Χωρισμός και φιλία. Συνώνυμα του πόνου και της ευλογίας αντίστοιχα. Πώς αυτές οι δύο έννοιες μπορούν να σχετιστούν; Πώς μπορεί η δεύτερη να απαλύνει την πρώτη; Πώς οι φίλοι ακούνε και συμβουλεύουν επί του θέματος, βοηθώντας μόνο με την παρουσία τους;

Οι είδηση του χωρισμού σκάει σαν βόμβα. Κλάματα, φωνές, αναπάντητα «γιατί». Τα τηλέφωνα να πατάνε ασταμάτητα τον αριθμό της πρώην πλέον αγάπης σας. Καμία ανταπόκριση. Λες και με ένα «αντίο» εξαφανίζεται ο άνθρωπος. Λες και δεν υπήρξε ποτέ. Απλά έκλεισε την πόρτα και έφυγε. Σε άφησε εκεί στα σκαλάκια του σπιτιού, με τα μάτια βουρκωμένα, την καρδιά σου να κοντεύει να βγει έξω από το στήθος και το χέρι να δείχνει την έξοδο, στο άκουσμα του: «Δεν μπορώ να συνεχίσουμε άλλο».

Όσο κι αν αργοπεθαίνεις, τα μάτια σου τη στιγμή εκείνη λειτουργούν σαν κάμερα πολλαπλών πίξελ που αποτυπώνει την κάθε κίνηση. Την κάθε κίνηση σε αργό βήμα. Κοιτάς που χάνεται στο βάθος. Νομίζεις είναι εφιάλτης, νομίζεις πως θα ξυπνήσεις. Με όση δύναμη σου έμεινε πας σπίτι. Παίρνεις το κινητό και καλείς τους φίλους σου. Οι λέξεις βγαίνουν δύσκολα και βασανιστικά. Ένα «χώρισα» καταφέρνεις να πεις και πλαντάζεις στο κλάμα. Κλείνεις το τηλέφωνο και συνειδητοποιείς ότι ο τύπος που μόλις έκλεισε την πόρτα πίσω του, όντως την έκλεισε για πάντα. Δεν είναι εφιάλτης, μήτε παραμύθι.

Και ξαφνικά, ενώ οι σκέψεις αρχίζουν να σε κατακλύζουν και οι στιγμές σας να θολώνουν το μυαλό σου, ακούς το κουδούνι. Ήρθαν. Οι φίλοι σου μαζεύτηκαν εσπευσμένα να σε δουν. Να μάθουν τα τετελεσμένα. Πώς, γιατί, ποια η αφορμή και ποια η αιτία; Αρχίζεις να διηγείσαι. Κλαις λίγο στο ενδιάμεσο και σπάει ο ειρμός σου. Αυτοί έκαναν καφεδάκι και σε ακούνε. Τα λες, τα ξαναλές. Λες κι ό,τι χιλιοειπωθεί θα πονάει λιγότερο.

Αρχίζουν και αυτοί να σου λένε πως δεν άξιζε, πως έκανες λάθος σε κάποια πράγματα και πως και ‘συ φέρεις κάποιο μερίδιο ευθύνης. Μα πάνω από όλα θα σου πούνε πως έγινε για το καλό σου.  Με αυτά και με αυτά περνάνε οι ώρες. Κάποιος θα κοιμηθεί εκεί μαζί σου, να σου κάνει παρέα, να πιείτε μια μπύρα και να δείτε μια σειρά. Και κάπως έτσι ο χρόνος κυλάει αργά και βασανιστικά.

Αρχίζεις σιγά-σιγά να βγαίνεις για βόλτες. Πάτε για καφέ, ακούς το όνομά του από κάποιο περαστικό. Ή απλά περνάτε από ένα μαγαζί που είχατε καθίσει με τον πρώην κάποτε μαζί. Αρκεί μια αφορμή και μόνο για να αρχίσει η καταιγίδα. Και να σου από την αρχή να συζητάς τα γιατί που σε απασχολούν. Κι οι φίλοι σου, εκεί, αγέρωχοι να ακούνε. Να ακούνε και να ακούνε. Τόσες φόρες που άκουσαν τα τόσα «γιατί» και τις τόσες ανασφάλειές σου εννοείται μπορούν να τις διηγηθούν και αυτοί άνετα. «Έκανα καλά που δεν το έψαξα;» ρωτάς. «Γιατί, όμως, συμπεριφέρεται λες και δεν υπάρχω πια;», απορείς. Ξέρεις τι θα σου πούνε τα φιλαράκια σου. Ξέρεις; Προφανώς όχι, γιατί είναι αυτονόητη η απάντηση.

Ξέρεις, γιατί τους το είπες δεκάδες φορές που πλέον βάζουν την κασέτα στο «PLAY» όποτε ανοίξεις το στόμα σου για το θέμα αυτό.  Η κουβέντα σχεδόν πάντα καταλήγει στο ότι θα βρεις καλύτερο ταίρι, με ‘σένα να γνέφεις καταφατικά. Δεν έχεις άλλωστε και πολλά να κάνεις. Ξέρεις πως έχουν δίκαιο. Πάντα είχαν, και αυτό αποδείχθηκε. Πάντα είχαν μια καθαρή κρυστάλλινη άποψη και σου έλεγαν όποτε κάτι δεν πήγαινε καλά. Εσύ, όμως, ήσουν στον κόσμο σου. Λογικό. Έρωτας βλέπεις. Παρόλο, όμως, που αυτοί έστειλαν τις μέλισσές τους να σε προειδοποιήσουν όπως τις μέλισσες του Ονήσιλου , και αποδείχτηκαν σωστοί, ποτέ δε σου γύρισαν την πλάτη. Ειδικά τώρα.

Είναι εκεί να σε ακούνε να γκρινιάζεις πως είσαι μόνος και σε τρώει μοναξιά. Είναι εκεί όταν ακούς το τραγούδι της Αλεξίου «Οι φίλοι μου χαράματα» και κλαις. Είναι εκεί για να σε πιάσουν από τους ώμους και να σου πούνε ταρακουνώντας σε «Ρε ξύπνα, δεν άξιζε!» Είναι εκεί για να ακούσουν τα ίδια και τα ίδια, ξανά και ξανά. Με όριο το 100, εσύ πρέπει να επανέλαβες ότι δεν είσαι καλά που χώρισες 150 φορές. Βλέπεις πως κάποτε και αυτοί κουράζονται. Δεν έχουν τι άλλο να σου πουν. Δεν ξέρουν πότε θα έρθει ο επόμενος, ούτε πόσα κιλά κουτόχορτο είχε στο κεφάλι ο προηγούμενος.

Δεν έχουν απάντηση στα τόσα «γιατί» σου. Έχουν, όμως, κάτι πολύ σημαντικό. Έχουν απεριόριστη αγάπη για ‘σένα. Ξέρουν πώς να σου απαλύνουν τη μοναξιά σου. Θα σε βγάλουν με το ζόρι βόλτα αν χρειαστεί. Θα σε πάνε στο αγαπημένο σου εστιατόριο. Θα κλείσουν εκδρομούλα. Θα σου απαγορεύσουν να βλέπεις το προφίλ του. Θα σε μαλώσουν όποτε χαζεύεις φωτογραφίες σας. Οριοθετούν νέους κανόνες στη ζωή σου, μόνο για να σε δουν και πάλι καλά.

Γενικά οι φίλοι σου στις περιπτώσεις χωρισμού, μπορεί να δυσανασχετήσουν λίγο λόγω επαναληψιμότητας και ανημποριάς αποτελεσματικής βοήθειας, αλλά πάντα θα είναι εκεί. Θα είναι εκεί να σε ακούνε να μουρμουράς πως έχασες το κελεπούρι, ενώ μέχρι και ‘συ ξέρεις πως γλίτωσες από ένα βάσανο. Θα στο αποδείξουν. Θα σου δείξουν πως η ζωή κρύβει και άλλα μυστικά εκτός σχέσης. Κι ας μην τα καταλάβεις στην αρχή. Θα σε μάθουν να αγαπάς εσύ τον εαυτό σου από την αρχή, δείχνοντάς σου αγάπη.

Και ναι, θα τα συζητάτε για πολύ καιρό μετά, τα του χωρισμού. Μόνο έτσι θα το ξεπεράσεις. Θα το φιλοσοφήσετε πολύ το θέμα, αυτό είναι σίγουρο. Θα γίνεις πριχτάκι και το ξέρουμε, αλλά άμα δεν πεις τον πόνο σου στα κολλητάρια, ποια η νοστιμάδα; Άλλωστε, αντέχουν στα δύσκολα, και η δοκιμασία που τους περιμένει με το που χωρίσεις είναι της υπομονής. Το ήξεραν από την ώρα που σήκωσαν το τηλέφωνο και τους το ανακοίνωσες. Θα μείνουν δίπλα σου, όμως, και θα είναι απίκο σε ό,τι κι αν χρειαστείς. 

Συντάκτης: Νικολίνα Ανδριάνα Χριστοφόρου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα