«Ζήσε τη ζωή σου τώρα που είσαι μικρός». «Κοίτα να αποκτήσεις εμπειρίες κι άσε τους γάμους για αργότερα». Αυτά κι άλλα τέτοια ακούμε συχνά από φίλους και συγγενείς όταν σε μικρή ηλικία η κουβέντα καταλήγει στον γάμο. Οι περισσότεροι ισχυρίζονται πως η ιδανική ηλικία για να ανέβει κάποιος τα σκαλιά της εκκλησίας είναι μετά τα 30, άντε βαριά-βαριά στα 28. Κι αυτό γιατί θεωρείται πως το άτομο οφείλει πρώτα να αποκομίσει εμπειρίες, να καταφέρει να στηριχτεί στα πόδια του και να είναι ανεξάρτητο. Δεν είναι λίγοι κι αυτοί που θεωρούν απίθανο να βρεις τον έρωτα της ζωής σου σε μικρή ηλικία, μιας και δεν έχεις διαμορφώσει πλήρως τα δικά σου κριτήρια -και άρα δεν ξέρεις ακριβώς τι ψάχνεις- και επίσης δεν έχεις μέτρο σύγκρισης. Αυτά ισχυρίζονται όσοι υποστηρίζουν πως όσο μικρότερος παντρευτείς τόσο περισσότερο καταδικασμένος είναι ο γάμος σου κάποια στιγμή να αποτύχει.

 

 

Ποιοι είμαστε όμως εμείς που θα κρίνουμε ποια είναι καταλληλότερη ηλικία να παντρευτεί κάποιος ή πόσο χρόνο πρέπει να γνωρίζει το ταίρι για να ανέβουν τα σκαλιά της εκκλησίας; Πέρα από το «απαγορευτικό» του γάμου σε μικρή ηλικία υπάρχει κι ένα ακόμη που  υποστηρίζει πως δεν πρέπει να παντρευτεί κάποιος αν δεν περάσει πρώτα ένα ορισμένο χρονικό διάστημα σχέσης και συμβίωσης με το ταίρι. Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν πως μόνο με το πέρασμα του χρόνου μπορείς να μάθεις ποιον άνθρωπο έχεις δίπλα σου κι αν είστε φτιαγμένοι για να περάσετε το υπόλοιπο της ζωής σας μαζί. Ποιος σου λέει όμως ότι αν παντρευτείς στη «φαινομενικά κατάλληλη ηλικία» ή αφού είστε χρόνια μαζί, ο άνθρωπος που θα επιλέξεις θα είναι ο κατάλληλος; Πόσοι γάμοι δεν έχουν διαλυθεί, γιατί τελικά το ζευγάρι  κατάλαβε πως δεν ταιριάζει ή επειδή ένας εκ των δύο το μετάνιωσε ή είδε στοιχεία στον σύντροφό του που ήταν εμφανή προ γάμου.

Υπάρχουν όμως ζευγάρια που μας αποδεικνύουν πως παρ’ όλο που παντρεύτηκαν σε μικρή ηλικία ή μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα παραμένουν αγαπημένοι κι ερωτευμένοι. Σημασία δεν έχει η ηλικία, ο χρόνος και οι «κατάλληλες» συνθήκες αλλά το συναίσθημα. Όταν η αγάπη είναι τόσο δυνατή και πραγματική, όταν έχει δοκιμαστεί και με τον χρόνο απλώς δυναμώνει και δεν καταλαγιάζει, τότε πώς ξέρουμε εμείς αν είναι λάθος; Για τα άτομα αυτά ο γάμος είναι ένωση, συνύπαρξη, καθημερινότητα με όποιες δυσκολίες –κι ας είναι πολλές–, και το χτίσιμο ενός κοινού μέλλοντος. Δεν αποτελεί το τέλος της ελευθερίας τους και μια περιοριστική δέσμευση που δείχνει πως οι επιθυμίες θα μένουν ανεκπλήρωτες και οι επιλογές θα’ ναι περιορισμένες. Έχουν μάθει μαζί από μικρά, έχουν ωριμάσει ο ένας πλάι στον άλλον, έχουν γίνει δυο ενήλικες ψυχές που θέλουν να ζήσουν σαν ένα, σαν οικογένεια πραγματική, γιατί μεγαλώνοντας μεγάλωσε κι η αγάπη τους. Ποιοι είμαστε εμείς που θα τους το χαλάσουμε; Υπάρχουν κι αυτοί που δε μετρούν παρά μονάχα λίγους μήνες μαζί μα ξέρουν εξαρχής πως ανήκουν ο ένας στον άλλον και δε διστάζουν να κάνουν σύντομα το επόμενο βήμα.

Τα άτομα αυτά, χωρίς εγωισμούς, με κατανόηση, αγάπη κι αφοσίωση, αντιμετωπίζουν τη ρουτίνα και τα προβλήματά της, τους τσακωμούς και τις φωνές. Τίποτα δεν είναι εύκολο, αλλά δεν το βάζουν στα πόδια, ούτε αφήνουν τον γάμο να βαλτώσει και να νιώσουν εγκλωβισμένοι. Έχουν δυο βασικά χαρακτηριστικά: βαθιά αγάπη και καψούρα που ξεκινά από το μυαλό και καταλήγει στο κρεβάτι. Ο πόθος είναι ζωντανός κάθε φορά που θα γυρίσουν κουρασμένοι από τη δουλειά. Η καθημερινότητα μπορεί να είναι ζόρικη, μα ο έρωτάς τους απλώς φουντώνει. Γι’ αυτό, αυτούς τους τρελούς κι ερωτευμένους πρέπει να τους θαυμάζουμε κι όχι να τους κατηγορούμε. Ίσως καταβάθος θα θέλαμε να βρεθούμε στη θέση τους, όσο κι αν ισχυριζόμαστε το αντίθετο.

Συντάκτης: Γεωργία Ιορδανοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.