Οι άνθρωποι είναι φύσει ερωτικά όντα. Είτε σόλο είτε με το ταίρι, εφήμερο ή μη, απολαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό τις επαφές. Σε καμία των περιπτώσεων δεν υπάρχει κάτι μεμπτό ή κατακριτέο σ’ αυτή την απόλαυση. Ντοπαμίνη, οξυτοκίνη, προλακτίνη, ενδορφίνες κι άλλες ορμόνες παίζουν μπάλα την ώρα της πράξης, επηρεάζοντας θετικά την υγεία μας, ψυχική και σωματική.

Παρ’ όλα αυτά, εδώ και πολλά χρόνια, η ερωτική μας ζωή πλαισιώνεται από ταμπού. Αν και έχουν αρκετά κοινά, αυτή τη στιγμή σίγουρα δε γίνεται λόγος για το επιτραπέζιο! Ταμπού. Μια φαινομενικά απλή μα ιδιαίτερα σημαντική λέξη. Σαν όρος προέρχεται από γλώσσες της Πολυνησίας και αναφέρεται σε οτιδήποτε θεωρείται απαγορευμένο σύμφωνα με θρησκευτικές πεποιθήσεις και κοινωνικές νόρμες -από γενική συμπεριφορά έως μία απλή λεκτική διατύπωση.

Πολλές φορές φοβόμαστε να υποκύψουμε στις πραγματικές επιθυμίες μας, ενώ νιώθουμε μια κάποια ενοχικότητα για την πιο ερωτική πλευρά του εαυτού μας. Πρόκειται όμως για άνευ λόγου ενοχή που αποτελεί απόρροια φόβου, ντροπής ή άγνοιας και κυριαρχεί συναισθηματικά, ενισχύοντας ένα αίσθημα ματαίωσης και αποτυχίας σε σχεσιακό πλαίσιο. Υπάρχουν εμπειρίες που πολλοί φοβούνται να βιώσουν, κυρίως λόγω ενδεχόμενης κοινωνικής κριτικής. Η απόλαυση με παρτενέρ μόνο τον εαυτό σου, το να μπει το ταίρι από πίσω, το να το κάνει μια κοπέλα ενώ είναι αδιάθετη, πάσης φύσεων διαταραχές που δυσκολεύουν την πράξη και ψυχολογικοί παράγοντες που δε σε αφήνουν να τελειώσεις συνεχίζουν να αποτελούν θέματα ταμπού ακόμα και σήμερα.

Σαφώς και οι ισχύουσες απαρχαιωμένες αντιλήψεις δεν αλλάζουν απ’ τη μια μέρα στην άλλη, αλλά είναι τουλάχιστον αστείο να ντρέπεται κανείς για τα παραπάνω στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες. Κάποια στιγμή πρέπει να το πάρουμε απ’ την αρχή και να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να ξεφύγουμε απ’ την ντροπή που νιώθει κανείς όταν δε φοράει τίποτα και να γνωρίσουμε το σώμα μας και τις ανάγκες του, κάτι που θα βοηθήσει να καθορίσουμε και την ταυτότητά μας.

Κατά βάση, όλα ξεκινούν από το σπίτι και από τη διαπαιδαγώγησή μας από την παιδική ηλικία. Μέχρι και την ηλικία των δώδεκα, κάθε παιδί διέρχεται από τέσσερα εξελικτικά στάδια, μέσω των οποίων διαμορφώνεται και η ανάπτυξή του σε ψυχικό και ερωτικό τομέα, βάζοντας σιγά-σιγά τις βάσεις μιας υγειούς προσωπικότητας. Στο εξωτερικό (και δη σε βορειότερες χώρες) το χωρίς ρούχα είναι τόσο φυσιολογικό, όπως το να μένει ο μέσος Έλληνας μέχρι τα 35 με τους γονείς του! Επειδή όμως εδώ δεν είμαστε Σουηδία (δεν εννοούμε κάτι προσβλητικό, απλώς ότι είναι αποδεκτό απ’ την κουλτούρα τους να κυκλοφορούν έτσι ακόμα και μες το σπίτι), καλό είναι να προσαρμοστούμε στις τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες.

Η εξοικείωση ενός παιδιού με τη θέα ενός σώματος που δε φοράει κάτι (όπως με το σώμα των γονιών του), σύμφωνα με έρευνες αποτελεί βασική προϋπόθεση για να αποδεχτεί και να αγαπήσει το δικό του σώμα. Ακόμη και σήμερα, το ότι δε νιώθουμε άνετα να τα βγάλουμε όλα θεωρείται υπεύθυνο για διαταραχές ερωτικής φύσεως που είναι πιθανόν να εμφανιστούν σε μία κατά τα άλλα υγιή ενήλικη προσωπικότητα. «Υπάρχουν εκείνοι που δεν νιώθουν καθόλου άνετα χωρίς ρούχα μπροστά σε άλλους, υπάρχουν και εκείνοι που δε θέλουν ούτε να κοιτάζουν τον εαυτό τους χωρίς αυτά», αναφέρει ο Martin Antony, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Ryerson του Τορόντο.

Φόβος να κυκλοφορήσουμε χωρίς ρούχα, ανησυχία την ώρα της επαφής, άγχος πως το σώμα μας έχει κάτι περίεργο που το κάνει μη αρεστό κι αποδεκτό. Καταστάσεις που μας κάνουν να αισθανόμαστε ατελείς κι εκτεθειμένοι, ενθαρρύνοντας σχετικά παράλογες συμπεριφορές που μας εμποδίζουν να ζήσουμε μια φυσιολογική ζωή. Ατέλειες ή σημάδια, στα οποία το ταίρι μπορεί να μην παρατηρήσει καν, μεγεθύνονται στο πίσω μέρος του μυαλού μας και αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, κάνοντάς μας να θέλουμε να κρύψουμε το σώμα μας από άλλους. Αυτά, συνδυαστικά πολλές φορές και με αγχώδεις διαταραχές και φοβίες, όπως ο φόβος της οικειότητας, οδηγούν σε ένα ευρύτερο φάσμα διαταραχών που σχετίζονται με φόβο γύρω από την ίδια την πράξη. Αυτό επιδέχεται μεν θεραπεία από επαγγελματία ψυχικής υγείας, η φύση της οποίας όμως ποικίλει, μιας και η πηγή του φόβου είναι καθαρά προσωπική.

Το σημαντικό είναι να διώξουμε τα κοινωνικά ταμπελάκια. Να καταλάβουν οι γονείς καταρχάς ότι οφείλουν να διαμορφώσουν μια πρώτη άποψη στο παιδί τους, μιλώντας του για θέματα ταμπού την κατάλληλη στιγμή. Τα παιδιά πρέπει να μάθουν ότι το να μη φοράς κάτι είναι μεν προσωπικό, αλλά όταν δε γίνεται δημόσια είναι και φυσιολογικό, ώστε να ανακαλύψουν το σώμα τους και να εκφραστούν μέσα από αυτό. Έτσι, θέτοντας υγιή όρια, το χωρίς ρούχα ούτε ενοχοποιείται, ούτε απομυθοποιείται. Όλα είναι θέμα αποδοχής και εμπιστοσύνης.

Όταν δεν απαντηθεί μια ερώτηση, σίγουρα το παιδί θα ψάξει αλλού την απάντηση, κάτι που δεν είναι και τόσο ασφαλές, καθώς μπορεί να  φέρει αντίθετα αποτελέσματα. Το θέμα είναι να γίνει σαφής ο σεβασμός του ανθρώπινου σώματος και της ιδιωτικότητας με κατάλληλη οριοθέτηση. Να μάθουν τα παιδιά ότι δεν εκθέτουμε το σώμα μας και δε μας αγγίζουν χωρίς να θέλουμε στα σημεία που καλύπτει το μαγιό. Έτσι, μεγαλώνοντας θα νιώσουν πιο άνετα για βαθύτερες συζητήσεις, μιας και θα έχουν ήδη διαμορφώσει μια πρώτη εικόνα από την παιδική ηλικία. Ο ρόλος των γονιών στη διαπαιδαγώγηση είναι πολύ σημαντικός, ενώ δεν παίζουν ρόλο μόνο οι συζητήσεις με το παιδί ή οι απαντήσεις που δίνουν, αλλά και η σχέση μεταξύ τους και το πώς συμπεριφέρονταν ως ζευγάρι μπροστά στα παιδιά.

Συντάκτης: Αναστασία Ιλαρίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.