Αυτή θα μπορούσε να είναι μάνα σου, θα μπορούσε να είναι αδερφή σου, θα μπορούσες να είσαι κι εσύ. Αυτή, όποια κι αν είναι, όπως κι αν τη χαρακτηρίζεις, είναι εκτός από γυναίκα, άνθρωπος. Έχει τα ίδια δικαιώματα με σένα, αλλά περισσότερες υποχρεώσεις. Αυτή που κοιτούν όλοι επικριτικά, αυτή που δεν τολμά με την ίδια ευκολία να ζήσει τη ζωή της, αυτή που καταπιέζουν κι ακρωτηριάζουν για να χωρέσει στα καλούπια που η κοινωνία επέλεξε κι εσύ ή εγώ δεν προσπαθούμε να σπάσουμε, αυτή είναι η σημερινή γυναίκα.

Από παιδί της είπαν να είναι όμορφη, ευγενική και με τρόπους. Δεν της έδωσαν να παίξει με μπάλα, αλλά με μια κούκλα. Της είπαν ότι πρέπει να χαμογελάει. Πρέπει να είναι ευχάριστη, γλυκιά και στην εφηβεία της τής είπαν να «μη δίνει δικαιώματα». Δεν της είπαν όμως πως ο κόσμος δε χρειάζεται να του δώσεις δικαιώματα. Ο κόσμος τα παίρνει μόνος του. Ο κόσμος για τις γυναίκες είναι πάντα λίγο πιο επικριτικός, λίγο πιο σκληρός κι άκαμπτος.

Μπορεί να είναι το θύμα, αλλά θα βρεθεί κι αυτή στο εδώλιο του κατηγορούμενου. Τι φοράει, πώς μιλάει, ποια είναι η οικογενειακή της κατάσταση, πώς είναι ο χαρακτήρας της; Όλα αυτά θα μπουν στο μικροσκόπιο για να μπορέσουν με αφορμή το ένα ή το άλλο να καταλήξουν σ’ αυτό που ήδη είχαν στο μυαλό τους: ότι «κι εκείνη έφταιγε». Θα καταλήξουν αργά ή γρήγορα ότι «καλά της έκανε», λες και ό,τι παθαίνει κανείς το αξίζει. Ποιος ξέρει; Ίσως και να το άξιζε αν ζούσαμε ήδη σε έναν τέλειο κι αρμονικά φτιαγμένο κόσμο κι εκείνη ήταν η παραφωνία, αλλά απέχουμε πολύ από αυτό, έτσι δεν είναι;

Εμένα μη με ακούς. Πες πως είμαι φεμινίστρια και κάν’ το να ακούγεται βρισιά, αλλά οι αριθμοί δε λένε ψέματα. Στην Ευρώπη μία στις πέντε γυναίκες έχει υπάρξει θύμα κακοποίησης, ενώ στην Ελλάδα –όπου η έμφυλη βία είναι κατά κάποιον τρόπο «νόμιμη» καθώς θεσμικό πλαίσιο κατά της κακοποίησης των γυναικών δημιουργήθηκε το 2006(!)– ένας στους τρεις γνωρίζει απ’ τον περίγυρό του μια γυναίκα που κακοποιείται. Παράλληλα, τέσσερις στις πέντε γυναίκες έχουν παρενοχληθεί σεξουαλικά στον χώρο της εργασίας τους, σύμφωνα με έρευνα που έγινε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Λοιπόν, ακόμα πιστεύεις πως τα λένε οι «φεμινίστριες»;

Με την έκθεση «Τι φορούσα όταν με βίασαν» απ’ το πανεπιστήμιο του Κάνσας μπορεί κανείς να καταλάβει πως δεν ευθύνεται η εμφάνιση του θύματος σε έναν βιασμό, θα μπορούσε όμως με την ίδια ευκολία κάποιος στην ελληνική κοινωνία να αποδεχτεί πως και σε μια κακοποίηση –λεκτική ή σωματική– δεν ευθύνεται το θύμα; Πολύ αμφιβάλλω κι αυτό γιατί είναι τόσο καλά ριζωμένο στην ελληνική νοοτροπία να κατακρίνει τις γυναίκες. Είναι τόσο εύκολη η μετάβαση σε επικριτικές, για τις γυναίκες, αντιλήψεις που μοιάζει αδύνατο να σπάσει το ταμπού που θέλει τις κακοποιημένες γυναίκες να σιωπούν για να μην αντιμετωπίσουν την κοινωνική κατακραυγή. Αλλά ως πότε;

Γιατί είμαστε 60 χρόνια πίσω, γαμώ την τρέλα μου; Γιατί να μη μιλάμε ανοιχτά; Πώς θα καταφέρουμε να βάλουμε ένα τέλος σ’ αυτό το μαρτύριο που θέλει τις γυναίκες να καταπιέζονται για να ακολουθούν τις κοινωνικές προσταγές υπό τον φόβο «να μην τους βγει το όνομα»; Δεν το βαρέθηκες πια; Κι αν το βαρέθηκες, τι κάνεις; Θα κάτσεις να κρίνεις κι εσύ το θύμα ή θα σιωπήσεις κι εσύ;

Μην περιμένεις να αλλάξει ο κόσμος από μόνος του. Δε θα το κάνει. Θα φέρεις τα παιδιά σου εδώ, θα μεγαλώσεις τα ανίψια σου και θα ζουν το ίδιο με σένα. Μια κοινωνία με δυο μέτρα και δυο σταθμά. Αν θες να αλλάξει αυτός ο κόσμος, πρέπει να αλλάξεις κι εσύ τον τρόπο που σκέφτεσαι, τον τρόπο που αντιδράς. Πρέπει αντί να στήσεις το θύμα στον τοίχο να του κρατήσεις το χέρι και να το στηρίξεις γιατί κανείς δεν «κάνει καλά» ασκώντας βία σε κάποιον άλλο και καμία συμπεριφορά δε δικαιολογεί τη βία ως επακόλουθο.

Πηγές για τις στατιστικές αναφορές: Τα Νέα, Huffington Post

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη