλήθεια και να συμφιλιώνονται μαζί της. Δεν ισχύει όμως για όλους μας, δε φαίνεται αυτή η παραδοχή να εκπληρώνει το παζλ στη σκέψη του καθενός. Για κάποιους ανθρώπους, το πάντα λαμβάνουν μια σημασία διαφορετική, πέραν των στιγμιαίων υποσχέσεων που τελικά καταλήγουν στο καλάθι αχρήστων. Η αγάπη αυτή τη φορά αναλύεται ως απόλυτη κι αδιαπραγμάτευτη επιδίωξη, με κάθε τι παροδικό και μη στέρεο να απορρίπτεται μονομιάς.

Πολλοί θα αναρωτηθούμε βλέποντας πώς γίνεται, πώς βρίσκει κανείς τη δύναμη να επενδύει όλο του το είναι σε έναν και μοναδικό άνθρωπο. Όντως, το “ένας και μοναδικός” για κάποιους υπάρχει και βιώνεται ως απτή πραγματικότητα, δεν πρόκειται για κλισέ νουβέλα που κάποτε έτυχε να πέσει στα χέρια μας.

Αρχικά πρέπει να απομυθοποιήσουμε μια τέτοια αντίληψη εκ της ρομαντικής της όψης. Δηλαδή δεν έχουμε να κάνουμε με άτομα σταθερά πιστά σε μια αντίληψη που ονειροβατεί πάνω σε ροζ σύννεφα εκτός πραγματικότητας. Σε εποχές και μέρες που η ρευστότητα, αν λέγαμε πως πέφτει σαν σφραγίδα, θα πέφταμε μέσα, πολλοί άνθρωποι αντιστέκονται και βαδίζουν σταθερά. Η λογική του παροδικού ίσως να μην είναι αποδεκτή, να φέρνει άγχος για το αύριο, μια φοβία που ενδόμυχα υπάρχει, αλλά εκφράζεται αλλιώς από τον καθένα. Η αναζήτηση λοιπόν ερωτικού συντρόφου γίνεται στοχευμένα και συνειδητοποιημένα. Ξέρω τι θέλω, πώς το θέλω, γιατί το θέλω.

 

 

Μια τέτοια επικεφαλίδα βέβαια στην ζωή ενός ανθρώπου μπορεί ελαφρώς να τον δυσκολέψει, καθώς όσο περισσότερο φιλτράρονται οι απαιτήσεις μας, τόσο πιο εύκολα συναντούμε εμπόδια ή ελαττώματα στον άλλον, κάνοντάς μας να συμπεραίνουμε πως τελικά μια ενδεχόμενη επιλογή δε μας καλύπτει. Αυτό σημαίνει πως η έννοια του συμβιβασμού είναι εκτός χάρτη εξαρχής και η επιμονή για το “ιδανικό” μπαίνει σε πρώτη μοίρα.

Σε κοινή πορεία με τα παραπάνω, θα βρούμε και την πρώτη αγάπη και παντοτινή. Λογική πιο σπάνια λογική, αλλά τολμώ να πω αξιοζήλευτη. Μιλάμε για σχέσεις που απαντούν με μια μεγάλη στροφή σε όλα αυτά τα “δε βαριέστε; Πώς περνάς μια ολόκληρη ζωή με έναν μονάχα άνθρωπο;”.  Είναι οι περιπτώσεις που γίνονται τα παραδείγματα που χρειαζόμαστε για να καταλάβουμε καμιά φορά πως οι σχέσεις δεν τυγχάνουν απαραίτητα χρονικής αλλαγής, πως οι άνθρωποι μπορούν αν κουμπώσουν μια φορά, να πορευτούν με αυτό, να το κάνουν κομμάτι τους.

Η μονιμότητα σε πολλές συνθήκες φαντάζει σαν κρύο ανέκδοτο, σαν το άπιαστο που ποτέ δε θα δούμε στην άκρη του τούνελ. Κι όντως είναι, αν σκεφτεί κανείς πως τα περισσότερα πράγματα με τα οποία θα καταπιαστούμε στη ζωή μας, δε θα αποκτήσουν την ταμπέλα του για πάντα, θα μπουν στη συλλογή μας ως εμπειρίες, μαθήματα ή αν ήμασταν λιγάκι απρόσεκτοι, παθήματα. Γι’ αυτό, όταν συναντάμε στον δρόμο εκείνους τους γνωστούς,-που κοίτα να δεις- “είναι μαζί από το λύκειο τα παιδιά!”, επιβεβαιώνεται μέσα μας ο μύθος, βλέπουμε πως κάποιοι άνθρωποι σπάνε την κατάρα του ανεκπλήρωτου, είτε γιατί πάλεψαν με νύχια και με δόντια, είτε γιατί είναι πλασμένοι για κάτι τόσο μεγάλο, αν μας παρηγορεί να το πιστεύουμε.

Δεν είμαστε εδώ να δώσουμε τα εύσημα στους μεν ή στους δε, γιατί σε επιλογές που γίνονται με την καρδιά μας δεν υπάρχει οδηγός επιβίωσης, πόσο μάλλον κανόνες και πρέπει. Ίσως όμως αξίζει κανείς να σταθεί στο ευτυχές γεγονός της επιμονής, που ορισμένες φορές κάνει θαύματα. Και να αντιληφθούμε πως για όσες φορές έτυχε να πούμε δε γίνεται, δε θα τα καταφέρουμε, για μια σχέση που μας λύγιζε τα γόνατα, υπάρχουν γύρω μας παραδείγματα που κάνουν τέτοια λόγια να φαίνονται αστεία.

Το «για πάντα» δεν αποτελεί μια παλιακή συγκυρία ή αναγκαστική επιλογή, είναι μια συνθήκη που θα επιβεβαιώνεται όσο κάποιοι άνθρωποι θα συναντιούνται αποφασίζοντας να μη χαθούν ξανά. Κι αν μπορούμε να κρατήσουμε κάτι από τέτοιες παράξενες κι όμορφες παραξενιές της τύχης, είναι πως τα θέλω μας, είναι σε θέση να υπερνικήσουν κάτι μπανανόφλουδες που ονομάζουμε εμπόδια.

 

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Αλίκη Μουσμούλα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου