Πήρα μια βαθιά ανάσα και την παρατήρησα πολύ προσεκτικά καθώς είχε ξαπλώσει ολόγυμνη πάνω στο κρεβάτι μου. Κατάμαυρο μαλλί, κατάλευκο δέρμα, μεγάλα καταπράσινα μάτια – πραγματικά όμορφη. Την ήξερα από μικρή, και θαύμασα το πως αυτό το ατίθασο κορίτσι είχε ωριμάσει σε μια τόσο εντυπωσιακή, αισθησιακή γυναίκα.

Είχαμε μια από αυτές τις σχέσεις που βρίσκεστε σπάνια για λίγες μέρες έντονου πάθους, μετά χάνεστε και ξανασυναντιέστε μετά από αρκετούς μήνες ή χρόνια. Πάντα συζητούσαμε για τον «παράλληλο βίο» μου, και πάντα υπήρχαν μικρά παιχνίδια εξουσίας αναμεταξύ μας, όμως εδώ η κατάσταση ήταν διαφορετική. Μου ζητούσε να είναι η συνοδός μου στο Torture Night* μια μεγάλη, επίσημη φετιχιστική εκδήλωση, να γίνει το κατοικίδιο μου για μια ολόκληρη νύχτα σε ένα κοσμικό BDSM γεγονός στο οποίο ίσως χρειαζόταν και να συμμετέχει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Δεν ήταν το ίδιο, ούτε κατά διάνοια.

«Σας παρακαλώ Κύριε…» ψιθύρισε με μια φωνή τόσο αισθησιακή που ένιωσα την ανάσα μου να κόβεται, «θα είμαι καλή, σας το υπόσχομαι». To δέλεαρ ολοκληρώθηκε με μια σειρά από αργά, τρυφερά, απαλά και ζουμερά φιλιά σε ένα πολύ ιδιαίτερο σημείο. Αποφάσισα να της δώσω μια ευκαιρία.

«Εντάξει, αλλά μόνο με Συμβόλαιο. Θέλω να είμαστε ξεκάθαροι και στο τι θα συμβεί, και στο τι περιμένω από εσένα», επεσήμανα. Πάντα προτιμώ να υπάρχει κάποιο έγγραφο Συμβόλαιο. Φυσικά, δεν έχει νομική ισχύ, είναι ας πούμε μια γραπτή καταγραφή των κανόνων και των ορίων της BDSM σχέσης.
Αμέσως έφερα το λαπτοπ και πιάσαμε δουλειά.

Στις επόμενες ώρες μιλήσαμε για τα πάντα. Από το πώς θα πρέπει να μιλάει και να περπατάει, μέχρι το πώς πρέπει να φέρεται σε τρίτους. Της εξήγησα ότι αυτό που θα κάναμε δεν ήταν μια συνηθισμένη πρακτική, πως θα ξέφευγε κατά πολύ από την πεπατημένη και κυριολεκτικά θα τερματίζαμε το κοντέρ. Ήταν ξεκάθαρα πως όσο πιο πολύ της περιέγραφα τις δυσκολίες και τα ζόρια, τόσο πιο πολύ την έφτιαχνε η ιδέα. Όταν τελειώσαμε τις διαπραγματεύσεις και φτάσαμε σε ένα κείμενο που μας ικανοποιούσε και τους δύο, το εκτύπωσα και το υπογράψαμε. Με μια κίνηση του στυλό πάνω στο χαρτί, αφήσαμε και οι δύο πίσω μας τα ονόματα, το παρελθόν μας και τις ζωές μας.

Θα ήμουν ο Κύριος της και θα ήταν το Κατοικίδιο μου.

Από το ίδιο βράδυ κιόλας, ξεκινήσαμε την εκπαίδευση. Είχαμε επτά μέρες καιρό μέχρι την ημέρα της εκδήλωσης. Σε αυτές τις επτά μέρες, το Κατοικίδιο μετακόμισε σπίτι μου. Φορούσε μόνο ένα κολάρο, κοιμόταν σε μια γωνία του υπνοδωματίου, και έτρωγε και έπινε μόνο από τα πιατάκια για σκύλους που της είχα δώσει. Κάθε ημέρα είχε μια λίστα από εργασίες που έπρεπε να γίνουν μέσα στο σπίτι, τις οποίες έπρεπε να έχει στην εντέλεια. Το βράδυ φυσικά ήταν άλλη ιστορία…

Την πρώτη ημέρα, σπάσαμε τα όρια του πόνου της. Τόσες διαφορετικές τεχνικές, τόσα διαφορά παιχνίδια, και τελικά αυτό που την έκανε να λυγίσει και να βάλει τα κλάματα ήταν το χέρι μου πάνω στα γυμνά οπίσθια της.

Την δεύτερη ημέρα, το μενού είχε πείραγμα και άρνηση. Όταν της επέτρεψα επιτέλους να ολοκληρώσει, αργά το βράδυ, είχε μια σειρά από εκρήξεις τόσο έντονες που κατέρρευσε ημιλιπόθυμη δίπλα μου και χρειάστηκε να την μεταφέρω σηκωτή στο «κρεβάτι» της.

Την τρίτη ημέρα, με το σώμα και την καρδιά της να έχουν συνηθίσει πλέον το αίσθημα υποταγής, κάναμε μια αναδρομή στην ιστορία του bdsm κοιτάζοντας αρχειακό υλικό από την συλλογή μου και εξηγώντας τα πιο σημαντικά σημεία…πρακτικά. Την τέταρτη ημέρα παραδοθήκαμε στην απόλαυση, με επίκεντρο την δική της απόλαυση. Αυτό είχε διπλό σκοπό – πέραν της εκπαίδευσης της με διάφορα toys και απόλαυσης όσο άντεχε το σώμα της, ήταν η τελευταία φορά που θα είχε την άδεια μου για να ολοκληρώσει πριν την μεγάλη νύχτα. Είναι σημαντικό να παραμένει ζωντανή η επιθυμία, σαν μια φωτιά που καίει. Την πέμπτη ημέρα κάναμε μια μικρή πρόβα στο σπίτι και τα πήγε περίφημα, τόσο που την επόμενη ημέρα το επαναλάβαμε. Ήταν τόσο αναμμένη που το μάτι της είχε θολώσει, όμως το απολάμβανε τόσο πολύ…ήταν στο επίκεντρο της προσοχής, στο κέντρο του μικρού μου κόσμου, και αυτό την έκανε τόσο ευτυχισμένη.

Και τελικά, ήρθε η μεγάλη νύχτα. Ντυθήκαμε στο πνεύμα της βραδιάς και πήγαμε στο event. Εγώ με ένα κλασσικό μαύρο κοστούμι, εκείνη με μάσκα και ένα μακρύ μαύρο παλτό που από μέσα έκρυβε έναν ημιδιάφανο κορσέ, μαύρες ζαρτιέρες και κάλτσες με δαντελωτό τελείωμα, και φυσικά το κολάρο με το λουρί της. Με τις ψηλοτάκουνες γόβες της ήταν σχεδόν στο ύψος μου, και εγώ βρίσκομαι στο 190. Ήταν πραγματικά εντυπωσιακή και έκανε κάθε κεφάλι να γυρίσει με το που μπήκε στη κεντρική σάλα.

Γνωστοί και φίλοι έσπευσαν να μας χαιρετήσουν, και το Κατοικίδιο προθυμοποιήθηκε να κρατάει με έναν δίσκο τα ποτά μας ενώ εμείς απολαμβάναμε το σόου. Πάντα μιλούσε όπως έπρεπε, όταν έπρεπε, ενώ κατάφερε να αποφύγει με παροιμιώδες τακτ τις πολλές άσεμνες προτάσεις που δέχτηκε, μεταθέτοντας τις σε εμένα. Το μόνο μελανό σημείο ήταν όταν ένας λιγότερο ευγενής dom την ακούμπησε χωρίς την άδεια της ή την δική μου, αλλά το μετάνιωσε όταν άδειασα το κρασί μου πάνω του. Φυσικά άρχισε να φωνάζει και να απειλεί με όλη την χάρη που χαρακτηρίζει έναν Νεάντερταλ, αρκετά για πιάσει την προσοχή των κύριων της πόρτας που τον οδήγησαν σύντομα στην άλλη πλευρά της.

Θέλοντας να δω πόσα έχει μάθει, τράβηξα το Κατοικίδιο προς το μέρος μου και της ψιθύρισα στο αυτί την αποστολή της. Εκείνη με κοίταξε αρχικά με τρόμο, έπειτα με ενθουσιασμό και ύστερα με ικανοποίηση. Μου χαμογέλασε και εκτέλεσε άψογα όσα της είχα πει. Δαγκώνοντας το λουρί της έπεσε στα τέσσερα και περπάτησε, προκαλώντας ουκ ολίγα εμφράγματα, προς μια κοπέλα ασιατικής καταγωγής με ένα κατάμαυρο κιμονό που χόρευε ανέμελη στη μέση της πίστας. Στάθηκε σαν σκυλάκι μπροστά της, και της προσέφερε το λουράκι της. Εκείνη τα έχασε, κοίταξε αριστερά και δεξιά ώσπου με είδε να της χαμογελάω και να της λέω «Δωράκι». Αυτό ήταν. Πήρε το Κατοικίδιο από το λουρί της και άρχισαν να χορεύουν, και μετά να φιλιούνται, και μετά να κατευθύνονται μαζί προς το χώρο «παιχνιδιού» του club.

Διακριτικά, ανέβηκα και εγώ για να απολαύσω τους καρπούς των κόπων μου. Το θέαμα ήταν ίσως από τα πιο ερωτικά πράγματα που έχω δει από κοντά στην ζωή μου. Όταν τελείωσε το παιχνίδι με την προσωρινή Αφέντρα της, βούτηξα το κατοικίδιο από το λουράκι και την φίλησα σαν να μην υπάρχει αύριο. Πήραμε το πρώτο ταξί που βρήκαμε και σχεδόν το κάναμε στο πίσω κάθισμα. Όταν φτάσαμε επιτέλους σπίτι, θα πω μόνο ένα πράγμα που περιγράφει απολύτως το τι επακολούθησε – το κρεβάτι μου έσπασε.

Την άλλη ημέρα το πρωί, ξυπνήσαμε αγκαλιά. Το Συμβόλαιο είχε λήξει. Είχαμε τα χαρούμενα χαμόγελα δύο εραστών που ταξίδεψαν σε ένα όνειρο θερινής νυκτός, μα και τις ανήσυχες ματιές ονειροπόλων αφού ξυπνήσουν.

Η μεγάλη ερώτηση ήταν «Και τώρα, τι;».

Στις φαντασιώσεις υπάρχουν δύο άκρα και τίποτα ενδιάμεσο. Είτε που όταν τελειώσουν τις αφήνεις πίσω σου, είτε που ξεκινάνε κάτι πολύ, πολύ μεγάλο. Το δεύτερο μπορείς να το πετύχεις μόνο με έναν από αυτούς τους λίγους, σπάνιους ανθρώπους, που ταιριάζουν ακριβώς στην αγκαλιά σου, και δεν μιλάω για θέμα διάπλασης αυτή τη στιγμή.

Στην περίπτωση αυτή, ξέραμε και οι δύο ότι ανήκουμε στην πρώτη κατηγορία. Αντιμετωπίσαμε την πραγματικότητα, πνίξαμε τον πόνο, ντυθήκαμε και αποχαιρετιστήκαμε με μια πολύ εγκάρδια αγκαλιά, εκείνη ευγνώμον για το ότι της επέτρεψα να αποδράσει για μια ολόκληρη εβδομάδα στον σκοτεινό μου κόσμο, και εγώ γιατί χάρη σε τέτοιους ανθρώπους ο κόσμος αυτός αποκτά ζωή.

As always, play safe
-Veign Crowley

*Το όνομα έχει αλλοιωθεί για να μην αποκαλυφθούν η ημερομηνία και το μέρος, και κατ’επέκταση η ταυτότητα των εμπλεκόμενων.

Συντάκτης: Veign Crowley