Οι περισσότεροι από εμάς κατά την παιδική μας ηλικία, όποτε μας ρωτούσαν τι θα γίνουμε όταν μεγαλώσουμε, απαντούσαμε και μάλιστα με στόμφο «ηθοποιός». Μας εκστασίαζε η ζωή που φανταζόμαστε πως ζούσαν εκείνοι που μας μάγευαν μέσα από τη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη ή ακόμα και του πάλκου. Μόνιμα στα φώτα της δημοσιότητας, λαμπεροί, να τους αναγνωρίζουν όλοι στο δρόμο. Οι περισσότεροι μεγαλώνοντας άλλαξαν κατεύθυνση, κάποιοι όμως ακολούθησαν αυτό το όνειρο κάνοντάς το επάγγελμα.
«Ηθοποιός σημαίνει φως» μας δήλωνε ο αείμνηστος και ταλαντούχος Δημήτρης Χορν. Ηθοποιός όμως, εκτός από φως, σημαίνει και πολλά παραπάνω. Σημαίνει «τσαλακώνομαι», βγαίνω δηλαδή από τα όρια του εαυτού μου και γίνομαι κάτι που δεν είμαι και πιθανόν δε θα γίνω και ποτέ, ξεχνάω το ποιος είμαι, από πού έρχομαι, πού πηγαίνω, τα προσωπικά μου προβλήματα, αφήνω δηλαδή στην άκρη το δικό μου σώμα και κυρίως τη δική μου ψυχή και γίνομαι ο ρόλος μου στο απόλυτο. Υιοθετώ την ψυχή του ρόλου μου, τα δικά του βιώματα, μπαίνω μέσα στο παρελθόν του και κυρίως στο παρόν του, αποκτώ τις δικές του συνήθειες, τον προσωπικό του τρόπο ομιλίας και κίνησης και δίνω στο κοινό να καταλάβει τις ιδιαιτερότητές του. Δεν είναι τυχαία η επιλογή της λέξης «ενσάρκωση» όταν μιλάμε για ένα ρόλο. Παίρνεις κάποιον οποίος υπάρχει μόνο σε ένα χαρτί και του δίνεις σάρκα και οστά. Κι αυτός ζωντανεύει μπροστά στα μάτια του κοινού σου.
Οι ηθοποιοί χωρίζονται σε κατηγορίες, ανάλογα με το πού παίζουν. Έτσι έχουμε τους ηθοποιούς που προτιμούν να παίζουν στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφο, τους ραδιοφωνικούς ηθοποιούς και φυσικά τους ηθοποιούς που τους κέρδισε η θεατρική σκηνή. Χωρίς βέβαια να αποκλείεται πως ένας ηθοποιός που ασχολείται με ένα από αυτά δεν μπορεί να κάνει λαμπρή καριέρα και σε κάποιο άλλο μέσο. Οι περισσότεροι όμως έχουν κάποιο αγαπημένο.
Με το θέατρο όμως ξεκίνησε η ιστορία. Στην Αρχαία Ελλάδα, στα μέσα του 6ου π.Χ αιώνα, κατά τη διάρκεια των Διονυσιακών Εορτών, ο Θέσπις έγινε ο πατέρας όλων των ηθοποιών, ή «υποκριτών» όπως ονομάζονταν κατά την εποχή, αφού ήταν ο πρώτος που εισήγαγε τον πεζό λόγο ανάμεσα στα χορικά άσματα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο χορός αφηγούταν τα κατορθώματα του πρωταγωνιστή, ενώ ο Θέσπις «έγινε» ο ίδιος πρωταγωνιστής. Έτσι γεννήθηκε η πρώτη τραγωδία και το θέατρο γενικότερα. Όπως φυσικά γνωρίζουμε, κατά την αρχαιότητα, ηθοποιοί ήταν μόνο άντρες, ακόμα και για γυναικείους ρόλους, που δήλωναν τον εκάστοτε χαρακτήρα με τη χρήση της ανάλογης μάσκας. Στην πορεία βέβαια των χρόνων αυτό άλλαξε. Οι γυναίκες πήραν τη θέση που τους αξίζει και πλέον έχουν γράψει τη δική τους ιστορία τα θεατρικά δρώμενα.
Ο θεατρικός ηθοποιός διαφέρει σε πολλά σημεία από τον τηλεοπτικό. Δεν έχεις το περιθώριο λάθους, μιας κι επάνω στη σκηνή δεν υπάρχει το λεγόμενο «στοπ. Πάμε πάλι από την αρχή». Στο θέατρο, εάν κάνεις κάποιο λάθος, θα πρέπει να βρεις τρόπο να το μπαλώσεις ώστε να μην κρεμάσεις τους συμπρωταγωνιστές σου και φυσικά την παράσταση την ίδια. Δεν επιτρέπεται να ξεχάσεις τα λόγια σου, τη θέση που πρέπει να σταθείς ή από πού θα μπεις στη σκηνή, καθώς αυτά μπορεί να έχουν μεγάλο αντίκτυπο στην παράσταση.
Επιπλέον, θα πρέπει από τη στιγμή που ανοίγει η αυλαία μέχρι και το τελευταίο χειροκρότημα να είσαι ο ίδιος άνθρωπος, ο ρόλος σου. Οποιαδήποτε αλλαγή θα φανεί στα μάτια του θεατή και θα του χαλάσεις την αίσθηση που προσπαθείς να του δημιουργήσεις. Στο θέατρο επίσης απουσιάζουν τα εφέ που μπορεί να προσθέσει ένας σκηνοθέτης σε μια ταινία και φυσικά δεν υπάρχει η πολυτέλεια του χώρου. Μέσα στα ελάχιστα τετραγωνικά της σκηνής θα πρέπει να δημιουργήσεις ολόκληρο τον κόσμο που κινούνται οι ήρωες. Πολλές φορές οι ηθοποιοί δεν έχουν καν αντικείμενα ή ακόμα κι όσα βλέπουν γύρω τους δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα κι αυτά θα πρέπει να περιγράφουν είτε με λόγια είτε με κινήσεις και τη γλώσσα του σώματος, ώστε να κάνουν το κοινό να κατανοήσει πλήρως αυτό που υπάρχει στο χώρο.
Το να βρίσκεσαι εκτεθειμένος και κυρίως ευάλωτος μπροστά από σε κοινό αγνώστων είναι από μόνο του μια πολύ αγχωτική κατάσταση, κάτι που σε έναν ηθοποιό που κάνει γύρισμα δεν υφίσταται, ή τουλάχιστον όχι στον ίδιο βαθμό. Σε μια μελέτη που έγινε στη σχολή καλών τεχνών του Λονδίνου, προσπάθησαν να ερευνήσουν το επίπεδο του στρες που έχει ένας ηθοποιός όταν καλείται να παίξει θέατρο. Ανέλυσαν λοιπόν την καρδιακή λειτουργία ηθοποιών με διαφορετική θεατρική εμπειρία σε ένα δείγμα από επαγγελματίες κι ερασιτέχνες του χώρου. Αυτό που παρατήρησαν είναι πως όλοι ανεξαιρέτως παρουσίαζαν μεταβολές από τον φυσιολογικό καρδιακό παλμό. Το επίπεδο της μεταβολής όμως εξαρτιόταν άμεσα από τη θεατρική εμπειρία του καθενός. Αυτό μας δείχνει λοιπόν, πως εφόσον είσαι μπροστά από τα φώτα, έχεις το λεγόμενο “stage fright”, ακόμα κι αν μια ολόκληρη ζωή αυτό κάνεις.
Το μεγάλο στοίχημα για έναν ηθοποιό επάνω στη σκηνή είναι να κερδίσει το κοινό του. Ανεξάρτητα του είδους της παράστασης, ο θεατής θα πρέπει να μείνει προσηλωμένος επάνω στους ήρωες, να τους νιώσει, να γίνει ένα με αυτούς, να μπει μέσα στην ατμόσφαιρα του έργου. Το μυστικό είναι να σέβεσαι τον ήρωα που ενσαρκώνεις, να πιστεύεις στις δυνάμεις και των δύο σας και φυσικά να του επιτρέψεις να μπει μέσα σου και να σε κατακλύσει. Ο ηθοποιός που επιτρέπει στον ήρωά του να γίνει ένα μαζί του, είναι ο πετυχημένος ηθοποιός. Και φυσικά, το χειροκρότημα του κόσμου είναι η απόλυτη ανταμοιβή. Και πολύ ισχυρό ναρκωτικό. Τελικά, όλα τα αρνητικά τα ξεχνάς, τα άγχη, την πίεση, τις στερήσεις που μπορεί να υπάρχουν σε μια θεατρική παράσταση μόλις ακουστεί εκείνο το θερμό χειροκρότημα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου