Ζεσταίνεις νερό και ρίχνεις μέσα το φακελάκι με το τσάι. Τι κι αν είσαι λίγο κρυωμένος, τα φύλλα του τσαγιού σύντομα θα σε κάνουν να νιώσεις καλύτερα. Ίσως να οφείλεται η βελτίωσή σου στις θεραπευτικές ιδιότητες του αφεψήματος, ίσως και σε κάποια τυπωμένη στο υποσυνείδητο ανάμνηση της μητρικής στοργής που ακούσια επαναλαμβάνεται σε κάθε σου γουλιά. Ίσως πάλι, να νιώθεις καλύτερα απλά γιατί το τσάι είναι πια μια από τις αγαπημένες σου συνήθειες κι απολαύσεις.

Μερικά φύλλα τσαγιού ενίοτε μπλεγμένα με άλλα βότανα και μπαχαρικά αρκούν για να ταξιδέψεις νοητά και να χαλαρώσεις. Μια κούπα ζεστή κι ευωδιαστή αρκεί για να αλλάξεις διάθεση και να παρασυρθείς σε παλιές θύμησες. Η θέρμη του θα σε κάνει να νιώσεις θαλπωρή αυτοστιγμεί και γρήγορα τα επίπεδα του στρες θα έχουν μειωθεί. Σήμερα είναι το πιο δημοφιλές ποτό μετά το νερό, αν και αμφιβάλλω αν θα το φανταζόταν κανείς πριν τη μεγάλη διάδοσή του τον 18ο αιώνα.

Ίσως να έχετε ακούσει τη γιαγιά σας ή και τη μητέρα σας να λέει «βγάλε τα καλά σερβίτσια» όταν αναμένετε κάποιον σημαντικό για φαγητό. Κάπως έτσι λειτουργούσε και το τσάι με τις πορσελάνες που σερβιριζόταν γύρω στον 17ο με 18ο αιώνα. Αρχικά, το τσάι αφορούσε μόνο τους πλούσιους του δυτικού κόσμου. Το κόστος του ήταν υψηλό και συχνά αποτελούσε μέσο εντυπωσιασμού μεταξύ των ευγενών. Τα φύλλα του τσαγιού φυλάσσονταν σε ένα μεταλλικό κουτάκι κλειδωμένα σε κάποιο ντουλάπι -σαν να πρόκειται για θησαυρό- κι έβλεπαν το φως του ήλιου για λίγο μόνο. Ίσα να προσφερθεί μέσα από ακριβά τσαγερά για την επίδειξη ενός status quo.

Για να φτάσει όμως το τσάι να γίνει μόδα στους ευγενείς χρειάστηκε μία –ας πούμε με σημερινούς όρους– «brand ambassador» για να το «διαφημίσει». Το 1662, η κατανάλωση τσαγιού έγινε η νόρμα των επιφανών καθώς η Πορτογαλίδα πριγκίπισσα Catherine Braganza που παντρεύτηκε τον Άγγλο βασιλιά Κάρολο Β’ κατανάλωνε πάντα στην αυλή τσάι. Γρήγορα αυτή η συνήθεια εξαπλώθηκε στην αριστοκρατία και ίσως είναι ο λόγος που μέχρι σήμερα – σχεδόν στερεοτυπικά – φανταζόμαστε την πόση τσαγιού ως μια ιεροτελεστία που αφορά ευγενείς.

Η ιστορία όμως του τσαγιού μας πάει πάνω από 4000 χρόνια πίσω, στην Κίνα. Εκεί, σύμφωνα με τον μύθο, ο αυτοκράτορας Shen Nung ανακάλυψε τυχαία πως τα πράσινα φύλλα της Camellia sinensis δίνουν στο νερό ωραίο άρωμα και γεύση, όταν μερικά φύλλα έπεσαν στο φλιτζάνι με το ζεστό νερό του. Αυτός ήταν κι ο τρόπος παρασκευής για πολλά χρόνια. Η σημερινή μέθοδος παρασκευής του τσαγιού (brewing) δόθηκε κατά τη δυναστεία Μινγκ (1368-1644μ.Χ.) όπου οι Κινέζοι άρχισαν να βυθίζουν τα φύλλα τσαγιού στο βρασμένο νερό κι οι κανάτες του κρασιού τροποποιήθηκαν έτσι ώστε να λειτουργούν σαν τσαγιέρες.

Έκτοτε, το τσάι πήρε τον δικό του δρόμο προς την Δύση όπως και το μετάξι και φώλιασε στις συνήθειές μας. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, εκτός από το τσάι έχουμε κι άλλα βότανα που εμβαπτίζονται και πίνονται. Υπάρχει το τσάι του βουνού, το χαμομήλι, το δίκταμο και πολλά ακόμα. Ωστόσο, στα περισσότερα αν όχι όλα τα ελληνικά σπίτια υπάρχει και το μαύρο τσάι. Αυτό, είναι ίσως η μεγαλύτερη νίκη της ανατολής.

Με την πάροδο των αιώνων, ακόμα κι αν για εμάς δεν αποτελεί τελετή, η πόση τσαγιού έχει ενταχθεί απόλυτα στην καθημερινότητά μας. Είμαστε τόσο εξοικειωμένοι μ’ αυτό που δε σκεφτόμαστε λεπτό πώς έφτασαν αυτά τα γευστικά φυλλαράκια της απόλαυσης στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μας.

Κάποτε για να έρθουν περνούσε χρόνος. Καμήλες διέσχιζαν την Ασία, πλοία το διαμοίραζαν στη Μεσόγειο, έπειτα μεταφερόταν στα βάθη της Ρωσίας με τον υπερσιβηρικό. Το τσάι άλλαζε χέρια κι εθνικότητα ανάλογα με το ποιος το εμπορευόταν κι έπειτα κατέληγε σε ένα φλιτζάνι κι έδινε σε κάποιον την ίδια απόλαυση που θα ένιωθε κι ο πρώτος που το κράτησε. Κάτι τόσο μικρό όσο τα φυλλαράκια ενός θάμνου έγιναν το πρώτο «διεθνές αγαθό».

Η νίκη της Ανατολής είναι τόσο μεγάλη που ακόμα και η ονομασία του δεν άλλαξε κατά την υιοθεσία του από την Ευρώπη. Η λέξη «τσάι» πηγάζει από την λέξη «cha» της μανδαρικής γλώσσας, ενώ το βρετανικό «tea» από την λέξη «te» της κινεζικής διαλέκτου Amoy. Οι ποικιλίες είναι τόσες, όσες και τα μέρη όπου παράγεται και κάθε ποικιλία διαφέρει στον ουρανίσκο μας. Λευκό, μαύρο, macha ή ιαπωνικό πράσινο τσάι. Όλα μέρος της κινεζικής κληρονομιάς.

Ίσως το ιαπωνικό πράσινο τσάι τελευταία να κερδίζει όλο και περισσότερους πιστούς και να παραμένει το πιο διαδεδομένο στην ανατολική Ασία, όμως το πρώτο σε κατανάλωση είναι το μαύρο τσάι. Αυτό, που συχνά αποκαλείται «ευρωπαϊκό» κι ας μην είναι. Το γνωστό μας μαύρο τσάι φύεται κατά κόρον στην Ινδία και την Κίνα. Μόνο η τυποποίησή του είναι ευρωπαϊκή εφεύρεση!

Τώρα φαντάσου μια Αγγλίδα να κάνει το διάλειμμα της βουτώντας ένα φακελάκι μαύρο τσάι στο φλιτζάνι της κι εσένα που απολαμβάνεις μια κούπα τσάι με γεύση μήλο ή καραμέλα. Σκέψου ότι στην άλλη άκρη της γης μια Γιαπωνέζα στην παραδοσιακή της φορεσιά ίσως ετοιμάζει τσάι ακολουθώντας την ιεροτελεστία κατά το έθιμο τους. Αναλογίσου ότι ίσως ένας Ινδός ελέγχει τα φύλλα του τσαγιού, ή ένας Κινέζος κλείνει μια συμφωνία για να εξάγει τσάι από τις φυτείες του –τσάι που αύριο εσύ ή εγώ θα γευτούμε. Όλα έχουν ένα κοινό: τα φύλλα της Camellia sinensis. Ίσως η κουλτούρα του τσαγιού να μην έφτασε ακέραιη ως εδώ αλλά η απόλαυση του αφεψήματος σίγουρα το έκανε.

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.