

Σύμφωνα με μία μελέτη του Πανεπιστημίου της California (San Diego), βομβαρδιζόμαστε καθημερινά με περισσότερη ποσότητα πληροφοριών από 34GB. Χοντρικά αυτό ισοδυναμεί με 14 ώρες ταινιών. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται τους μαραθώνιους που κάναμε για να παρακολουθήσουμε την τριλογία LORD OF THE RINGS και σε τι ερείπια/ζόμπι μεταλλασσόμασταν μετά από 9 ώρες καθήλωσης στην οθόνη. Το οποίο όμως ήταν συνειδητή μας επιλογή και κάτι το οποίο γουστάραμε τρελά να κάνουμε. Τώρα, καταιγιζόμαστε από περισσότερη πληροφορία (+5 ώρες) σε ασυνείδητο επίπεδο πλέον και το μεγαλύτερο της μέρος δεν είναι καν περιεχόμενο που επιλέγουμε ή που μας ενδιαφέρει πραγματικά. Είναι αποτέλεσμα ενός αλγόριθμου που προκύπτει από το συνεχές σκρολάρισμά μας για να καταπολεμήσουμε την ανία μας.
Σκυμμένοι πάνω από μία οθόνη, ζούμε την ψευδαίσθηση της γνώσης, ενώ ο εγκέφαλός μας δεν μπορεί να συγκρατήσει πάνω από το 10% των πληροφοριών που δέχεται. Ακόμα, όμως, και να απομνημονεύαμε το 100% των πληροφοριών, θα χάναμε τη χαρά της ανακάλυψης, της εμπειρίας.
Νομίζουμε ότι είμαστε ειδήμονες σε κάποιο θέμα γιατί απλά παρακολουθήσαμε κάποια παρόμοια βίντεο αμφιβόλου προέλευσης που αναπαράγουν το ίδιο και πειθόμαστε για την εγκυρότητά του, ενώ δεν κατανοούμε ότι δεν είναι επισφράγιση της γνώσης αλλά κάποιο trend που αναδεικνύει ο αλγόριθμος. Κι έτσι, καταλήγουμε και ζούμε στην εποχή της ημιμάθειας και του αποπροσανατολισμού. Στην εποχή που δεν έχουμε πλέον γνώσεις σχεδόν για τίποτα, αλλά έχουμε όλη την πρόσβαση σε αυτήν, δεν εμβαθύνουμε, δεν προσέχουμε τι διαβάζουμε και ό,τι διαβάζουμε το βαριόμαστε τόσο γρήγορα που δεν το ολοκληρώνουμε καν. Κι αυτό μας κάνει μέτριους στα πάντα.
Ο εγκέφαλος, από την άλλη, επειδή μαθαίνει να λειτουργεί με μοτίβα, λειτουργεί ακριβώς κατ’ αυτόν τον τρόπο σε ολοένα και περισσότερους τομείς. Λειτουργεί σε safe mode και μαθαίνει να αδιαφορεί για τα πάντα και τους πάντες. Οι άνθρωποι καταλήγουμε να μην έχουμε όρια, αρχή και τέλος· χάνουμε τις αξίες μας, το ενδιαφέρον μας για τα τεκταινόμενα και βαριόμαστε τα πάντα με περισσή ευκολία. Σε μία μόνιμη δυσαρέσκεια, χωρίς να έχουμε χρόνο για τίποτα, μονίμως σε μια κουραστική αδράνεια. Σας φαίνονται γνωστά τα συμπτώματα;
Έχει γίνει η αλήθεια μας. Έχουμε ξεχάσει τον τρόπο να επικοινωνούμε. Καταλήγουμε όλο και πιο μοναχικοί, χωρίς ενδιαφέροντα, να φυτοζωούμε. Έχουμε μάθει να μη μαθαίνουμε – απλά να λειτουργούμε μηχανικά. Θυμάμαι, παλιά, ήταν αρκετές 1-2 φορές για να μάθουμε μία διαδρομή, αλλά τώρα δεν υπάρχει λόγος. Είναι πάντα εκεί το GPS να μας καθοδηγεί στην αποχαύνωσή μας. Καταλήγουμε όλο και περισσότερο να έχουμε βοηθητικές ρόδες στο ποδήλατο που λέγεται ζωή. Αλλά ξεχνάμε ότι έτσι δε θα μάθουμε ποτέ να κάνουμε ποδήλατο. Ξεχνάμε πόσο ανυπομονούσαμε να βγάλουμε τις βοηθητικές και φωνάζαμε στους γονείς μας: «Μόνος μου! Μόνη μου!»
Η τρανή απόδειξη της αποχαύνωσης αυτής είναι ότι, παρόλο που σκρολάρουμε στο κινητό μας, αναρωτιόμαστε το πού βρίσκεται. Όσο περισσότερα βοηθήματα λαμβάνουμε (π.χ. GPS), όση περισσότερη πρόσβαση στη γνώση έχουμε (βλ. AI), τόσο λιγότερη γνώση έχουμε, λιγότερη φαντασία και πρωτοβουλία. Αφού δε χρειάζεται καν να σκεφτόμαστε – μπορεί να το κάνει κάποιος άλλος για μας. Μέχρι και η πρόσβαση στις τσ@ντες έχει φτάσει στην αντίπερα όχθη. Εθιστήκαμε, ξεχνώντας να κάνουμε σ#ξ με τον άνθρωπό μας, γιατί μας φαίνεται πιο εύκολο, πιο βολικό. Ούτε ατμόσφαιρα χρειαζόμαστε, ούτε υγιεινή, ούτε καν τον άλλο άνθρωπο χρειαζόμαστε, καλέ. Μια χαρά βολευόμαστε στη μερίδα χρόνου που επιλέγουμε. Λύθηκε κι αυτό με μία οθόνη. Δε χρειάζεται επικοινωνία, δε χρειάζεται κατάλληλο έδαφος, συναίνεση… τίποτα. Κυριολεκτικά: Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε.
Ξεχάσαμε ότι κάποια πράγματα θέλουν προετοιμασία, προσμονή, κάποια απαιτούμενα βήματα κι αυτά είναι που τα κάνουν πολύτιμα. Σαφέστατα και δεν είμαι αντίθετη στην πρόσβαση στην πληροφορία, ούτε και στις τσόντες. Αλλά το να αντικαθιστούμε τα πάντα με μια παράλληλη ψηφιακή πραγματικότητα, μας κάνει πρωτόγονους. Μας κάνει αδαείς και μας αποκτηνώνει.
Έχουμε τόσα εργαλεία για να τα αξιοποιήσουμε και να γίνουμε καλύτεροι – και όμως γινόμαστε ολοένα και χειρότεροι, ενδίδοντας στα πρωτόγονα ένστικτά μας. Θα έπρεπε όλη αυτή η πρόσβαση να μας είχε βοηθήσει να λύσουμε τα τεχνικά/πρακτικά μας προβλήματα και να μας άφηνε χρόνο για να ασχοληθούμε και να καλλιεργήσουμε το πνεύμα και την ψυχή μας κι όχι να υποδουλωθούμε σε βαθμό εξάρτησης στην ανούσια και αέναη εναλλαγή εικόνων μπροστά μας.
Ας αναλογιστούμε, τι είναι αυτό που μας κάνει να έχουμε σκυφτό το κεφάλι μόνιμα– και στις οθόνες μας και στα γεγονότα γύρω μας. Ας αναλογιστούμε τι είναι αυτό που δεν αντέχουμε στην καθημερινότητά μας και δεν τολμάμε να αλλάξουμε κι εθελοτυφλούμε εις βάρος της ζωής μας.