Πόσοι άνθρωποι αλήθεια περνάνε από τη ζωή μας. Πολλοί ή περισσότεροι, λίγοι ή λιγότεροι αυτό είναι σχετικό. Όσοι όμως κι αν είναι αυτοί, όλοι τους θα αφήσουν το στίγμα τους στην πορεία τους και κάτι να σε σημαδέψει. Ο αδερφικός φίλος που θα σου σταθεί και θα είναι πάντα δίπλα σου, ο σύντροφος εκείνος που μαζί του θα περάσεις στιγμές που δε θα ξεχάσεις ποτέ. Θα τον βρεις, θα τον επιλέξεις και ό, τι σας επιφυλάσσει η τύχη.

Υπάρχουν όμως και κάποιοι άνθρωποι που δε θα επιλέξεις να τους βάλεις στη ζωή σου. Δε θα ψάξεις να τους βρεις. Γιατί πολύ απλά, εμφανίζονται στη ζωή σου από το πουθενά. Κυριολεκτικά από το πουθενά. Αγνοείτε ο ένας την ύπαρξη του άλλου. Και να, που βρίσκεστε σε κάποια ανύποπτη στιγμή. Πάντα όμως την πιο κατάλληλη. Σαν αυτό που λέμε «από μηχανής Θεοί». Και θα μπούνε στη ζωή σου όχι γιατί το επέλεξες, αλλά επειδή ήταν γραφτό σου να μπουν. Επειδή ίσως κάπου έχασες τον δρόμο σου και εκείνη η απροσδιόριστη έννοια που καθορίζει τη ζωή σου αποφάσισε πως με κάποιο τρόπο πρέπει να σε ξαναβάλει σε σωστή πορεία. Κι ενώ λοιπόν έχεις απελπιστεί και νιώθεις πως έχεις πιάσει πάτο, πως κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει να βγεις από το τέλμα, εμφανίζεται αυτός ο άνθρωπος από το πουθενά. Και τα πάντα συνηγορούν και αποδεικνύουν αυτό το «από το πουθενά». Με τον άνθρωπο αυτό μπορεί να σας χωρίζουν γύρω στα πεντακόσια χιλιόμετρα απόσταση. Περίπου είκοσι χρόνια στην ηλικία. Και σε ρωτάνε πώς γνωριστήκατε. Πώς βρεθήκατε. Δεν μπορείς όμως να απαντήσεις. Γιατί πολύ απλά δεν ξέρεις τι να απαντήσεις. Η αίσθηση όμως που επικρατεί είναι πως γνωρίζεστε χρόνια.

Οι συνομιλίες σας στην αρχή είναι τυπικές. Ήδη όμως από την πρώτη σας επαφή καταλαβαίνεις πως ο άνθρωπος αυτός θα καταλάβει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά σου. Οι νύχτες. Εκείνες οι νύχτες που ανταλλάσσετε μηνύματα μέχρι να βγει ο ήλιος και να αποφασίσετε πως πρέπει να κλείσετε για λίγες ώρες και να κοιμηθείτε, μέχρι να ξυπνήσετε το πρωί και να πιείτε παρέα τον πρωινό σας καφέ. Θεωρητικά μαθαίνετε ο ένας τον άλλο ακόμα, αλλά αυτό φαντάζει σαν μια μάλλον τυπική διαδικασία. Τα κοινά ενδιαφέροντα, οι κοινοί προβληματισμοί σας φέρνουν τόσο κοντά ώστε να μιλάτε ελεύθερα μεταξύ σας χωρίς τον φόβο της παρεξήγησης. Λες και γνωρίζεστε από καταβολής του κόσμου. Του λες τα προβλήματά σου, σου λέει τα δικά του και κάπου αυτός ο άνθρωπος σε κάνει να αποκτάς μια πίστη στους ανθρώπους. Νιώθεις όμορφα όταν μιλάς μαζί του. Ξέρεις πως είναι εκεί. Ό, τι ώρα κι αν είναι, ό, τι κι αν χρειαστείς. Περιμένεις το επόμενο βράδυ που θα ξαναμιλήσεις μαζί του και θα σας βρει ξανά μαζί το ξημέρωμα και ξανά και ξανά.  Και κάπως έτσι διαπιστώνεις πως αυτός ο άνθρωπος, όσο ανεξήγητα μπήκε στη ζωή σου, σίγουρα δεν μπήκε τυχαία.

Κάπου εκεί αρχίζεις ίσως να αναρωτιέσαι μήπως τελικά αυτός ο άνθρωπος είναι το άλλο σου μισό; Σκέφτεσαι όλα εκείνα τα χαριτωμένα ρητά περί έρωτα, πως πάντα έρχεται εκεί που δεν τον περιμένεις, πως έρχεται την κατάλληλη στιγμή και οτιδήποτε τέλος πάντων μπορεί να σε πείσει πως με τον άνθρωπο αυτό μπορεί να προχωρήσεις και λίγο παρακάτω. Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι. Αν ναι, ευλογημένος είσαι που το έζησες. Αν πάλι όχι, μη στεναχωριέσαι. Πάλι ευτυχισμένος να είσαι. Αναλογίσου πόσα πολλά σου έχει ήδη προσφέρει. Αυτός, ο άγνωστος μέχρι πριν από λίγο καιρό, αλλά τόσο δικός σου πια. Ο πιο δικός σου άνθρωπος. Που θα είναι εκεί για σένα κι εσύ για αυτόν. Κι ας εμφανίστηκε από το πουθενά.

 

 

Στην Τοσοδούλα…

 

Συντάκτης: Δημήτρης Ευσταθιάδης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου