Μια ζωή θα είσαι για όλους το καλό παιδί, εκείνος που δε θέλει να κακοκαρδίσει κανένα, που επιθυμεί πάντα να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Αυτό επαναλαμβάνεις με απογοήτευση στον εαυτό σου, ενώ παράλληλα σκέφτεσαι πόσες φορές οι άλλοι, με ευκολία, δεν υπολόγισαν τα δικά σου συναισθήματα κι απαίτησαν, άμεσα ή έμμεσα, να γίνει το δικό τους. Κι αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα. Οι λόγοι για τους οποίους καταπιεζόμαστε είναι πολλοί κι ακόμα περισσότεροι είναι οι λόγοι για τους οποίους το ανεχόμαστε.

Ο πιο βασικός λόγος είναι ότι έτσι μας έμαθαν, να κάνουμε πάντα το σωστό, μας όρισαν κανόνες τους οποίους έπρεπε να ακολουθήσουμε, οι επιθυμίες μπήκαν στο περιθώριο και τα «πρέπει» κυριάρχησαν, διαμορφώνοντας λίγο-πολύ τις επιλογές και τη συμπεριφορά μας. Κάθε φορά, λοιπόν, που λες «όχι» σε ένα «θέλω» σου, βάζοντας μπροστά τη λογική και τα κουτάκια του μυαλού σου, λες ένα μεγαλύτερο «όχι» στην ευτυχία και την ισορροπία σου.

Κι είναι αλήθεια, ότι η καταπίεση ξεκινά από πολύ νωρίς. Καταπιέζεσαι γιατί πρέπει να επιλέξεις το επάγγελμα που οι άλλοι θεωρούν κατάλληλο για σένα, εγκαταλείποντας τα όνειρα που εσύ είχες για τον εαυτό σου. Καταπιέζεσαι γιατί προκειμένου ν’ ανήκεις σε μια ομάδα και να μη μείνεις μόνος, ανέχεσαι ανθρώπους και καταστάσεις που δε σε γεμίζουν. Καταπιέζεσαι γιατί φοβάσαι να πεις τη γνώμη σου, μήπως κι οι άλλοι σε απομακρύνουν και σε κακοχαρακτηρίσουν.

Καταπιέζεσαι επιμένοντας σε μια σχέση που δε σε κάνει ευτυχισμένο, αλλά η ανασφάλειά σου δε σου επιτρέπει να ξεφύγεις και να σπάσεις τα δεσμά που σε κρατούν παγιδευμένο σε μια άρρωστη κατάσταση. Καταπιέζεσαι, αφού παραμένεις σε μια δουλειά που δε σε ικανοποιεί, αλλά η ανάγκη για ασφάλεια σε κάνει ν’ αναβάλλεις συνέχεια την απόφαση.

Καταπιέζεσαι κάθε φορά που αφήνεις τους άλλους να παραβιάζουν τα προσωπικά σου όρια, κάθε φορά που ανέχεσαι προσβλητικά σχόλια για τον εαυτό σου κι υποτιμητικές συμπεριφορές, αλλά προτιμάς να σιωπήσεις παρά να συγκρουστείς ή να υπερασπιστείς τον εαυτό σου. Με λίγα λόγια, καταπιέζεσαι κάθε φορά που δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου να είσαι εσύ, σε όλες σου τις εκφάνσεις, σε όλες σου τις διαθέσεις.

Δε χρειάζεται να είσαι πάντα καλός με τους άλλους, αυτό, όμως, που χρειάζεται είναι να είσαι πάντα καλός και δίκαιος απέναντι στον εαυτό σου.  Σκύβοντας το κεφάλι κι υπομένοντας καταστάσεις που σε στεναχωρούν και σε θυματοποιούν, λες ένα ηχηρό «ναι» στη δυστυχία σου. Δεν είσαι διάφανος και σίγουρα δεν είσαι σάκος του μποξ για ν’ ανέχεσαι τα πάντα χωρίς ν’ αντιδράς και ν’ ακούγεσαι.

Αν αρχίσεις επιτέλους να μιλάς, να εκφράζεις με θάρρος την άποψή σου, να διαφωνείς, ν’ αντιστέκεσαι σε όποιους κι ό,τι σε καταπιέζει και ν’ αφήνεις τον εαυτό σου λίγο πιο ελεύθερο, θ’ αρχίσεις να κάνεις και τα πρώτα σου δειλά βήματα για την κατάκτηση της προσωπικής σου ευτυχίας. Και μπορεί κάποιοι άνθρωποι να έχουν κατακτήσει γρηγορότερα από σένα την εσωτερική τους  ελευθερία, αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι εσύ έχεις μείνει πίσω ή ότι είναι αργά για ν’ αλλάξεις και να ζήσεις με τον τρόπο που σε εκφράζει.

Η εσωτερική μας φωνή, το ένστικτο και το συναίσθημά μας μπορούν να μας οδηγήσουν στο σωστό δρόμο, αρκεί να βρίσκονται σε αρμονία με το μυαλό και τη λογική μας. Ξεκίνα, λοιπόν, να λες «ναι» στον εαυτό σου, στις ανάγκες σου, στις επιθυμίες σου, στα όνειρά σου. Δείχνοντας στους γύρω σου αυτό που είσαι στην πραγματικότητα, μπορεί να χάσεις άτομα απ’ το πλευρό σου, αλλά να κερδίσεις πίσω τον αυτοσεβασμό και την αυτοεκτίμησή σου. Μη φοβηθείς  να τσαλακώσεις την εικόνα σου, να αυτοσαρκαστείς, να γελάσεις δυνατά, ακόμα και να κλάψεις, σκεπτόμενος τι θα πουν οι άλλοι. Οι άλλοι πάντα θα λένε, οι άλλοι πάντα θα κρίνουν.

Άφησε την ψυχή σου ελεύθερη ν’ αναπνεύσει και να επιλέξει ό,τι την ευχαριστεί και τη γεμίζει με θετικά κι όμορφα συναισθήματα. Τότε, ίσως και ν’ ανακαλύψεις πόσες κρυμμένες δυνατότητες είχες, πόσοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά σου, πόσες επιλογές με προοπτική να καταλήξεις σε αυτές που θα σε κάνουν περισσότερο ευτυχισμένο. Κι όταν αυτό συμβεί, μην ξεχάσεις να καλωσορίσεις και να πεις ένα τεράστιο «ναι» στο νέο, ελεύθερο, εαυτό σου.

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Γεώργα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη