Κατεβαίνει η γριά με το μαλλί λάχανο και τη γούνα ενώ είναι ακόμα αρχές Οκτώβρη. Πασαλειμμένα τα πάντα: eye liner, ρουζ, κραγιόν, μυαλά. Είναι η πρώτη στο κατάστημα, η πρώτη πελάτισσα που έχει να αντιμετωπίσει μόνος του. Περπατάει με πολύ ύφος και ελάχιστη συνειδητοποίηση της ηλικίας της.

– Παρακαλώ, πως μπορώ να σας βοηθήσω;

– Αντρεεεου Ριουουε. (Nαι, τόσο τραβηγμένο).

– Παρακαλώ;

– Συγνώμη νεαρέ υπονοείς ότι δεν ξέρεις τον Αντρεεεου Ριουουε;

-Όχι δεν έτυχε.

-Απαπαπα τι σας μαθαίνουν πια; Χάθηκαν οι καλοί πωλητές.

Με τα πολλά πάνε και ψάχνουν στο σύστημα και δεν υπάρχει κάποιο CD του. Ναι, για μας που δε τον ξέρουμε συνθέτης είναι ο κύριος.  Η ημιθανής γραία μουρμουράει κάτι προσβλητικό μέσα από τα δόντια της και ρωτάει: «Που είναι το ασανσέρ επιτελούς;»

Σημείωση: Το ασανσέρ που μόλις χρησιμοποίησε.  Κρατιέται να μη της πει καμιά βαριά. Εδώ μανίτσα μου δε ξέρεις από πού ήρθες, μου θες και Αντρεεεου Ριουουε; Γιατί; Για σάουντρακ της κηδείας σου;

Φυσικά αυτό δεν είναι το πιο χτυπητό από τα πολλά χτυπημένα περιστατικά, αλλά ήταν το πρώτο που ο Θωμούλης (κολλητός- κουμπάρος στον οποίο αφιερώνω το άρθρο για τα γενέθλια του) κλήθηκε να αντιμετωπίσει στην καριέρα του.

Φυσικά και μου θύμισε τα δικά μου, όταν δούλευα πωλητής σε μεγάλο βιβλιοπωλείο. Ευτυχώς συνοικιακό υποκατάστημα και δεν είχα πολλές κουλαμάρες. Αλλά είχαμε και ‘ μείς  περιπτωσάρες. Αυτή η περίοδος της καριέρας μου, μου άλλαξε την οπτική μου γωνία.

Έμαθα να λυπάμαι και να σέβομαι τον πωλητή- πωλήτρια. Τι θέλω να πω.

Δεν πάμε, καλή μου γυναίκα οχτώ πάρα  πέντε το Σάββατο σε κατάστημα που κλείνει στις οχτώ και περιφερόμαστε ασκόπως ρίχνωντας απλά μια ματιά γύρω τριγύρω. Ο κόσμος έχει και σπίτια να πάει. Εσύ μπορεί να βγήκες μόλις από το δικό σου δυο ώρες πριν για να κάνεις μαλλί και νύχι, αλλά ο κόσμος δουλεύει ήδη εφτά ώρες μίνιμουμ.

Επίσης, ο δόλιος ο πωλητής δεν έχει καμιά όρεξη να βλέπει τη μάπα σου, λες και έχεις φάει έναν κουβά σκατά, μαζί με τον κουβά. Χαμογελάμε ευγενικά. Είναι αυτό που πιέζοντας προς τα πάνω τις άκρες των χειλιών μας, τα ωθεί σε μια ημικυκλική θέση. Μπορούν να φανούν και τα δοντάκια σας, εφόσον είναι πλυμένα. Οι πωλητές -οι περισσότεροι- είναι χαμογελαστοί. Ασχέτως αν το εννοούν. Πολλοί προσποιούνται. Άρα μπορείς να προσποιηθείς  και ‘συ αγαπητέ πελάτη, για τα λίγα λεπτά που σ’ εξυπηρετούν.

Μιας που το αναφέραμε. Δεν είναι προσωπικός σου πωλητής. Έχει να εξυπηρετήσει εσένα και μερικούς άλλους παλαβούς και μη.

Δεν είναι η θεά Κάλι, ούτε και ο Flash. Οπότε έχουμε κατανόηση στο χρόνο που χρειάζεται και στη σειρά προτεραιότητας. Καλά, αυτό το τελευταίο εμείς οι Έλληνες το ‘χουμε πηδήξει κανονικότατα απ όλες τις πλευρές.

Τώρα που είπα «πηδήξει». Επειδή εσένα έχουν να σε πηδήξουν από την πτώση του τείχους του Βερολίνου, δε χρειάζεται να το δείχνεις και να ξεσπάς σε άλλους. Το ίδιο ισχύει και για την περίοδο – sorry ladies!

Δε σου φταίει το καψερό το παιδάκι που δουλεύει για ένα χαρτζιλίκι. Τα νεύρα τα εκδηλώνουμε σε ‘κεινους που μας φταίνε. Όχι όπου να ‘ναι. Αυτό, σας το λέω σαν ψυχολόγος.

Τώρα, ας το δούμε και από την πλευρά του πελάτη. Διότι κακά τα ψέματα, αγαπημένοι μου φίλοι, υπάρχουν και κάποιοι πωλητές που απλά είναι για σκότωμα. Είναι ένα δεύτερο σημείο που άλλαξε μετά την εμπειρία μου σαν πωλητής. Δεν υπήρξα πωλητής του μήνα, άλλα θεωρώ ότι ήμουν αξιοπρεπής. Ε, αφού μπόρεσα εγώ να είμαι ευγενικός, χαμογελαστός και όσο μπορώ εξυπηρετικός,  μπορούν και άλλοι να το κάνουν.

Παράδειγμα, στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μου. Περιμένω στο ταμείο φορτωμένος. Κρατάω με τα δόντια την κάρτα πόντων και ισορροπώ το πορτοφόλι στον δείκτη μου. Και η κοπελιά τρώει. Και μιλεί στο τηλέφωνο. Γιατί μανταμίτσα μου; Τι σου φταίω; Δεν είσαι ευχαριστημένη με τη δουλειά σου; Οκ. Εγώ, γιατί; Φάε μετά. Στο τηλέφωνο εξυπηρετείς πελάτη; Λέμε τώρα! Προηγείται ο πελάτης που είναι εκεί. Εμείς τουλάχιστον έτσι το ‘χαμε.

Πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις είμαι ένα βήμα πριν πω τη μαγική φράση: «Φωνάξτε μου τον υπεύθυνο, παρακαλ ». Ξέρω η πρώτη σκέψη σας είναι, γιατί να χάσει τη δουλειά της η κοπέλα; Έτυχε. Έτυχε άλλα όχι μία ή δύο. Μόνιμα. Και γιατί αν αυτή μπορεί να κάνει με το ζόρι τη δουλειά της και να βαρυγκωμάει, υπάρχουν άνεργοι που θα την έκαναν με μια χαμογελάρα να!

Τι μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν.

Ναι, υπάρχει έναν σαβουάρ βιβρ για τη σχέση πωλητή – πελάτη και όχι δε χρειάζεται να ψάξουμε τον κύριο Ζαμπούνη. Είναι απλό και λέγεται κατανόηση και στοιχειώδης ευγένεια. Δεν είναι ανώτερος ο πελάτης επειδή είναι από την Καλαμαριά, αλλά και ούτε η πωλήτρια επειδή δουλεύει στη Louis Vuitton – τυχαίες οι επιλογές. Είναι μια σχέση ισότητας και δούνε-λαβείν, όπως και πολλές άλλες.

Άλλωστε οι ρόλοι αλλάζουν εύκολα και άμεσα, ειδικά για τους πωλητές.  Κάποια στιγμή και αυτοί μέσα στη μέρα γίνονται πελάτες, οπότε ας σκεφτούν πώς θα ήθελαν να τους φερθούν και να λειτουργήσουν και οι ίδιοι αναλόγως. Για τους πελάτες είναι λίγο πιο δύσκολο να γίνουν πωλητές, αλλά εξυπηρετούν και αυτοί τους γύρω τους με κάποιο τρόπο, οπότε μπορούν να δουν την συμπεριφορά των «απέναντι».

Αρκεί να είμαστε πρόθυμοι και ανοιχτοί στο να κάνουμε μια τσάρκα με τα παπούτσια του άλλου, για να προσπαθήσουμε να εξισορροπήσουμε αυτή την καταταλαιπωρημένη σχέση και να κάνουμε το shopping, μια καλύτερη εμπειρία για όλους μας.

Συντάκτης: Κλέαρχος Σταματουλάκης