Στις 29 Ιουλίου 1890 πεθαίνει ένας από τους πιο διάσημους και εκκεντρικούς ζωγράφους της Ευρώπης -και όχι μόνο: Ο Ολλανδός Βίνσεντ Βαν Γκογκ. Σε ηλικία 37 ετών άφησε πάνω από 2000 έργα τέχνης, συμπεριλαμβανομένων τοπίων, πορτρέτων, αυτοπροσωπογραφιών και «νεκρών φύσεων». Άσκησε καταλυτική επίδραση όσο κανένας άλλος στην εξέλιξη της μοντέρνας και σύγχρονης ζωγραφικής, διότι τόλμησε να εμπιστευτεί στην τέχνη του με τρόπο πρωτοποριακό το έργο της αποτύπωσης του ίδιου του ψυχισμού. Ενός ψυχισμού βίαιου και παρορμητικού που υποτάσσεται μόνο στην ηδονή της ζωγραφικής.

Γύρω από μια τέτοια προσωπικότητα δε θα ήταν δύσκολο να διαμορφωθούν μύθοι που ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματικότητα, αφού η ίδια η ζωή του καλλιτέχνη πολλές φορές άγγιζε τα όρια της φαντασίας. Ας δούμε, λοιπόν, 10 μύθους για τη ζωή και το έργο του Βίνσεντ Βαν Γκογκ.

 

Μύθος 1: Ο Βαν Γκογκ δολοφονήθηκε και δεν αυτοκτόνησε

Η θεωρία ότι ο Βαν Γκογκ δολοφονήθηκε παρουσιάστηκε πρώτη φορά σοβαρά από τους συγγραφείς Στίβεν Νάΐφεχ και Γκρέγκορι Ουάιτ Σμιθ, οι οποίοι αποδίδουν τον θάνατο του ζωγράφου σε κατά λάθος πυροβολισμό από δύο αγόρια. Σύμφωνα με εκείνους, μια συνηθισμένη ημέρα που ο Βαν Γκογκ περπατούσε σ’ ένα λιβάδι προκειμένου να ζωγραφίσει δύο αγόρια που τον συνόδευαν συνήθως στους περιπάτους, εκείνα κατά λάθος τον πυροβόλησαν και ο ίδιος έσπευσε να τους καλύψει. Την εκδοχή αυτή στηρίζουν οι δύο συγγραφείς κυρίως στο γεγονός ότι η σφαίρα εισήλθε από πλάγια θέση στην άνω κοιλιακή χώρα και όχι σε ευθεία όπως θα γινόταν σε περίπτωση αυτοκτονίας, ενώ σύμφωνα με την έρευνα μόλις οι αστυνομικοί ρώτησαν τον Βαν Γκογκ αν προσπάθησε να αυτοκτονήσει εκείνος τους απάντησε: «Σας παρακαλώ μην κατηγορήσετε κανέναν».

Ωστόσο, η εκδοχή της δολοφονίας δεν μπορεί να αποδειχτεί αφού υπάρχει η εξομολόγηση του ετοιμοθάνατου Βαν Γκογκ ότι επιχείρησε μόνος του να βάλει τέλος στη ζωή του. Επιπλέον, η εκδοχή της αυτοκτονίας δε φαίνεται να αμφισβητείται από καμία από όλες τις βασικές προσωπικότητες που ήταν κοντά του και τον γνώριζαν ουσιαστικά και όχι επιφανειακά. Ο αδελφός του, ο γιατρός του αλλά και ένας από τους πιο στενούς του φίλους δεν αμφισβήτησαν τη γνωμάτευση της αυτοκτονίας. Και ποιος αρνείται ότι αν οι τόσο στενοί του άνθρωποι δεν είχαν έστω μια αμφιβολία για το ότι ο Βαν Γκογκ αυτοκτόνησε δε θα ζητούσαν από τις αρχές εξονυχιστική έρευνα και απόδοση ευθυνών;

 

Μύθος 2: Ο Βαν Γκογκ ήταν ξένος στον κόσμο της τέχνης

Πρόκειται για τον μύθο που καταρρίπτεται με τον πιο εύκολο τρόπο. Κι αυτό γιατί ο Βαν Γκογκ εργάστηκε ως βοηθός εμπόρου τέχνης για έξι χρόνια για την γκαλερί Goupil στη Χάγη, το Παρίσι και το Λονδίνο, Δραστηριοποιήθηκε -ως έφηβος ακόμα- όχι μόνο στον χώρο της τέχνης αλλά και στο εμπόριο της τέχνης. Ξεκίνησε να γίνει καλλιτέχνης, παρακολούθησε μαθήματα στις Βρυξέλλες, την Αμβέρσα και το Παρίσι, τα οποία βέβαια διέκοπτε λόγω της φύσης του που αρνούνταν οποιαδήποτε συμμόρφωση με νόρμες και τεχνοτροπίες. Η πολύ στενή σχέση με τον αδελφό του, Theo, που επίσης εργαζόταν στην Goupil, καθιστά σίγουρη την εξοικείωση του Βίνσεντ στον κόσμο της τέχνης, αφού μόνο την περίοδο 1886-1888 γνώρισε εκατοντάδες καλλιτέχνες, συμπεριλαμβανομένων πολλών διάσημων ιμπρεσιονιστών. Ο μύθος αυτός στηρίχτηκε ίσως στον υπερβολικά ριζοσπαστικό χαρακτήρα των έργων του Βαν Γκογκ που δεν επέτρεπε στην καλλιτεχνική σκηνή -όσο πρωτοποριακή κι αν ήταν- να κατανοήσει τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη σε βάθος.

 

Μύθος 3: Ο Βαν Γκογκ ήταν απαίδευτος κι αμόρφωτος

Ο μύθος αυτός τροφοδοτήθηκε από τη σύντομη θητεία του Βαν Γκογκ ως μαθητή. Έκανε μόνο τέσσερα χρόνια στο σχολείο του χωριού του, αφού είχαν προηγηθεί δύο χρόνια κατ’ οίκον διδασκαλίας από μια γκουβερνάντα. Είναι αλήθεια ότι το περιβάλλον του σχολείου τού προξενούσε δυσφορία, ενώ πολύ γρήγορα αγάπησε τον κόσμο της ζωγραφικής, κάτι που σίγουρα έπαιξε ρόλο στην άρνησή του να παρακολουθεί τα καθιερωμένα μαθήματα ενός σχολείου. Ωστόσο στα είκοσι του ήταν ένας νέος με αξιόλογη μόρφωση και ευρείες γνώσεις, γνώστης τριών γλωσσών πέραν της ολλανδικής, και ενημερωμένος για αρκετές εκατοντάδες βιβλία που αναφέρει στις επιστολές του. Το σημαντικότερο από όλα ήταν ότι ο Βαν Γκογκ ήταν κυρίως αυτοδίδακτος και από μικρός έδειξε σοβαρότητα και στοχαστικότητα, παρατηρητικότητα και ιδιαίτερα δυνατή συγγραφική «πένα».

 

Μύθος 4: Ήταν φτωχός

Η φημολογούμενη φτώχεια του Βαν Γκογκ δε σχετίζεται με το πόσα χρήματα πέρασαν από τα χέρια του. Αντίθετα, σε όλη του τη ζωή κέρδισε πολλά χρήματα. Η εντύπωση ότι ήταν φτωχός έχει να κάνει με το ότι η διαχείριση των χρημάτων δεν ήταν το δυνατό του σημείο. Στα 20 του, όταν εργαζόταν στο υποκατάστημα της Goupil στο Λονδίνο, κέρδιζε περισσότερα από τον πατέρα του, που ήταν κληρικός και έβγαζε 90 λίρες τον χρόνο. Η περίοδος αυτή ήταν η πιο ευτυχισμένη για τον ζωγράφο. Και όταν στη συνέχεια ξεκίνησε να γίνει καλλιτέχνης είχε οικονομική υποστήριξη από τον αδελφό του, Theo, ο οποίος τον ενίσχυσε με 2.500 φράγκα κατά το πρώτο έτος διαμονής στην Αρλ της Γαλλίας. Φτωχός, λοιπόν, δεν ήταν, ήταν όμως απερίσκεπτος στη διαχείριση των οικονομικών του.

 

Μύθος 5: Ο Βαν Γκογκ δεν είχε φίλους

Ο Βαν Γκογκ όχι μόνο δεν ήταν μόνος αλλά δεδομένων των συνθηκών γνώρισε μεγάλο αριθμό ανθρώπων και απέκτησε πολλούς στενούς φίλους κατά τη διάρκεια της ζωής του και των συναναστροφών του. Πράγματι, δεν είναι εύκολο να συνάπτεις σταθερούς φιλικούς δεσμούς όταν είσαι μια προσωπικότητα εξαιρετικά εκκεντρική και ταξιδεύεις συνέχεια. Ο πιο καλός φίλος που απέκτησε και που η αφοσίωσή του ήταν αδιαμφισβήτητη έως το τέλος ήταν ο καλλιτέχνης Emile Bernard, τον οποίο γνώρισε στο Παρίσι. Η έρευνα αποκαλύπτει πως ο καλλιτέχνης κράτησε με επιτυχία κάποιους συγκεκριμένους ανθρώπους ως καλούς φίλους.

 

Μύθος 6: Δεν κέρδισε καμία αναγνώριση όσο ζούσε

Το γεγονός ότι ο Βαν Γκογκ πέθανε σε νεαρή ηλικία και ότι τα περισσότερα έργα του έγιναν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα δημιούργησε τον μύθο ότι πέθανε στην απόλυτη αφάνεια. Ωστόσο, ο μεγάλος καλλιτέχνης σίγουρα είχε αρχίσει να καταλαβαίνει την αποδοχή που είχε, καθώς τα έργα του γίνονταν δεκτά σε μεγάλες ομαδικές εκθέσεις στο Παρίσι (Μάρτιος 1888, Σεπτέμβριος 1889 και Μάρτιος 1890) και στις Βρυξέλλες (Ιανουάριος 1890). Επίσης, το όνομά του βρίσκεται σε δεκάδες άρθρα μεταξύ του 1888 και του 1890 και αυτό σίγουρα το είχε αντιληφθεί κι ο ίδιος. Εάν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα οι πρωτοποριακοί κύκλοι των μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων είχαν εκτιμήσει τον Βαν Γκογκ, μπορούμε να φανταστούμε τι θα συνέβαινε αν αυτός ζούσε λίγα χρόνια ακόμα.

 

Μύθος 7: Ο Βαν Γκογκ ζωγράφιζε όσο ήταν σε φρενίτιδα

Η εικόνα του Βαν Γκογκ να ρίχνει αφηνιασμένος το χρώμα στον πίνακα και να σχεδιάζει σχεδόν σαν να μονομαχεί με τον πίνακα είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης ζωγράφιζε γρήγορα όμως μετά από σκέψη, σχεδιασμό και κυρίως υπό την επίδραση άλλων συναδέλφων του. Με ιδιαίτερη μεθοδικότητα μετουσίωνε τις σκέψεις και τα συναισθήματά του σε χρώματα και σχήματα. Όπως και ο ίδιος έγραψε «οι πιο όμορφοι πίνακες είναι αυτοί που ονειρεύεται κανείς καπνίζοντας πίπα στο κρεβάτι του», αποδεικνύοντας έτσι την προτεραιότητα της σκέψης έναντι της παρόρμησης.

 

Μύθος 8: Ο Βαν Γκογκ ήταν τρελός

Ο Βαν Γκογκ είχε αποδεδειγμένα σοβαρά θέματα ψυχικής υγείας, αλλά ο χαρακτηρισμός του ως «τρελού» δεν είναι παρά μια χονδροειδής υπεραπλούστευση -για να μην πούμε τίποτα βαρύτερο. Η αλήθεια είναι ότι ο Βαν Γκογκ υπέφερε από μια σειρά ψυχικών κρίσεων. Κατά τη διάρκεια της πρώτης σοβαρής κρίσης, λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1888, έκοψε το μεγαλύτερο μέρος του αφτιού του. Αργότερα, υπέστη οκτώ ακόμα επιθέσεις, με αποκορύφωμα μια μοιραία κρίση στις 27 Ιουλίου 1890, όταν αυτοπυροβολήθηκε στο στήθος. Μεταξύ αυτών των επιθέσεων ήταν σχετικά υγιής. Οι ειδικοί μέχρι στιγμής δεν έχουν καταφέρει να συμφωνήσουν σε μια διάγνωση, αν και η πιο πιθανή είναι η διπολική διαταραχή, την οποία πρότεινε πρώτος ο Perry το 1947. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι ο Βαν Γκογκ βρισκόταν σε μόνιμη επεισοδιακή κατάσταση με περιόδους κανονικής λειτουργίας. Έχει επίσης προταθεί επιληψία του κροταφικού λοβού με περιόδους κατάθλιψης. Όποια και αν ήταν η διάγνωση, η κατάστασή του πιθανότατα επιδεινώθηκε από τον υποσιτισμό, την υπερβολική εργασία, την αϋπνία και το αλκοόλ.

 

Μύθος 9: Οι πίνακές του αποδεικνύουν τον ταραγμένο ψυχισμό του

Όσοι μιλούν για την αποτύπωση της ψυχικής αστάθειας του Βαν Γκογκ στους πίνακές του, βασίζονται στα έργα που δημιουργήθηκαν την περίοδο νοσηλείας στο άσυλο του Saint-Rémy-de-Provence. Ωστόσο, οι στρόβιλοι, οι δίνες και η έντονη σχηματοποίηση δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως προϊόν διαταραχής αλλά ως προσπάθεια του καλλιτέχνη να αποδώσει με πιο δραματικό τρόπο τα τοπία και τα πρόσωπα, πράγμα που μας είναι πολύ πιο αναμενόμενο και πιστευτό για έναν καλλιτέχνη. Τα σύννεφα που πέφτουν και ο τρόπος απεικόνισης του ουρανού δεν είναι τα ανεξέλεγκτα ξεσπάσματα ενός ταραγμένου μυαλού, αλλά ένας καλλιτεχνικά υπολογισμένος σχεδιασμός. 

 

Μύθος 10: Ο Τελευταίος πίνακάς του ήταν το «Σιταροχώραφο με κοράκια»

Ο συγκεκριμένος πίνακας χρονολογείται το 1890 και θεωρείται ο τελευταίος πίνακας του καλλιτέχνη, κυρίως επειδή δίνει κάποια προμηνύματα του επικειμένου τέλους. Εξάλλου, σ’ ένα χωράφι σιταριού αυτοκτόνησε. Βέβαια, πιο πιθανό σύμφωνα με μαρτυρία του κουνιάδου του Theo, Αndries Bonger, o οποίος κατέγραψε τα έργα του καλλιτέχνη είναι το τελευταίο του έργο να είναι οι «Ρίζες Δένδρων» ή οι «Φάρμες κοντά στο Auvers (Tate)».

 

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ο θρύλος που έχει δημιουργηθεί για την προσωπικότητα του Ολλανδού καλλιτέχνη αναφέρεται σε μια πραγματικότητα ίσως πολύ πιο σκοτεινή από την πραγματική ζωή του. Δύο πράγματα όμως είναι αναμφισβήτητα. Πρώτον, ότι είναι αναπόφευκτο να δημιουργείται ένα πέπλο μυστηρίου όταν η πραγματικότητα αποτελεί ένα τόσο πρόσφορο έδαφος για τη δημιουργία μύθων και δεύτερον πως οι δημιουργίες του θα είναι αιώνια δεμένες και ιδωμένες υπό το πρίσμα του εκκεντρικού και αμφιλεγόμενου ψυχισμού του.

 

Πηγή

Συντάκτης: Σοφία Ρηγοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.