Το ότι οι περισσότεροι σεξουαλικά ενεργοί άνθρωποι διατηρούν διαφορετικό προσωπείο στην καθημερινότητά τους, σε σχέση μʼ αυτό της ερωτικής τους ζωής, δεν είναι δα και κάτι νέο ή μεμπτό.

Αυτό όμως που σπάει το φράγμα της λογικής, είναι η υποκρισία που προβάλλεται μέσω της δήθεν σεμνότητας ή της δήθεν ανοιχτομυαλιάς.

Στην πρώτη περίπτωση, έχουμε να κάνουμε μʼ ανθρώπους που βγάζουν μια αρκετά μαζεμένη εικόνα προς τα έξω, που, όμως, αντιτίθεται μʼ εκείνη που προβάλλεται στο κρεβάτι (τα λεγόμενα σιγανά ποταμάκια). Διόλου κακό, αρκεί βέβαια να λείπει ο φανατισμός κι η σεμνοτυφία.

Στο αντρικό φύλο, για παράδειγμα, υπάρχουν εκείνοι που δαιμονοποιούν οτιδήποτε απέχει απʼ τις κοινωνικά επιτρεπτές ερωτικές απολήξεις, ενώ στο κρεβάτι τους διοργανώνουν γαργαντουικά γλέντια, που θα έκαναν ακόμη και τον Πάνα νʼ απορεί.

Επίσης, υπάρχουν κι οι, δήθεν, σοβαροί και συγκροτημένοι που ισχυρίζονται πως δε βλέπουν καν τσόντες, αλλά διατηρούν VIP λογαριασμό στο pornhub ή έχουν συνδρομή σε τσοντοκάναλο. Σας έχουμε πάρει χαμπάρι, ρε!

Ακόμη όμως κι αν δε διαπράττουν όργια, κάνουν πως σοκάρονται στο άκουσμα «περίεργων» καταστάσεων ή χρήσης ερωτικών βοηθημάτων, αλλά το έχουν καημό να δοκιμάσουν κατιτίς. Κι όλα αυτά, διότι είτε δεν έχουν δίπλα τους τη σύντροφο που θα τους αφήσει να εξελίξουν τη σεξουαλική τους ζωή, είτε απλά ντρέπονται να της προτείνουν κάτι, προκειμένου μην ανακαλύψει το υγιώς βρώμικο μυαλό τους.

Σε ό,τι αφορά το, πάντα θεωρητικά, αδύναμο φύλο, συχνό φαινόμενο αποτελεί η «μη μου άπτου» γκόμενα, που ενώ θα σου βγάλει το λάδι για να τη ρίξεις, θα σε βάλει κάτω και θα σου αλλάξει και τον αδόξαστο, αλλά και τον δοξασμένο.

Το να σου βγάλει απωθημένα είναι σούπερ, αρκεί βέβαια να μην ανακαλύψεις στην πορεία πως το ταπεινό χαμομηλάκι που γνώρισες, το έχουν, ήδη, μυρίσει δυο-τρεις φίλοι σου και το μισό Μπραχάμι.

Απʼ το χορό της σεμνοτυφίας δε θα μπορούσαν φυσικά να λείπουν και τα θηλυκά της «τάξης» και της «ηθικής». Οι εν δυνάμει παρθενοπιπίτσες, δηλαδή, που κράζουν όσα δε συνάδουν με τη συντηρητική τους φύση, αλλά ενδόμυχα φθονούν τις, κατʼ αυτές, ξεπεταγμένες γυναίκες, για την ευχέρεια που παρουσιάζουν στα ερωτικά σπορ. Όχι, δε θέλουν να γίνουν τσόλια, αλλά σίγουρα τους ενοχλεί το ότι το πιο kinky πράγμα που έχουν πράξει, θα το επικροτούσε κι η Λουκά.

Έλα όμως που δεν είναι μονάχα οι σεμνοί κήρυκες που μας περιβάλλουν.

Στο υποκριτικό σεξουαλικό πάρτι συναντάς και τους δήθεν ανοιχτόμυαλους. Εκείνους, δηλαδή, που διατυμπανίζουν το πόσο cool είναι, έχοντας το ύφος «been there, done that» ή «the things I’ve seen».

Εδώ, οι άντρες, συχνά, υιοθετούν την περσόνα του επιβήτορα και του μεγάλου εραστή, μόνο που επί της ουσίας, εφαρμόζουν μόνιμα τις δύο-τρεις στάσεις που έχουν συνηθίσει από τα 18 τους. Συνήθως, παίρνουν ιδέες από τσόντες κι επειδή έχουν ερωτοτροπήσει με τη χούφτα τους βλέποντάς τες, θαρρούν πως μπορούν να το μεταφέρουν μʼ απόλυτη επιτυχία στο κρεβάτι τους. Coca Cola, δηλαδή, χωρίς ανθρακικό.

Τα μεγάλα λόγια, όμως, πηγάζουν απʼ την απουσία αυτοεκτίμησης που με τη σειρά της καλλιεργείται απʼ την έλλειψη εμπειριών ή έστω των σωστών συντρόφων που θα τους ξεκλειδώσουν. Κι αντί να υπάρξει κάποια παραδοχή, προτιμάται η διόγκωση και το παραμύθι, μπας και τσιμπήσει καμία.

Κάτι σαν το στρατό ένα πράγμα, που όλοι, τάχα, έπηζαν στις σκοπιές και στις «Καλλιόπες»! Αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχουν βύσματα, απλά αρνούνται να διαλαλούν το ότι είχαν μέσο. Έτσι, λοιπόν, ντρέπονται να παραδεχτούν πως είναι άπειροι, για να μην τους περάσουν για φλούφληδες. Χειρότερο, όμως, μικροί μου φαφλατάδες, να το ανακαλύψει η γκόμενα στην πορεία.

Οι δήθεν ανοιχτόμυαλες γυναίκες, απʼ την άλλη, το παίζουν πορνοστάρ, αλλά στο δια ταύτα έχουν την εμπειρία και την ευελιξία ενός κομοδίνου. Παράλληλα, ενώ μπροστά σʼ άλλους παρουσιάζονται ως τύπος «Sex and the City», με το που αντικρύσουν δονητή, βγάζουν την καλόγρια από μέσα τους.

Κλασική περίπτωση θηλυκών που προτάσσουν το πόσο ανοιχτόμυαλες είναι, προκειμένου να ιντριγκάρουν κι εν τέλει να τυλίξουν το εύπιστο αρσενικό. Φράσεις-καραμέλα για δαύτες τα «όχι αυτό» και «μη εκεί».

Η πλειοψηφία τους διαβάζει άρλεκιν και φαντασιώνεται τον Άντονι το ναυαγοσώστη να τους κάνει γλυκό έρωτα, με το μέλλον να τους επιφυλάσσει ένα πριγκιπόπουλο που θα τις παντρευτεί, το οποίο ενδεχομένως νʼ απατήσουν μερικές φορές με τον Πάμπλο, το pool boy, που εξασκεί 30 από τις 50 αποχρώσεις του γκρι.

Στην πορεία, επανέρχονται στον πραγματικό κόσμο και συμβιβάζονται μʼ ένα λογιστή και 15 λεπτά επαφής το μήνα, ενώ στην ιδέα ενός one night stand, κοκκινίζουν πατόκορφα. Κι είναι εντάξει μʼ όλο αυτό.

Εδώ, βέβαια, τίθεται το θέμα του ρόλου της γυναίκας σε μια, ακόμη, συντηρητική κοινωνία και το πόσο θέλει να νιώθει ελεύθερη, έστω και στα λόγια. Απʼ την άλλη, όμως, το να το παίζεις «προχώ» κι επί της ουσίας να είσαι σεμνότερη κι από παρθένα, δε βοηθάει.

Προφανώς και το ζητούμενο δεν είναι να γινόμαστε ντελάληδες της σεξουαλικής μας ζωής, αλλά ας αποφεύγεται γενικά η υπερβολή κι αυτή η δήθεν ιδεολογική στάση που ενίοτε βγαίνει προς τα έξω, προκειμένου να μην αποδεχτούμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Δε χρειάζονται ακρότητες. Άλλωστε, καθένας βάζει τα όριά του, αρκεί να έχει ως στόχο την ικανοποίησή του, σε συνδυασμό με εκείνη του άλλου.

Ας τα βρούμε, λοιπόν, με την ερωτική μας φύση, διότι μας έχει φάει ο καθωσπρεπισμός και το ποζεριλίκι.

Συντάκτης: Στέφανος Στεφανόπουλος