Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

20 χρόνια και κάτι. Πριν 20 χρόνια ξεκίνησαν όλα. Εγώ στα 29, εσύ στα 30. Εγώ διακοπές χειμώνα σε ένα νησί, μακριά από το δικό μου. Με κυνήγησες. Με το που με είδες, μου είπες πολύ αργότερα ότι σκέφτηκες «εγώ αυτή τη γυναίκα θα την παντρευτώ».

Όταν γύρισα στο νησί μου ήρθες και με βρήκες. Και έπειτα ήρθες ξανά και ξανά. Μετά από 2 μήνες παραμονής σπίτι μου κι ενώ σε έβαλα στις παρέες μου και πλήρωνα τα πάντα γιατί ήσουν απένταρος, όταν ήρθε το καράβι για να επιστρέψεις στο νησί σου, μου είπες πως όπως ήρθαν τα πράγματα θα ήταν καλύτερο να χωρίζαμε. Σε κοίταξα και είπα «καλό ταξίδι». Σε 1 ώρα με πήρες τηλέφωνο. Δεν έφυγε το καράβι λόγω καιρού και ήθελες να έρθω να σε δω. Και ήρθα -που να μην ερχόμουν δηλαδή- και όσο κι αν δεν έπρεπε, έπεσα.

Σχέση από απόσταση. Βρισκόμασταν 1 μήνα το καλοκαίρι και 3 τον χειμώνα, τότε που ερχόσουν εσύ. Ενδιάμεσα κάτι Σαββατοκύριακα. Στα 3 χρόνια που κράτησε όλο αυτό, δεν ήταν λίγες οι φορές που στα καλά καθούμενα με χώριζες. Και όταν δεν έτρεχα πίσω σου, έκανες τα πάντα για να με έχεις ξανά κι εγώ όλο και σε συγχωρούσα.

Παντρευτήκαμε και κάναμε δύο παιδιά. Στάθηκα δίπλα σου, ήθελα να σε στηρίζω σε όλα. Τα έκανα όλα και συνέφερα. Μέχρι που σε μια συζήτηση μου είπες ότι παντρεύτηκες μια γυναίκα που δεν είναι όμορφη για να μη ζηλεύεις και να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο. Θύμωσα πολύ! Θύμωσα τόσο που σου είπα πως τελειώσαμε. Δεν το δεχόσουν το τέλος. Την επόμενη μέρα μου έφερες λουλούδια για συγνώμη. Όμως αυτή τη φορά δε μου πέρασε. Και επειδή δε μου πέρασε έκανες την επανάστασή σου. Έβγαινες κάθε βράδυ μέχρι το πρωί. Για 4 μήνες συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση. Εγώ το πρωί δουλειά και το απόγευμα με τα παιδιά.

Κι εσύ, ο θυμωμένος, άρχισες την αναζήτηση άλλης κανάρας. Βρήκα μήνυμά σου στο κινητό προς κάποια που της έλεγες να τελειώσετε το βράδυ μαζί. Σε έδιωξα. Έφυγες από το σπίτι, αλλά στους 4 μήνες εμφανίστηκες στο νησί μου. Θυμάμαι τότε ήταν τότε διακοπές των Χριστουγέννων. Ήρθες -και καλά για να είσαι δίπλα στα παιδιά-, αλλά έπιασες την οικογένειά μου και τους είπες ότι με θες. Με χίλιες πιέσεις δέχτηκα να βγούμε για ένα ποτό. Εσύ να με φλερτάρεις κι εγώ να νιώθω χαμένη. Σιγά-σιγά, έπεσα και πάλι στα δίχτυα σου. Μετά από δύο χρόνια απόσταση, γύρισες στην οικογένεια και ήμασταν σαν συγκάτοικοι. Ή μάλλον λάθος, γιατί οι συγκάτοικοι έχουν και υποχρεώσεις σε ένα σπίτι.

Περάσαν κάποια χρόνια κάπως όμορφα και μετά ξαφνικά έμεινες χωρίς υπάλληλο στη δουλειά. Από την αγάπη που σου είχαμε, ερχόμασταν εγώ και οι φίλοι σου. Όλοι θέλαμε να σε βοηθήσουμε. Το πρωί δουλειά, το μεσημέρι διάβασμα τα παιδιά, το απόγευμα μέχρι το βράδυ να βγάζω παραγγελίες ενώ εσύ κοιμόσουν, και μετά εσύ να πηγαίνεις στο στέκι σου. Άρχισες να χάνεσαι από τη σχέση μας. Όποτε σε ρωτούσα τι έχεις, απαντούσες άγχος. Όλο και απομακρυνόσουν. Πήγαμε στο νησί μου για Χριστούγεννα. Σου είπα να πάμε μια βόλτα οι δυο μας και μου απάντησες ότι δεν έχουμε τίποτα να πούμε. Σε προειδοποίησα ότι έτσι βουλιάζει το καράβι. Με κοιτούσες σαν χάνος.

Φεβρουάριο έβαλα αγγελία για υπαλλήλους. Βρήκες δύο. Για την αποθήκη ήθελες μόνο γυναίκα. Μέσα μου ήξερα γιατί. Πριν ένα μήνα είδα αλλαγές στην καθημερινότητά σου. Παρακολουθούσα διακριτικά. Οι φόβοι μου επιβεβαιώθηκαν. Το κορίτσι ήρθε για να μπει στη ζωή σου και να διαλύσει την κατά φαντασία «οικογένεια». Δεν είπα τίποτα για να δω πού το πας. Απλώς μάζευα ενδείξεις ή μάλλον αποδείξεις. Πλέον την κυκλοφορούσες, αλλά μακριά να μη σας δουν. Ώσπου Μ. Δευτέρα απόγευμα, μου έκανες επίθεση που κοιτάζω την προσωπική σου ζωή. Συγγνώμη που με ένοιαζε με ποια βγαίνεις ενώ ήμασταν παντρεμένοι. Και τότε μου είπες ότι δεν πάει άλλο. Και ακόμα πιο σκληρό ήταν το «πάρε τα παιδιά σου και φύγετε από εδώ». Να σε ρωτάω πού θα πάμε και να μου λες ότι δε σε ενδιαφέρει. Τελικά, μετά από πολλούς καβγάδες, καταλήξαμε πως θα ήταν καλύτερο να έφευγες εσύ. Βέβαια, το καθυστέρησες και αυτό, με την πρόφαση πως είχες δουλειά. Πάντα βολεψάκιας και ο εαυτούλης σου.

Μέχρι και για τον λόγο που έφυγες δεν είπες την αλήθεια. Είπες απλώς πως είχαμε προβλήματα. Τώρα ζεις αλλού. Τώρα ζεις τον έρωτά σου με την κατά 20 χρόνια μικρότερή σου. Τώρα είσαι απών και για τα έφηβα παιδιά μας, γιατί παλιά σε έβλεπαν όταν ερχόσουν να φας και να κοιμηθείς το μεσημέρι. Τώρα τα παιδιά μας είναι ένα τηλεφώνημα.

Κλείνοντας, θέλω να σου πω ένα ευχαριστώ. Ευχαριστώ που με απάλλαξες από τον Γολγοθά που ζούσα. Η ζωή μαζί σου ήταν ένας Γολγοθάς. Δε με θεωρούσες άξια για τίποτα. Ήμουν για το σπίτι, για να μεγαλώνω τα παιδιά. Δεν υπήρχαν πουθενά τα δικά μου θέλω. Για σένα εγώ δεν υπήρχα. Ήμουν η αόρατη, χωρίς φωνή. Όταν όμως εσύ χρειαζόσουν κάτι, εγώ έτρεχα. Προφανώς δε με αγάπησες ποτέ πραγματικά, κι ας ήμουν στη ζωή σου 20 χρόνια.