Η ανάγκη σου να αυτονομηθείς σε έφερε σε αυτό το μικρό αλλά καθαρό, ανακαινισμένο κι οργανωμένο σπιτάκι. Στοίβαξες τα προσωπικά σου αντικείμενα σε κούτες και μαζί με τα όνειρά σου, ξεκίνησες μια νέα ζωή. Διπλασίασες φυσικά τις υποχρεώσεις σου, γιατί στο νοίκι πλέον –και με τις ΔΕΚΟ στο κεφάλι σου– έχεις πολλούς ακόμη λόγους να σε στρεσάρουν.

Μπαίνεις στο μικρό και χαριτωμένο σου διαμέρισμα. Ξεπακετάρεις με προσοχή αλλά και με ένα διάπλατο χαμόγελο στο ιδρωμένο προσωπάκι σου. Διακοσμείς, αγοράζεις νέα έπιπλα κι ηλεκτρικές συσκευές, προσθέτοντας έτσι και μερικές δόσεις στο ήδη διογκωμένο μηνιαίο κοστολόγιό σου.

Επιστρέφεις από άλλη μια δύσκολη μέρα στη δουλειά. Βάζεις πλυντήριο κι αράζεις στον αφράτο καναπέ που διάλεξες μετά από πολύ ποδαρόδρομο. Εκεί που είσαι με το ένα μάτι ανοιχτό (κι αυτό με το ζόρι), το κουδούνι χτυπά και σε βγάζει απ’ το πολύτιμο χουζούρεμά σου.

Μπροστά σου η γειτόνισσα, γύρω στα 55, με μαλλί κομμωτηρίου και βάψιμο από άλλη εποχή, με σοκολατάκια στο ένα χέρι και μια συσκευασία καφέ στο άλλο. Η ευγένειά σου δε σου επιτρέπει να τη διώξεις επειδή σου χάλασε την απογευματινή σιέστα και την καλείς να περάσει μέσα, σπεύδοντας να φτιάξεις καφεδάκια. Κάπου στη δεύτερη γουλιά καφέ, δυσκολεύεσαι να συνειδητοποιήσεις πόσες ερωτήσεις μπορούν να ειπωθούν μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Αναρωτιέσαι αν σε κυνηγούν απ’ τη ΓΑΔΑ για κάτι που δε γνωρίζεις ότι έκανες, αλλά θα πρέπει να είναι σοβαρό για να σου στείλουν την πιο δυνατή ανακρίτρια.

Τα σοκ σου έρχονται το ένα μετά το άλλο και με το ζόρι έχεις προλάβει να απαντήσεις κάνα-δυο απ’ τις πρώτες ερωτήσεις. Η περίεργη και κουτσομπόλα γειτόνισσα σου δείχνει πως ήρθε για να μείνει. Το εξερευνητικό της βλέμμα πλανάται πάνω σου αλλά και κατά μήκος του χώρου. Για όλα όσα βλέπει έχει κι από ένα σχόλιο, άλλοτε καλό κι άλλοτε επικριτικό, το οποίο φυσικά ακολουθείται από αντίστοιχου περιεχομένου απορίες. Εσύ φυσικά όση ώρα μιλάει ψάχνεις χίλιους κι έναν τρόπους να απαλλαχθείς απ’ την ενοχλητική της παρουσία.

Όταν τελικά το καταφέρνεις κι η εσωτερική σου θεά σε χειροκροτεί για τον άθλο σου, η βραδιά μοιάζει πιο όμορφη αλλά και πιο ήρεμη. Οι επόμενες μέρες περνούν με σχετική ησυχία, όταν μια μέρα, και μάλιστα στο ρεπό σου, η νοικάρισσα σου κάνει έφοδο για να σιγουρευτεί ότι δεν έχεις γκρεμίσει το σπίτι και ότι δεν ανήκεις σε ομάδα χούλιγκαν που έχει σκοπό να μετατρέψει το σπίτι σε γκέτο εγκληματιών.

Αφού την πείθεις ότι είσαι ένας φυσιολογικός άνθρωπος που απλά αποφάσισε να πάρει τη ζωή του στα χέρια του, αποφασίζει να φύγει, υπενθυμίζοντάς σου για χιλιοστή φορά ότι «πρέπει να παραμείνεις συνεπής στις υποχρεώσεις σου» κι όλοι καταλαβαίνουμε τι εννοεί. Φυσικά δε μένει ούτε εκείνη, ούτε η γειτόνισσα σε μία και μοναδική επίσκεψη, είναι μάλλον σαν να ξεκίνησες σχεδόν να συγκατοικείς μαζί τους.

Χωρίς καν να το καταλάβεις, σε έχουν κουράσει όλοι. Βρίσκεσαι ξανά στην αναζήτηση και σταδιακά αλλάζεις σπίτια με ρυθμό αλλαγής γκαρνταρόμπας, προσπαθώντας να αποφύγεις περίεργους γείτονες, παρεμβατικούς ιδιοκτήτες κι έχοντας την επιθυμία να βρεις ένα σπίτι που πραγματικά θα σου ταιριάζει.

Η τύχη σε ευνοεί και βρίσκεις το σπίτι των ονείρων σου, στην τιμή που θες και με τη γλυκιά σπιτονοικοκυρά (που μένει μακριά σου) που πάντα επιθυμούσες. Κι αν ταλαιπωρήθηκες λίγο παραπάνω, μιας και δεν είχες την τύχη να έχεις ένα σπίτι δικό σου, ιδιοκτησίας σου, τουλάχιστον θα μπορείς να παρηγορείσαι λέγοντας στον εαυτό σου πως τουλάχιστον γλυτώνεις τον ΕΝΦΙΑ. Κάτι είναι κι αυτό!

 

Συντάκτης: Μαρία Χαρδαλιά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη