Τον περασμένο μήνα, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μία περίεργη δήλωση αποποίησης ευθυνών του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου σχετικά με την προβολή δύο ταινιών της δεκαετίας του 1960, στο πλαίσιο αφιερώματος στο έργο του Βρετανού συνθέτη Τζον Μπάρι. Πρόκειται για τον άνθρωπο που επιμελήθηκε τη χαρακτηριστική μουσική επένδυση των διαχρονικών ταινιών του James Bond.

Συγκεκριμένα, το Ινστιτούτο, επέλεξε να προβεί σε μία προειδοποιητική αναφορά στους τίτλους έναρξης δύο ταινιών του πιο διάσημου πράκτορα του πλανήτη, αναφέροντας ότι «περιέχουν γλώσσα, εικόνες ή άλλο περιεχόμενο που αντικατοπτρίζει απόψεις που ήταν διαδεδομένες στην εποχή τους, αλλά θα προκαλέσουν προσβολή σήμερα».

Η δήλωση αποποίησης ευθυνών προσθέτει: «Οι τίτλοι περιλαμβάνονται εδώ για ιστορικούς, πολιτιστικούς ή αισθητικούς λόγους και οι απόψεις αυτές δεν υποστηρίζονται σε καμία περίπτωση από το BFI ή τους εταίρους του». Μάλιστα, οι επισημάνσεις εμφανίζονται στην ιστοσελίδα και στις αίθουσες προβολής, ως «trigger warnings», δηλαδή προειδοποιήσεις για περιεχόμενο που ενδέχεται να ενεργοποιήσει τραύματα σε άτομα με μετατραυματικό στρες ή άλλες αγχώδεις διαταραχές.

Πρόκειται για τα φιλμ «Goldfinger» του 1964 και το «You Only Live Twice» του 1967. Η πρώτη ταινία «περιλαμβάνει δύο σκηνές στις οποίες ο Μποντ επιτίθεται σ3ξουαλικά στη συμπρωταγωνίστριά του σε έναν αχυρώνα, παρά την αρχική άρνησή της, ενώ στη δεύτερη σκηνή, προκειμένου να συζητήσει με έναν συνεργάτη του, «αποδεσμεύει» τη νεαρή μασέζ του με ένα χτύπημα στα οπίσθια και με τη φράση «ώρα να μιλήσουν οι άντρες».
Αντίστοιχα, η δεύτερη ταινία διαθέτει πρόσθετη αποποίηση ευθυνών για «ξεπερασμένα φυλετικά στερεότυπα» καθώς όταν ο Σον Κόνερι αντιμετωπίζει τον Ερνέστο Μπλόφελν, εκτυλίσσονται σκηνές που υποδύεται τον Ιάπωνα.

Κι όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που ταινίες λαμβάνουν τέτοια προειδοποιητική σήμανση, και μάλιστα τόσες δεκαετίες μετά την αρχική προβολή τους, απλώς το γεγονός δεν είχε λάβει τέτοια έκταση. Από τις πρώτες περιπτώσεις ήταν η διαχρονική ταινία – κινηματογραφικό ορόσημο, «Όσα παίρνει ο άνεμος» του 1939 που το 2020 συνοδεύτηκε από δύο βίντεο, τα οποία ανέφεραν ότι το φιλμ είχε επικριθεί στην εποχή του από την αφροαμερικανική κοινότητα και ότι «αρνείται τη φρίκη της δουλείας». Αργότερα, η Ντίσνεϊ πρόσθεσε στην πλατφόρμα της, προειδοποιητικές επισημάνσεις για ρατσιστικό περιεχόμενο σε κλασικούς τίτλους της, όπως «Το βιβλίο της ζούγκλας», «Ντάμπο» κ.α. Πέρυσι, το BFI επισήμανε ότι τα φιλμ «The Ipcress File» του 1965 και το «Midnight Cowboy» του 1969 περιέχουν «ομοφοβική γλώσσα και σ3ξουαλική βία». Επίσης και η δραματική ταινία «Petulia» του 1968 έχει λάβει προειδοποίηση για σκηνές «οικογενειακής βίας». Υπενθυμίζεται πως όπως αναφέρει και η Independent, προηγήθηκε αναθεώρηση και των ταινιών του πράκτορα 007 του Ίαν Φλέμινγκ, ώστε να παραλείπονται οι όποιες προσβλητικές αναφορές.

Πολλοί εκτιμούν ότι η απόφαση να μπουν προειδοποιήσεις σε κλασικά φιλμ, είναι παράλογη και έχει λάβει υπερβολική έκταση. Θεωρούν ο,τι οι προειδοποιήσεις αυτές συνιστούν μία μορφή ετεροχρονισμένης λογοκρισίας, η οποία στερεί τον αυθορμητισμό της κινηματογραφικής καλλιτεχνικής έκφρασης και ενδεχομένως να μας συμπαρασύρει σε γενικευμένες αντίστοιχες ενέργειες για κάθε είδους μορφή τέχνης. Πρόκειται δηλαδή για μία εκτροπή της ελευθερίας έκφρασης που αντιστρέφει τον ίδιο το ρόλο χρήσης της πολιτικής ορθότητας. Ένα λογοτεχνικό, θεατρικό ή κινηματογραφικό έργο, προβάλλει τις συμπεριφορές και τις αντιλήψεις των πρωταγωνιστών, που αντανακλούσαν συγκεκριμένες κοινωνικές νοοτροπίες. Οι εκ’ των υστέρων παρεμβάσεις αλλοιώνουν την αρχική καλλιτεχνική του υπόσταση.

Για να μπορέσεις να αξιολογήσεις τις ενέργειες αυτές αλλά και τη διχογνωμία που προκαλούν, ας δούμε πρώτα τι συνιστά o πολυσυζητημένος όρος της πολιτικής ορθότητας. Σύμφωνα με τη Wikipedia, «Αναφέρεται στην αποφυγή εκφράσεων ή ενεργειών που θεωρούνται ότι αποκλείουν, περιθωριοποιούν ή προσβάλλουν ομάδες ανθρώπων που μειονεκτούν κοινωνικά ή γίνονται διακρίσεις εις βάρος τους. Χάρη στο κίνημα της πολιτικής ορθότητας αποκαταστάθηκαν ορισμένες κοινωνικές αδικίες».

Εκ’ πρώτης όψεως, καμία αντίρρηση για τον ιδανικό σκοπό που καλείται να επιτελέσει. Πρακτικά όμως, ο τρόπος που χρησιμοποιείται πιθανόν να προκαλεί εκφυλισμό προς μια μορφή ελεγχόμενης σκέψης. Η πολιτικά ορθή ορολογία, όπως θα έχεις ενδεχομένως παρατηρήσει, χρησιμοποιείται πολλές φορές με ειρωνική διάθεση κι άλλοτε ακόμη και υποτιμητικά, για να επικριθεί η γλώσσα ή οι ενέργειες που στοχεύουν στην προστασία μίας ευάλωτης κοινωνικής ομάδας.

Όπως εύστοχα αναφέρει σε άρθρο του, ο δημοσιογράφος Γιάννης Κωνσταντινίδης, «ο πολιτικά ορθός λόγος καταπνίγει κάθε ίχνος αυθορμητισμού και προσφέρει μεγαλύτερη ευχαρίστηση σε αυτόν που τον εκφέρει απ’ ό,τι σ’ εκείνον που τον ακούει. Επιπλέον, επειδή τρέφει κυρίως τον ναρκισσισμό, δεν προάγει τη συνάντηση με τον άλλον». Στη συνέχεια, εξηγεί «Ο κοινός άνθρωπος που γοητεύεται από τη χρήση του πολιτικά ορθού λόγου είναι εκείνος που τον πιστεύει χωρίς να έχει αποδείξεις ότι του λέει την αλήθεια. Απλώς και μόνο επειδή του προβάλλει ένα περίβλημα καλής προαίρεσης και πίστης σε ηθικές αξίες της δημοκρατίας και του ουμανισμού. Ενώ, κατά βάθος, αντί να διευρύνει την ανεκτικότητα, οργανώνει καλύτερα και μεθοδικότερα τη μισαλλοδοξία».

Άρα μήπως το φλέγον ζήτημα δεν είναι η επίκληση της πολιτικής ορθότητας αλλά ο τρόπος που τελικά χρησιμοποιείται; Θέλουμε να κατηγοριοποιήσουμε τμήματα ή και ολόκληρα έργα τέχνης σε «μαύρες λίστες»; Από την άλλη, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ίσως οι προειδοποιήσεις αυτές να μη συνιστούν λογοκρισία, αφού επί της ουσίας, δεν κόπηκαν οι σκηνές. Πρόκειται δηλαδή για μία αναγκαία επισήμανση η οποία απλώς ενημερώνει τους νεότερους που θα παρακολουθήσουν τις κλασικές αυτές ταινίες, ότι «οι απόψεις» της εποχής εκείνης με σ3ξιστικό ή φυλετικό περιεχόμενο, σε καμία περίπτωση δε πρέπει να εκληφθούν ως πρότυπα αλλά απεναντίας, απηχούν μη ανεκτές αντιλήψεις που δε συνάδουν με το σήμερα.

Ο Εκπρόσωπος του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου δήλωσε στον Guardian, «Ελέγχουμε συνεχώς τις διαδικασίες μας σχετικά με την παρουσίαση ταινιών και κινούμενων εικόνων για να κάνουμε βελτιώσεις και να υποστηρίζουμε την εμπιστοσύνη του κοινού. Ακούμε τα σχόλια των πελατών και επίσης συνεχίζουμε να συνεργαζόμαστε με τους αρμόδιους για να παρέχουμε την κατάλληλη καθοδήγηση. Αυτό το έργο είναι από τη φύση του σε εξέλιξη».

Συνεπώς, βρισκόμαστε μέσω μίας μη στατικής αλλά δυναμικής διαδικασίας που αφουγκράζεται την τέχνη, την κοινωνία και τα σύγχρονα πρότυπα, σεβόμενη τους δημιουργούς και τα ήθη προγενέστερων εποχών και αγωνίζεται να βρει τις ισορροπίες της. To μόνο βέβαιο είναι ότι η ουσία της χρήσης της πολιτικής ορθότητας αποκτά το αληθινό της νόημα στην καθημερινότητά μας και αφορά τον σεβασμό στη διαφορετικότητα, την καταπολέμηση της μισαλλοδοξίας και του κοινωνικού αποκλεισμού ατόμων ή ομάδων όχι μόνο σε λεκτικούς  χαρακτηρισμούς αλλά και σε πράξεις και στη γενικότερη στάση ζωής μας.

Εμείς για να κλείσουμε λίγο πιο χιουμοριστικά και ανάλαφρα, υποθέτουμε πώς ούτε που μπορούσε να το διανοηθεί, ο πανίσχυρος πράκτορας 007 και διαχρονικό πρότυπο του «τέλειου» άνδρα, ότι 60 χρόνια μετά, θα «απολογούνταν» για όλα όσα διαμόρφωσαν την τότε θρυλική εικόνα του. Τόσους κακοποιούς εξολόθρευσε σε κάθε μυστική αποστολή του… Φαίνεται όμως ότι ο αγώνας του με τη σύγχρονη κινηματογραφική πολιτική ορθότητα είναι μία μάχη με αβέβαιη έκβαση αλλά σίγουρα ένθερμους υποστηρικτές και από τις δύο πλευρές.

Συντάκτης: Κυριακή Σεληνιωτάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου