

Τον απόλαυσα τον χθεσινό καβγά
πάνω στο υγρό πεζοδρόμιο,
εκεί μπροστά στο ψαράδικο της γειτονιάς.
Ξαλάφρωσα.
Φώναξα, ειρωνεύτηκα.
Σήμερα,
θέλησα να μαλώσω στ’ αλήθεια
με εκείνον τον τύπο
που κόντεψε να με πατήσει στις διαβάσεις.
Και ύστερα, λίγες στιγμές πιο κάτω,
πάλι με την ίδια ανάγκη,
έσκασα που κατάπια ανέραστη υπομονή,
όταν με πετσόκοψαν άκυρα
κάποια ξώφαλτσα οικογενειακά ερωτήματα.
Τα μάζεψα τα ματωμένα λόγια μου.
Τα μάζεψα κακήν κακώς,
και τα τσουβάλιασα για το σπίτι.
Να κάνω μια γαβάθα γαλλικό καφέ,
να κάτσω στην πολυθρόνα του σαλονιού μου
να μαλώσω με την ησυχία μου
μονάχη…
όπως έκανα χθες και ξαλάφρωσα ξανά,
μέσα στο μυαλό μου.