Μηνύματα να φάν’ κι οι κότες. Στέλνεις και ξαναστέλνεις. Ανταπόκριση καμία. Γιατί, άραγε; Υπάρχει ο αγγλικός όρος “spam” που ίσως και να σε περιγράφει. Βομβαρδίζεις τον άλλον με μηνύματα, στο messenger, στο κινητό, οπουδήποτε και συνεχίζεις ενώ –προφανώς– εξακολουθείς να μην λαμβάνεις απάντηση.

Μην αναρωτιέσαι «μα γιατί δε μου απαντάει;». Αναρωτήσου καλύτερα αν πρέπει να μετριάσεις κάπως αυτόν τον διαρκή βομβαρδισμό σε ‘κείνον τον άνθρωπο και να τον αφήσεις λιγάκι στην ησυχία του. Δεν έγινε και κάτι αν δεν απαντήσει μέσα σε 30 δευτερόλεπτα, άλλωστε. Χαλάρωσε, λοιπόν, και σταμάτα να κάνεις σαν ανυπόμονο παιδί.

Δε σου απαντάει κι αυτό είναι ένα γεγονός. Οι λόγοι μπορεί να ‘ναι πολλοί και σίγουρα έχουν να κάνουν με τον παραλήπτη αλλά και με τον αποστολέα –στην προκειμένη με την αφεντιά σου– ανάμεσα σε χιλιάδες ενδεχόμενα που μπορεί να μην του επιτρέπουν την επαφή με το κινητό ή να του χαλάνε απλώς τη διάθεση και να μη θέλει να ασχοληθεί -όχι για την ώρα τουλάχιστον. Όπως, για παράδειγμα, μπορεί να τον νευριάζει απίστευτα το ότι στέλνεις συνεχόμενα μηνύματα και βαράει το messenger σαν τρελό ενώ θα μπορούσες να στείλεις ένα ολοκληρωμένο.

Θες να πεις πολλά; Πες τα σιγά-σιγά, βρε άνθρωπε. Μη στέλνεις ολόκληρο τόμο. Το μόνο που θα καταφέρεις είναι να το δει ο άλλος, να φρικάρει και να το παρατήσει, πιθανότατα, χωρίς καν να το διαβάσει. Μπορεί να σου απαντήσει, φυσικά, αλλά μετά από ώρα. Το σχετικά σίγουρο είναι πως τα πολύ τακτικά και πολύ εκτενή μηνύματα ξενερώνουν. Η διαρκής παρουσία, πόσο μάλλον όταν γίνεται πια πιεστική, καταστρέφει την έλξη, αφού δείχνει ανασφάλεια κι εξάρτηση, και κάπως έτσι σταματάς να ‘σαι πρόκληση και γίνεσαι δεδομένο.

Τα ασταμάτητα μηνύματα όχι μόνο δεν προσφέρουν κάτι, αλλά αφαιρούν τη δική σου αυτοπεποίθηση, κάνοντας τον παραλήπτη τους να αισθανθεί ανία στην καλύτερη ή καταπίεση και το όνομά σου στη θέση του αποστολέα στην οθόνη να συνοδεύεται απ’ την ατάκα «πάλι αυτός;».  Γίνεσαι λίγο ζαλάδα για τον άλλον κι από ένα σημείο και μετά ακόμα κι από αντιδραστικότητα είναι επόμενο να σταματά να απαντά, ίσως και να ανοίγει όσα στέλνεις. Το ρισκάρεις;

Ο άλλος, ανάλογα ποιος είναι και τι σου είναι, μπορεί να μη σου απαντά από εγωισμό ή νεύρα, να μη γουστάρει, μπορεί όμως απλά να μην έχει χρόνο, να ‘ναι στη δουλειά, να κοιμάται, κάνει την ανάγκη του, στην τελική. Πρέπει να σεβαστείς τον χώρο και τον χρόνο του παραλήπτη σου.

Αν είστε σε φάση τσακωμού και μονολογείς, είναι σίγουρο ότι δε θα διαβάσει πάνω από 3-4 σειρές κι ίσως και να εκνευριστεί παραπάνω γιατί θα βγάζει θολά συμπεράσματα. Ακόμα κι αν είστε σε στάδιο φλερτ, προσπαθείς υπερβολικά πολύ. Πάνω στον ενθουσιασμό σου επιχειρείς, ίσως ασυναίσθητα, να εντυπωσιάσεις με τα μηνύματά σου ή απλώς να καλύψεις τις ανασφάλειές σου και να επιβεβαιωθείς. Πρέπει, όμως, να βάζεις μια τελεία, όταν ο άλλος δε σου απαντάει. Άσ’ το να κυλήσει μόνο του, αβίαστα κι ήρεμα.

Ένας ακόμα λάθος χειρισμός είναι να προσπαθείς να τσακωθείς ή να φιλιώσεις μέσα από μηνύματα. Πάλι είναι πολύ πιθανό ο άλλος, από ένα σημείο και μετά, να σταματά να σου απαντά, καθώς τέτοια θέματα πρέπει να συζητούνται πρόσωπο με πρόσωπο κι όχι μέσα από ψηφιακές οθόνες.

Αν δεν έχεις σκοπό –ή το θάρρος– να τα πεις προφορικά, μην τα στέλνεις με μηνύματα. Βρες τη δύναμη να τα πεις από κοντά. Αξίζουν περισσότερο οι απαντήσεις που δίνουν τα μάτια, όταν ακόμα κι οι σιωπές μπορούν να ερμηνευτούν.

Αν θες κάτι να συζητήσεις, στείλε ένα χαλαρό μήνυμα πρώτα να δεις τι κάνει ο άλλος. Χωρίς θυμό, χωρίς πολλά-πολλά. Είναι καλύτερο να ξεκινήσεις σταδιακά την προσέγγιση παρά να πετάξεις τη βόμβα που βγαίνει απ’ το κεφάλι σου και σκάει στην οθόνη του άλλου μέσα απ’ το πληκτρολόγιό σου.

Αν δεν απαντάει σημαίνει απλά ότι δεν μπορεί ή δε θέλει! Και τίποτα απ’ τα δύο δεν μπορείς να το αλλάξεις, ούτε βοηθάει πουθενά το να επιμένεις και να το φορτώνεις τον άλλον με ακόμα περισσότερα κουραστικά μηνύματα! Ας αφήσουμε τον μονόλογο της τρέλας κι ας διεκδικήσουμε έναν ουσιαστικό διάλογο. Κι αν ο άλλος επιλέξει τη σιωπή του, θα πάρουμε κι εμείς το μήνυμά μας και θα απομακρυνθούμε αξιοπρεπώς.

Εξάλλου, αν θέλει, θα απαντήσει.

Συντάκτης: Δημήτρης Καλαλές
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη