Λέτε απόψε να βγείτε με την παρέα για ποτό. Ετοιμάζεσαι, ντύνεσαι και πας. Μπαίνεις στο μαγαζί κι η μουσική είναι εκκωφαντική, έτσι, για να μη σπάει ο κανόνας του ξενυχτάδικου. Προσπαθείτε να ανταλλάξετε δυο κουβέντες μεταξύ σας και καταλήγετε να φωνάζετε ο ένας στο αφτί του άλλου και να ανταλλάζετε μερικά «τι;» και «πες το πάλι».

Από τώρα ξέρεις πως τα ξημερώματα τα παιδιά στην πόρτα θα σε καληνυχτίσουν και θα τους ακούς σαν από χοάνη. Μάλλον κάπως έτσι θα ακούει κι ο παππούς σου πια, αλλά δε βαριέσαι; Με λίγο αλκοόλ δε θα σε νοιάζει.

Η βραδιά κυλάει κι εσύ περνάς καλά. Χορεύεις, πίνεις, γλεντάς κι η πιο ουσιώδης επικοινωνία γίνεται με τους ανθρώπους που σου φέρνουν το ποτό σου. Εκεί ακούς και σε ακούν ακόμα κι αν δεν έχεις απολύτως καμία ιδέα πώς στα κομμάτια το καταφέρνουν! Κάπου εκεί, σε προσεγγίζει μια άγνωστη, ως τότε, παρουσία. «Μια χαρά» σκέφτεσαι και χαμογελάς. Θα ήθελες να γνωριστείτε κι έτσι αρχίζουν οι ερωτήσεις. Τα κλασικά: Πώς σε λένε, πόσων χρονών είσαι, τι σπουδάζεις κι αν δουλεύεις.

Απ’ όλο το όνομα εσύ ακούς όλα κι όλα δυο φωνήεντα. Και τι έγινε; Γνέφεις καταφατικά, λες ένα «χάρηκα» και χαμογελάς. Τι Άρης, τι Άλκης, τι Μαρία, τι Μαρίνα. Το εν δυνάμει φλερτ σου σού λέει πως ήρθε με το αδελφάκι του ή μήπως με το ξαδελφάκι του; Πάντως εσύ είσαι με τη Μαίρη, την Άννα και τον Πάνο, που κανονικά τους λένε Έλλη, Γιάννα και Μάνο αλλά -μικρό το κακό, έτσι;

Ξεκινάτε μια κουβέντα για τα χόμπι ή τη δουλειά σας και κάπου εκεί ο βαθμός δυσκολίας στην επικοινωνία ανεβαίνει, αλλά δεν πτοείσαι -τζάμπα πήγε τόσο αλκοόλ; Με το χαμόγελο στα χείλη κάνεις ότι ακούς και ξέρεις μέσα σου πως κι ο συνομιλητής σου το ίδιο κάνει όταν μιλάς εσύ. Δεν καταλαβαίνεις πολλά, μόνο σκόρπιες λέξεις, αλλά και τι έγινε; Δεν αναλύετε και κβαντική φυσική. Όπου δεν καταλαβαίνεις πολλά κι ο άλλος περιμένει απάντηση, ξέρεις τι θα κάνεις. Θα γνέψεις καταφατικά χαμογελώντας. Οι ερωτήσεις δεν είναι για να μένουν αναπάντητες άλλωστε. Τι ποιες ερωτήσεις; Αυτές, να! Κούνα τώρα θετικά το κεφάλι και μην το σκέφτεσαι!

Μπορεί να συναίνεσες να πάτε για bungee jumping το άλλο Σάββατο ενώ τρέμεις τα ύψη, ή για αναρρίχηση σε καμιά βουνοκορφή, ακόμα κι αν στο μυαλό σου το κοντινότερο σε αναρρίχηση είναι να ανέβεις τα σκαλιά του σπιτιού σου. Ίσως δέχτηκες να πάτε για πατσά φεύγοντας κι ας μην υπάρχει κάτι που να σιχαίνεσαι περισσότερο απ’ αυτό. Εντάξει, όλο και σε κάποια μαλακία θα πεις «ναι», αλλά έχει κι αυτό τη φάση του. Έτσι κι αλλιώς στις νέες γνωριμίες δεν ανταλλάσσετε και κρίσιμα ερωτήματα, ένα «ναι» παραπάνω δε θα σου κοστίσει -εκτός κι αν μιλάς με κανέναν Άραβα πρίγκιπα και σε ρώτησε αν θες να ενταχθείς στο χαρέμι του. Έλα, μην ανησυχείς, πόσες πιθανότητες έχεις πια;

Όλοι, λίγο-πολύ, το ίδιο κάνουμε. Από ευγένεια ή από ντροπή να παραδεχθούμε ότι δεν ακούμε λέξη, καταλήγουμε να κουνάμε το κεφάλι, ακόμα κι αν ο άλλος μπορεί να μας έβρισε. Σκέψου ότι ακόμα κι αν πεις σε κάποιον αντιπαθητικό τύπο πόσο εκνευριστικός είναι χαμογελώντας, πιθανότατα να χαμογελάσει και να γνέψει θετικά. Από ένα σημείο και μετά δε θέλουμε να μπούμε στην αμήχανη στιγμή της επανάληψης εκείνου του «ε;» κι απλά συναινούμε. Μπορεί να μπλέξουμε, αλλά έχουμε πλήρη άγνοια για το πού -σαν κοσμική ειρωνεία που το ανέκδοτο είμαστε εμείς.

Βέβαια, αυτό το καταφατικό νεύμα εύκολα συμβαίνει κι αλλού, ακόμα και χωρίς τη δικαιολογία της φασαρίας -της εξωτερικής τουλάχιστον. Για παράδειγμα, όλοι έχουμε γνέψει καταφατικά σε εκείνον τον ενοχλητικό υπερφίαλο συνάδελφο απλά και μόνο για να μην τον ακούμε. Έχουμε γνέψει καταφατικά στον προϊστάμενό μας που φυσικά δεν ακούγαμε τι έλεγε, γιατί ήμασταν απασχολημένοι υπολογίζοντας σε πόση ώρα σχολάμε.

Έχουμε γνέψει καταφατικά στον κολλητό μας που γκρίνιαζε για εκατομμυριοστή φορά επειδή χώρισε κι ας μην έχουμε ιδέα τι είπε. Καμιά φορά απλά βαριόμαστε να ακούσουμε ή σκεφτόμαστε τα δικά μας. Εκεί δε μας βγήκε και σε κακό, έτσι; Άρα γιατί να χαλάσουμε μια συνταγή που δείχνει να δουλεύει; Μπράβο! Ας κουνήσουμε μαζί καταφατικά το κεφάλι!

Κάνουμε εκείνο το νεύμα που μας ξελασπώνει κι αφήνουμε τους άλλους να συνεχίζουν να μιλάνε. Παίρνουμε ένα ρίσκο για το τι μπορεί να δεχτήκαμε, αλλά ποιος νοιάζεται; Θα μάθουμε μετά πού μπλέξαμε και θα ‘ναι ακόμα πιο αστείο. Βάζουμε λίγη παραπάνω περιπέτεια, προκαλούμε και λίγο την τύχη μας. Αποκτάμε μια αστεία ιστορία να διηγούμαστε αργότερα. Εξάλλου, οι πιο ευτράπελες ιστορίες ξεκίνησαν εκεί που δεν το περιμέναμε, με καταστάσεις που θα μπορούσαν μόνο να τύχουν κι όχι να επιδιωχθούν.

Ακόμα και τώρα που γράφω, μόλις έγνεψα καταφατικά στον σύντροφό μου που κάτι μου έλεγε για φαγητό. Ήμουν απασχολημένη, δε φταίω. Προσεύχομαι να μην είπα «ναι» σε ινδικό, τουλάχιστον. Ας είναι σουβλάκια, Παναγιά μου!

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη