Έρωτες τροχαία, που έχουν μέσα τους από τρία άλφα. Ακαριαίοι, ακραίοι κι απόλυτοι. Σίγουρα θα σού έχουν τύχει έστω μία φορά στη ζωή σου. Αν όχι, μη βιάζεσαι να καείς! Άκου με, που σού λέω. Κάπου, κάπως, κάποτε θα τρακάρετε. Σε ένα κλαμπ ή σε μια απλή συγκέντρωση φίλων, σε ένα πάρτι ή σε μια βόλτα στην εξοχή, σε μια συναυλία ή σε μια πρόβα μουσική, σε ένα σινεμά ή στις πολυπόθητες διακοπές, σε ένα σούπερ μάρκετ ή στον χώρο εργασίας σου. Σημασία δεν έχει το πού, ούτε το πώς, αλλά το γεγονός της σύγκρουσης δύο απολύτως αγνώστων και τυχαίων, μέχρι χθες, ατόμων, έτοιμα να προκαλέσουν ένα δεύτερο big bang, απλώς κοιτώντας ο ένας τον άλλον στα μάτια.

Είναι απρόοπτο γεγονός ο έρωτας. Έρχεται και σε πετυχαίνει την πιο ακατάλληλη στιγμή της ζωής σου. Ή, για να το θέσω καλύτερα, στην απολύτως και καταλλήλως ακατάλληλη στιγμή. Μη γελάς! Ξέρεις πόσοι έφαγαν τις καρδούλες τους εξαιτίας του; Πόσα δάκρυα μούσκεψαν αυτό το καημένο το μαξιλάρι, που άλλο πράγμα δεν άκουγε παρά μόνο αυτό το κλισέ «γιατί σ’εμένα, θεέ μου;». Και το δικό σου θα βραχεί κάποια στιγμή, δεν τη γλιτώνεις (αν δεν το έχεις ήδη ποτίσει κάνα δυο φορές μέχρι στιγμής). Κανείς δεν μπορεί να αποφύγει το μοιραίο αυτής της μετωπικής.

Γιατί για μοιραίο γεγονός πρόκειται πάντα και θα το καταλάβεις από το πρώτο δευτερόλεπτο που θα συναντήσεις αυτόν τον άνθρωπο. Τίποτα δε θα προ-οικονομεί το τέλος ή την όποια κατάληξη, όμως θα είσαι σίγουρος ότι πρόκειται για κάτι μοιραίο που βαθύτερα είχες πολύ ανάγκη να σού συμβεί. Μήπως ακόμα αναρωτιέσαι το γιατί; Μα, για να σε ταρακουνήσει και να βγάλεις την ύπαρξή σου από κάποια κατάσταση βαλτωμένη.

Έρωτες, λοιπόν, ακαριαίοι, ακραίοι κι απόλυτοι. Είναι πολλοί, παράλληλοι στο ίδιο σύμπαν, στην ίδια χώρα, στην ίδια πόλη, την ίδια στιγμή, μα εντελώς άγνωστοι μεταξύ τους. Με κοινή αφετηρία το συνήθως απαγορευμένο, αυτό το «πρέπει», αυτό το «δεν κάνει», αυτό το «μη», που κρατάς σφιχτά στα δόντια, που τέρψιν και χάριν αυτών κομματιάζεις για άλλη μία φορά την καρδιά σου, για να μην τρέξεις με τρομερή ολισθηρότητα στην αγκαλιά αυτού του ανθρώπου, που αν και παντελώς άγνωστος νιώθεις κομμάτι της ψυχής σου από την πρώτη στιγμή που τον είδες. Το νιώθεις δυνατά, νιώθεις τη φωτιά της δίδυμης φλόγας σου. Δίδυμη γιατί είναι σαν να κοιτάς τον ίδιο σου τον εαυτό μέσα σε ένα καθρέφτη. Κοινά βιώματα, κοινές πληγές, κοινά όνειρα, κοινά γούστα, κοινά θέλω. Ό,τι ήθελε να επιτύχει ο ένας, το είχε επιτύχει ο άλλος, ό,τι έψαξε στη ζωή του ο ένας το είχε ήδη βρει ο άλλος. Κι εσύ λες, σύμπτωση!

Όμως, όπως συμβαίνει σε κάθε τροχαίο, σπάνια βγαίνεις αλώβητος από μια σφοδρή σύγκρουση. Δύο είναι τα τινά: ή το ζεις στα άκρα ή κάνεις πίσω. Δεν υπάρχει το demi. Πονάνε εξίσου και τα δύο, όμως φρόντισε να είσαι ξεκάθαρος και προς τον εαυτό σου και προς το έτερο πρόσωπο. Όταν αυτά τα “πρέπει” σου είναι πιο πάνω από κάθε συναίσθημα χάνεις κάτι που σαν εμπειρία θα ήταν πολύ δυνατή, ίσως και μια πιθανότητα να βρήκες τον άνθρωπό σου, τον μοναδικό που σε ένιωσε και σε κατάλαβε τόσο πολύ, τόσο απόλυτα. Ενώ όταν το συναίσθημά σου υπερτερεί,. το χαίρεσαι μέχρι που κάποια στιγμή θα μπλοκάρει, εξαιτίας αυτών των “πρέπει” που σκάνε μύτη απρόοπτα και θα βρεθείς να αυτομαστιγώνεσαι, ξανά.

Τελικά, για πες, επέζησες;

Συντάκτης: Κατερίνα Ανδρουλάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου