Έφυγες σαν τον κλέφτη. Δε μου κάνει εντύπωση, συνήθισα σε αυτή την κακή εκδοχή της συμπεριφοράς σου. Αναμενόμενο και εξολοκλήρου προβλέψιμο. Έμεινα να κοιτώ τη φυγή σου και να αναρωτιέμαι την πάλη που δίνεις μέσα σου. Θλιβερό, όμως, γιατί ποτέ δε θα μάθεις να διαχειρίζεσαι τα συναίσθηματά σου. Πάντα φτάνεις μέχρι εκείνο το σημείο και έπειτα το βάζεις στα πόδια. Έχεις μάθει να ζεις με τα λίγα και με αυτά που δε φέρουν σκοτούρες, ευθύνες και υποχρεώσεις. Λίγο πριν κάνεις το βήμα που λαχταράει η ψυχή σου, αυτομαστιγώνεσαι.

Δε με τρομάζει το παρακάτω που θες να πας, σου έχω εμπιστοσύνη πως ότι και αν κάνεις πάντα θα επανέρχεσαι στο σημείο μηδέν. Σε αυτό που πάντα πιστεύεις ότι είναι ασφαλές. Χωρίς έννοιες και πολλές ανησυχίες, φροντίδες και οτιδήποτε έχει να κάνει με δικές σου αποφάσεις. Δυστυχώς, πάντα θα είσαι σε αυτό το στάδιο, το μηδενικό. Ακόμα και αν μετά από χρόνια καταφέρεις να μπεις σε μια κατάσταση, θεωρητικά υγιή, να ξέρεις θα είναι η ψευδαίσθηση που θα έχεις καλλιεργήσει μέσα σου. Θα έχεις πιέσει αρκετά τον εαυτό σου για να αποδεχτείς πως η τωρινή κατάσταση είναι σωστή, ένα σώμα σε μια σχέση χωρίς ψυχή. Αυτό θα είσαι, ένα άδειο κουφάρι. Θα είναι τα χρόνια που θα έχουν περάσει, θα κοιτάς πίσω σου και θα νιώθεις πως είσαι «ελαττωματικός» και θα θες να το αντιστρέψεις να αποδείξεις στον εαυτό σου και στον περίγυρο ότι άργησε τελικά, αλλά έγινε.

Μισός θα είσαι, θα ζεις μια εικονική κατάσταση. Όλες αυτές οι αγάπες που παραλίγο να γίνουν «παράδεισος» θα είναι εκεί στην επιφάνεια του μυαλού σου για να θυμάσαι πώς θα ήταν αν είχες τολμήσει. Σαράκι σωστό που θα σου τρώει την ψυχή, κολλημένος στο παρελθόν γιατί το μέλλον το έχεις προδικάσει με όλα αυτά τα πρέπει και μη. Με το πέρασμα του χρόνου, αυτά τα σημάδια θα σε βασανίζουν, θα σε κάνουν πιο σκληρό, πιο αναίσθητο με την έννοια ότι δε θα υπάρχει κάτι που να ομορφαίνει την ψυχή σου. Μόνο στιγμές, που θα τις ζεις, όπως εκλαμβάνεις όλα αυτά που διαδραματίζονται σε μια οθόνη. Θα έχεις παγώσει, κι αυτό θα είναι το δικό σου έργο που θα έχεις φερθεί σκληρά σε σένα.

Αν αγαπούσες τον εαυτό σου, δε θα τον είχες αφήσει να φτάσει στο τέλμα του. Θα είχες γευτεί την ευτυχία που σου άξιζε. Δε θεωρείς, ότι αξίζεις την ευτυχία γιατί έτσι έμαθες, έτσι μεγάλωσες με την εκτίμηση πως η ζωή είναι ένας πόνος. Αναβιώνεις σε κάθε σου κατάσταση έναν πόνο, και ότι ευχάριστο και αν συναντάς έχεις τη μαγεία να το ανατρέπεις σε πόνο. Ξέρεις την έννοια της αγάπης, αλλά ως εκεί. Δεν ξέρεις πώς να την εξωτερικεύσεις, αλλά ούτε και να την αποδεχτείς. Νιώθεις, πνίξιμο, φόβο και κάτι που δεν υπάρχει να συμβεί σε σένα. Τα θέλεις όλα αυτά από τη μία, αλλά από την άλλη όλα αυτά φαντάζουν «παραμύθια» στο δικό σου μυαλό. Ένα χάος η ψυχή σου, ένας άνθρωπος που αυτοκαταστρέφεται.

Όλα αυτά εσύ! Δε με λυπεί που έφυγες, δεν έχω λόγο να τα βάλω με έναν άνθρωπο που είναι συναισθηματικά μπερδεμένος. Με κάποιον που τελικά έχει περισσότερα συναισθήματα από μένα.  Που συμπεριφέρεται σπασμωδικά και έχει μια σοβαροφάνεια, αλλά μηδέν σοβαρότης. Είναι σαν αυτό που λένε, ότι δεν έχει νόημα να θυμώσεις με κάποιον που είναι άρρωστος. Είναι άρρωστος, πρέπει να δείξεις κατανόηση. Θα δείξω κατανόηση με τη σιωπή μου και ξέρω πλέον πως δεν έχω λόγο να με μειώσω άλλο. Εδώ, θα σταθώ να κάνω έναν απολογισμό σε εμάς.

Να πετάξω πίσω τα μαλλιά μου, να σβήσω το τελευταίο μου τσιγάρο και να φύγω από αυτή τη νοσηρή κατάσταση. Αντίο!

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα