Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

 

Γράφει η Ρία.

Κοιμόμουν ήρεμη για καιρό. Μπορεί να περνούσες από τη σκέψη μου αραιά και που, ηθελημένα ή άθελά μου, αλλά ήμουν ήρεμη. Μέχρι που εμφανίστηκες ξανά, μετά από καιρό, με άνεση. Λες και γνώριζες πως κόβομαι για μια σου λέξη, κάθε ώρα, κάθε λεπτό που περνά. Πρώτη μου φορά θέλω να μιλήσω τόσο ανοιχτά για σένα. Μια ερωτική εξομολόγηση για σένα. Βλακεία, ε;

Μου στέλνεις ξέχωρα μηνύματα μετά από καιρό. Μετά; Πάλι σιωπή. Η δική σου σιωπή. Γιατί στέλνεις άραγε; Βαριέσαι τόσο πολύ που ζητάς την προσοχή, ακόμα κι από μένα ή θέλεις κάτι να πεις και δεν τολμάς; Με ποιο δικαίωμα έρχεσαι μετά από τόσο καιρό και επιμένεις να δηλώνεις παρών; Για να μου ταράξεις την ηρεμία, που με τόσο κόπο κρατώ; Και μετά φεύγεις πάλι τρέχοντας μακριά για να μη δώσεις ψεύτικες ελπίδες για κάτι που δεν ξέρεις πόσο με πονά. Με ποιο δικαίωμα;

Τόσες φορές είπα στον εαυτό μου «προχώρα» για να γλιτώσω και να ηρεμήσω τον εαυτό μου από τη δική σου φουρτούνα. Τόσες φορές είπα στον δικό μου εγωισμό πως πρέπει να σε ξεχάσω. Και πάνω που αρχίζω να έχω θετικά αποτελέσματα, έρχεσαι από το πουθενά για να δώσεις σημεία ζωής. Με κάνεις πάλι να σε σκέφτομαι. Να ελπίζω σε αυτό που με είχες κάνει να αισθανθώ τότε. Ναι, σε αυτό το διαφορετικό. Σε αυτό το ξεχωριστό. Για ποιο λόγο;

Από μια σου μόνο κουβέντα ξυπνάς αυτό που τόσο καλά κοιμάται. Παίζω την αδιάφορη, μα δεν είμαι. Ακόμα καίω. Γιατί; Γιατί δε θέλω να αφήσω τον εαυτό μου να ξαναθυμηθεί για τα καλά εκείνο το «ξεχωριστό». Για να μην αφεθώ πάλι στον λατρεμένο πόθο που μου δημιούργησες εσύ τότε. Γιατί αν αφήσω τον εαυτό μου να παραδοθεί ξανά στο δικό σου πρόσωπο, στη δική σου φωτιά, θα πιάσω πάλι πάτο. Και δεν το θέλω. Έκανα αμάν να ξανά ανέβω στην επιφάνεια της δικής μου θάλασσας. Δε θα αφήσω εσένα, με ένα φθηνό λόγο, να με πας πάλι στον πάτο.

Αλλά θα σου πω την αμαρτία μου. Το θέλω. Γιατί; Γιατί θέλω ακόμα εσένα. Γιατί θέλω να ζήσω επιτέλους αυτό το «διαφορετικό» μαζί σου. Το «ξεχωριστό» που μου δημιούργησες. Φάσκω κι αντιφάσκω, ε; Εκεί έφτασα. Πώς θα καταφέρω να σου αλλάξω γνώμη; Να δεις, με τα δικά σου μάτια, πως εμένα μπορείς να με εμπιστευτείς, ό,τι κι αν έχεις περάσει. Να αφεθείς ελεύθερος στα δικά μου χέρια και να νιώσεις ασφαλής, όπως δεν ένιωσες ποτέ πριν. Να κάνεις μια προσπάθεια να τα ξεχάσεις όλα και να είμαι εγώ δίπλα σου. Να σου λέω πόσο σε θέλω, να σου δίνω τρυφερότητα. Την τρυφερότητα που, ίσως, σου έχει λείψει ή που δεν είχες ποτέ σου. Πες μου, πώς θα τα καταφέρω όλα αυτά;

Πώς μπορώ να σε ξεχάσω μόνιμα και να μην αναρωτιέμαι τι θα γινόταν Αν; Μια για πάντα. Φοβάμαι να σου μιλήσω. Μήπως σε τρομάξω για άλλη μια φορά και φύγεις. Δε θέλω να φύγεις. Θέλω να έρχεσαι, έστω κι έτσι και να χαλάς την ηρεμία, που με τόσο κόπο φτιάχνω κάθε φορά. Να με κάνεις να θυμάμαι εκείνο το «διαφορετικό». Το φλογερό «ξεχωριστό». Μα ξέρεις τι φοβάμαι περισσότερο. Πως έτσι, από μακριά, πάντα θα σε θέλω. Γιατί δειλιάζω να ανοίξω ξανά την καρδιά μου μπροστά σου. Γιατί δε θέλω να ματώσω ξανά και να είσαι εσύ η αιτία. Γιατί, αυτή τη φορά, πιο πιθανό είναι να σε αντιπαθήσω. Μπορεί και να σε μισήσω. Κακό να μισείς κάποιον που ένιωσες όλες σου τις αισθήσεις να λειτουργούν. Δεν το θέλω.

Θέλω να σε θυμάμαι, όπως τότε. Ω Θεέ μου, πόσο ερωτευμένη παίζει να είμαι μαζί σου και να μην το ξέρω; Αυτό που πονάει περισσότερο από όλα τα άλλα; Δε σε νοιάζει ο δικός μου έρωτας. Δεν τον θέλεις. Ίσως να ήθελες άλλη να γράφει όλο αυτό το κατεβατό για χάρη σου. Κι αν ποτέ ρωτήσεις ξανά για όλα αυτά που σου έδωσα τότε, φοβάμαι να κάνω την απόπειρα να σου τα ξαναδώσω. Γιατί τότε θα πετάξεις και εκείνο το λίγο που δίνεις. Και αυτό το λίγο, το θέλω. Σε θυμίζει. Δε θέλω να σε ξεχάσω. Θα κάνω ό,τι περνά από το χέρι μου για να κρατήσω τη θύμησή σου ζωντανή μέσα στο κορμί μου. Στην καρδιά μου. Και πού ξέρεις; Μπορεί να ξαναβρεθούμε σε ένα από τα χιλιάδες κρεβάτια και σαλόνια του κόσμου. Και τότε να ξανανιώσουμε όπως τότε. Ουτοπικό, ε; Κρίμα…