Δεν μπορώ και δε θέλω να σου φανερωθώ και να σου πω τα πάντα για μένα. Δε θα γίνω ανοιχτό βιβλίο που θα γυρνάει κι από μόνο του τις σελίδες για να με διαβάσεις και να με μάθεις. Δεν το θέλω για πολλούς λόγους. Ας αρχίσω από τον τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό.

Θέλω μυστήριο μεταξύ μας, δε με νοιάζει τι έκανες πέρσι το καλοκαίρι ούτε με πόσες ήσουν πριν από μένα. Δε θα σε ρωτήσω καν τι ακριβώς παίζει ακόμα και τώρα στη ζωή σου. Κι ούτε εσένα θέλω να σε αφορά. Θέλω να με ανακαλύπτεις σταδιακά και πάλι κάποια κομμάτια της ψυχής μου, ζήτημα αν τα μάθεις και ποτέ. Θα πρέπει να είσαι ο ένας για να γίνει αυτό, αλλιώς θα αρκεστούμε στο να περάσουμε καλά κι όλα μέλι-γάλα.

Ένα ας πούμε από τα μυστικά που έχω καταχωνιάσει στα πιο σκοτεινά κι έγκατα σημεία του μυαλού μου και φροντίζω να σου κρύβω καλά είναι η ευαισθησία μου και η τάση μου να λυγίζω εύκολα. Είμαι τρομερά ευάλωτη σε κάθε σου κίνηση, νεύμα, υπόνοια και διάθεση φανερή ή αθέατη ακόμα κι από σένα τον ίδιο.

Συνήθως μου λένε ότι διαισθάνομαι εύστοχα κι ότι διαθέτω ισχυρό ένστικτο. Ναι, ισχύει αλλά ξέρεις γιατί; Γιατί είναι η υπερβολική ευαισθησία μου αυτή που κάνει τη διαίσθησή μου τόσο οξυμένη να αντιλαμβάνεται και να πιάνει σήματα, ακόμα και τα πιο ανεπαίσθητα. Κι αυτά τα ασθενής έντασης σήματα είναι ικανά να με κάνουν να χωθώ στο καβούκι μου, διότι με το παραμικρό τα ερμηνεύω πάντοτε εις βάρος μου. Στις δικές μου κεραίες τα σήματα αυτά ηχούν σαν καμπάνες που στο άκουσμά τους τρέπομαι σε φυγή.

Και το ένστικτό μου δεν είναι τίποτα άλλο από ένστικτο επιβίωσης και αυτοπροστασίας από κακοτοπιές. Προηγούμενες καταστάσεις με ισοπέδωσαν και παρ’ ότι κατάφερα να σταθώ και πάλι στα πόδια μου, απέκτησα ένα μεγάλο κουσούρι: έναν κυνικό ρεαλισμό που μου ισοπεδώνει κάθε ελπίδα για αγάπη. Είναι μέσα μου αγάπη και ρεαλισμός δυο αντίρροπες δυνάμεις που μοιάζουν με δυο πρόσωπα που τραβάνε με όλη τους τη δύναμη ένα τεντωμένο σκοινί προς τη μεριά τους. Η δύναμη του ενός ενεργοποιεί τη δύναμη του αλλού, που σημαίνει πως άπαξ κι από κάπου με πλησιάζει η αγάπη, άλλο τόσο η επιφυλακτικότητά μου με καθίζει κάτω και μου δένει τα πόδια στη γη.

Αυτή είναι η μισή αλήθεια γιατί η υπόλοιπη είναι αυτή που τρέμω να μάθεις όσο τίποτα άλλο. Διψάω τόσο πολύ για αγάπη, έχω τόσο ανάγκη να σου δώσω τη δική μου, που φοβάμαι πως όταν καταλάβεις ποια είμαι, θα με αφήσεις. Φοβάμαι μήπως με θεωρήσεις προβληματική κι ανασφαλή και με πάρεις για δεδομένη. Λένε πως αυτός που είναι ευάλωτος και δοτικός είναι γιατί περισσότερο από το να αγαπήσει νιώθει τη βαθύτερη ανάγκη να αγαπηθεί. Δεν ισχύει σε μένα αυτό κι αυτός είναι ο μεγαλύτερός μου φόβος.

Είναι τόσο πολύ το μέσα μου για σένα που δεν ξέρω τι να το κάνω. Ό,τι και να κάνω, δεν ξοδεύεται. Έχει φτάσει στο λαιμό και με πνίγει. Ξεχειλίζει από παντού και δεν μπορώ με τίποτα να το συγκρατήσω. Δε με νοιάζει να με αγαπάς, βρίσκω ευτυχία στο να σε αγαπώ εγώ κι αυτό μου φτάνει. Δε ζητάω ανταλλάγματα, δεν είναι η αγάπη ένα υλικό αγαθό να τη βάλεις στο ζύγι. Είναι χείμαρρος συναισθημάτων, είναι ολοκληρωτικό δόσιμο, είναι προσωπικό μοίρασμα, είναι «πάρτο από μένα και κάντο ό,τι θες». Είναι ένα δώρο που σου δίνω απλόχερα με σκοπό να νιώσεις υπέροχα.

Πώς να αντέξω λοιπόν με τόση αξόδευτη αγάπη μέσα μου; Τι να την κάνω εγώ όταν η αιτία που σ’αγαπώ είσαι εσύ;

Κι από την άλλη φοβάμαι μήπως όταν μάθεις όλη την αλήθεια, με θεωρήσεις αδύναμη, μείνεις για όσο ωφελείσαι από την αγάπη μου κι ύστερα φύγεις.

Άσε με λοιπόν να σου πουλάω φούμαρα και να σου προβάλλω την εικόνα της δυναμικής κι απολύτου μετρημένης γιατί αυτή η εικόνα μας προστατεύει και τους δυο. Εμένα από την «αχίλλειο πτέρνα» μου κι εσένα από το πνίξιμο που ενδεχομένως νιώσεις εξαιτίας της υπερβολικής αγάπης μου.

Σε αφήνω να πιστεύεις ότι είμαι κουλ και μαγκάκι, μήπως και γλιτώσω την κατρακύλα σε περίπτωση που εκμεταλλευτείς την ευαισθησία μου και με αφήσεις. Να ξέρεις δε ότι στο παίζω σκληρό καρύδι γιατί έτσι κρύβω την τρωτή μου φύση. Αυτή που δε θέλω να αποκαλυφθεί. Αυτή που δεν αφήνω ούτε εγώ να προβάλλει ούτε στο ελάχιστο από κει βαθιά που την κρατάω δέσμια. Αυτή που δε θέλω ούτε εγώ να ξέρω καν ότι υπάρχει.

 

Συντάκτης: Νικολέτα Παπουτσή