Αν κυκλοφορείς τις μικρές ώρες και περιφέρεις το κορμί σου από μπαρ σε μπαρ, για δουλειά ή διασκέδαση, ξέρεις την κατάσταση.

Το σκηνικό, τα εφέ και οι περίτεχνες φανφάρες δεν παίζουν κανένα ρόλο τη νύχτα, όταν θες να φλερτάρεις. Σημασία έχει η διάθεση, η θέληση και η ένταση που θα ακολουθήσει το αλκοόλ.

Μεθυσμένα βλέμματα στο χώρο και ματιές που διατηρούν το δικό τους χωροχρόνο, άσχετα με το αν κρατούν μονάχα μια στιγμή.

Είμαστε όλοι ίσοι και άνισοι ταυτόχρονα, ο καθείς με το ψυχολογικό τσουβαλάκι του, που διακαώς ψάχνουμε να το εναποθέσουμε κάπου.

Κάπου εκεί, το σήμερα ψηλαφίζει τα παθήματα του χτες και τα αναδεικνύει. Παρουσιάζει ευθαρσώς τα όποια κενά και τα συμπληρώνει αυτοβούλως και ερήμην σου.

Σου ανοίγει με το έτσι θέλω τα μάτια και εσύ χαζεύεις μέσα τους, λες και είναι η πρώτη φορά που βλέπεις την αλήθεια. Ούτε καν. Απλά είχες αποφασίσει να την προσπεράσεις.

Αναζητάς κάτι άλλο όσο είσαι έξω και το αλκοόλ σού ελαφρύνει τη σκέψη. Καλύτερα να αναβάλεις την αντιμετώπιση των όποιων θεμάτων σου, μπας και σταθείς στα πόδια σου επιτέλους.  

Εντατικό και εκτεταμένο nightlife, που σε απομακρύνει από τη μικροαστική ρουτίνα των πολλών και σε βάζει στην ελίτ όσων στοργικά αποφεύγουν να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα και δη, την καθημερινότητα, της οποίας την ασφάλεια, όλοι κάποτε θα χρειαστούμε.  

Θαλπωρή στο αλκοόλ και στην ποτισμένη από τσιγάρο μπλούζα, με κύρια προσμονή την αμέσως επόμενη βραδιά που δε θα διαφέρει σε πολλά. Ξεπλυμένα ποτά σερβιρισμένα σε πολύπλευρους μοναχικούς ανθρώπους.

Λεμόνι στην τεκίλα, βότκα στη μπύρα, νερό στο κρασί και αλάτι στις πληγές, με μεγαλύτερο ναρκωτικό το παιχνίδι του εντυπωσιασμού και της επιβολής κανόνων, προκειμένου να θραφεί ο υπέρογκος ανθρώπινος εγωισμός ή έστω να καλυφθεί το απροσδιόριστο κενό που έχεις καλλιεργήσει υποσυνείδητα.

Διότι εύλογα, δε θα προβάλεις το πρόσωπο το οποίο ενδεχομένως να είσαι, αλλά μια εύπεπτη καρικατούρα του, μπας και πείσεις πρωτίστως τον εαυτό σου και στην πορεία το συνομιλητή σου.

Και κάπου εκεί μπορεί να σκάσει το «άλλο», το «έτσι», το «αλλιώς». Ένας άνθρωπος που δε θα συμβιβάζεται όπως εσύ με τα θαυμαστικά και τα αποσιωπητικά της ζωής, που δεν θα προσπαθεί να φτιάξει μια καλύτερη αλήθεια για τον ίδιο. Σε παίρνει από το χέρι και σου δίνει τον αέρα που σου λέιπει μέσα στην αποπνικτική ατμόσφαιρα ενός μπαρ.

Πρόσκαιρο ή μη, σου δίνει την ώθηση που χρειάζεσαι και κοιτάς πίσω με άλλο βλέμμα, γνωρίζοντας πως υπάρχει και μπροστά. Αφήνεσαι, ξεγελάς και παραποιείς τη μοναξιά σου. Αυτός άλλωστε ήταν πάντα ο στόχος.

Το πρωί μπορεί να αλλάξει εξ ολοκλήρου τα δεδομένα και να αρχίσει να αποσυναρμολογεί το καλάθι του ενθουσιασμού, αλλά στην τελική το μπλέξιμο και το πλέξιμο του εν λόγω καλαθιού είναι πάντα στο χέρι μας. Απλά ενίοτε δε βλέπουμε καθαρά ή έστω δεν αντέχουμε τις φαινομενικά απλοϊκές συνθήκες, διότι πάντα θα έχουμε ένα παρελθόν να μας συγκρατεί και να μας συγκροτεί.

Και μέσα στη μέρα δείχνεις και νιώθεις νηφάλιος.

Κι άλλη μια νύχτα ξεκινά…

Συντάκτης: Στέφανος Στεφανόπουλος